Τα Σκόπια εμφανίζονται ως «Μακεδονία» σε χάρτη στην ιστοσελίδα του υπουργείου Άμυνας

Τα Σκόπια εμφανίζονται ως «Μακεδονία» σε χάρτη στην ιστοσελίδα του υπουργείου Άμυνας

Μετά το σάλο που προκλήθηκε από το ημερολόγιο της Ελληνικής Αστυνομίας που εμφάνιζε χάρτη με τα Σκόπια ως «Μακεδονία», ο Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής φέρνει στο φως της δημοσιότητας νέο χάρτη, αυτή τη φορά από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας, που εμφανίζει με την ίδια ονομασία τη γείτονα χώρα.

Όπως αναφέρει το δημοσίευμα του Ελεύθερου Τύπου ο νέος χάρτης έχει αναρτηθεί σε ιστοσελίδα του υπουργείου Εθνικής Άμυνας, του καθ' ύλην αρμόδιου υπουργείου για την άμυνα της χώρας και οι υπεύθυνοι όχι μόνο δεν το απέσυραν όταν έγινε αντιληπτό ότι γράφει «Μακεδονία» αντί για Σκόπια, αλλά οι υπεύθυνοι της Υπηρεσίας Αξιοποίησης Ακίνητης Περιουσίας Ενόπλων Δυνάμεων θεώρησαν αρκετό να συντάξουν απολογητικό σημείωμα.

Συγκεκριμένα, στο site της ΥΠΑΑΠΕΔ (Υπηρεσία Αξιοποίησης Ακίνητης Περιουσίας Ενόπλων Δυνάμεων) στο οποίο παρουσιάζονται τα ακίνητα που διατίθενται προς ενοικίαση, το φωτογραφικό υλικό και τα βίντεο συνοδεύονται από χάρτη για τον εντοπισμό τους από τους υποψήφιους επενδυτές με τον τίτλο «χάρτης χαρτοφυλακίου».

Σύμφωνα με το δημοσίευμα ο χάρτης αυτός βόρεια της Θεσσαλονίκης, στην περιοχή των Σκοπίων, γράφει «Μακεδονία» και σε παρένθεση ΠΓΔΜ. Οι επικεφαλής της ιστοσελίδας, πάντως, σπεύδουν να διαχωρίσουν τη θέση τους ρίχνοντας την ευθύνη στην… Google.

«Η ονομασία “Μακεδονία” που αποδίδεται στη γειτονική χώρα, όπως φαίνεται στο χάρτη, έχει εκχωρηθεί από την εταιρία Google Inc., ιδιοκτήτη της εφαρμογής χάρτες “Google Maps”» γράφουν στο σημείωμά τους και υποστηρίζουν πως «η χρήση της εφαρμογής δεν συνιστά αποδοχή του συγκεκριμένου ονόματος εκ μέρους του κράτους της ελληνικής κυβέρνησης, το επίσημο όνομα του οποίου είναι “Η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ)”».

Το υπουργείο, μάλιστα, ολοκληρώνει το σημείωμα παραθέτοντας την απόφαση του ΟΗΕ βάσει της οποίας έχει οριστεί η επίσημη ονομασία των Σκοπίων. «…Σύμφωνα με την απόφαση υπ' αρ. 817/1993 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ)», αναφέρεται χαρακτηριστικά.