Πόσο «έτοιμος» είναι ο κ. Τσίπρας να επισκεφθεί την Τουρκία

Πόσο «έτοιμος» είναι ο κ. Τσίπρας να επισκεφθεί την Τουρκία

Του Κωνσταντίνου Λουκόπουλου*

Οφείλω να ομολογήσω ότι όταν διάβασα την είδηση ότι προγραμματίζεται επίσκεψη του Πρωθυπουργού  κ. Αλέξη Τσίπρα στην Τουρκία,  προβληματίστηκα και ένοιωσα μία διάχυτη ανησυχία. Το βασικό ερώτημα που έθεσα στον εαυτό μου ήταν «πόσο έτοιμος και επαρκής είναι ο κ. Πρωθυπουργός» για μία τέτοια επίσκεψη όπου θα συζητηθούν «τα θέματα που αφορούν στις ελληνοτουρκικές σχέσεις» αλλά και το «μεταναστευτικό – προσφυγικό» που παρεμπιπτόντως  θα πρέπει να αποτελεί  θέμα ΕΕ- Τουρκίας και όχι διμερές!

Για να μην αδικήσω τον Πρωθυπουργό μας,  προσπάθησα ειλικρινά  να πείσω τον εαυτό μου ότι ίσως είμαι   προκατειλημμένος, αλλά εις μάτην. Δεν ήταν τόσο εκείνη η  φοβερή  με το γνωστό εξυπνακίστικό του  ύφος  δήλωση  «έχει σύνορα η θάλασσα και δεν το ξέραμε!!!» (5 μόλις  μέρες μετά την εκ νέου έγερση ζητήματος θαλάσσιων συνόρων από το Τουρκικό ΥΠΕΞ  και περί μη ύπαρξης οριοθετημένων θαλάσσιων συνόρων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας)  όσο η αποδεδειγμένη μετά και τις τελευταίες συναντήσεις του σε διεθνές επίπεδο,  της άγνοιας των απαιτήσεων και του  πλαισίου κανόνων λειτουργίας διεθνούς διπλωματικού περιβάλλοντος. Κάτι που από μόνο του για ένα Πρωθυπουργό εγκυμονεί κινδύνους για την Χώρα που κυβερνάει. Οι δημοκοπικές πομφόλυγες, οι λεκτικές τσαχπινιές και το ύφος που παραπέμπει σε πολιτικό θέαμα μπορεί να είναι «καλοδεχούμενα»  από κάποια εσωτερικά ακροατήρια και  αποδώσουν σε εσωτερικά θέματα αλλά μπορεί να είναι καταστροφική πρακτική στην άσκηση  εξωτερικής πολιτικής και ιδιαίτερα σε αυτά που αφορούν στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Δεν γνωρίζουμε αν ο Υπουργός Εξωτερικών Καθηγητής κ. Νίκος Κοτζιάς είχε  μέχρι σήμερα την δυνατότητα μεταξύ άλλων να αναλύσει στον Πρωθυπουργό το  συνολικό  φάσμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων  και της προβληματικής τους υφής, παραθέτοντας το ιστορικό και την γενεσιουργό αιτία πολυπλοκότητας και εντάσεων που δεν είναι άλλη από την άσκηση της μακρόχρονης  τουρκικής αναθεωρητικής σε διμερές και  ηγεμονικής σε περιφερειακό επίπεδο πολιτικής. Εκτιμάται όμως ότι θα επαναλάμβανε αυτό που έλεγε και στους φοιτητές του στα αμφιθέατρα του ΠΑΠΕΙ, δηλαδή ότι   «η  Ελληνική εξωτερική Πολιτική πρέπει να γνωρίζει και να διδάσκεται από το παρελθόν, χωρίς να το αγνοεί και να μην φυλακίζεται σε αυτό».

Δυσκολευόμαστε  να προσδιορίσουμε τους  λόγους της εσπευσμένης επιλεκτικής διαρροής περί της επισκέψεως Τσίπρα στην Τουρκία. Από την στιγμή που ο Πρόεδρος Ερντογάν είναι κυρίαρχος στο πολιτικό σκηνικό και ο Πρωθυπουργός κ. Νταβούτογλου ισχυροποιημένος μετά την  απόλυτη πλειοψηφία του κόμματος τους στην Τουρκική Βουλή  (κάτι σαν το δίδυμο  Πούτιν-Μεντβέντεφ) αλλά και με πολλά εσωτερικά προβλήματα,  εκτιμάται ότι για την επίσκεψη αυτή απαιτείται απαιτητική και εξαιρετική λεπτομερής προετοιμασία και φυσικά ευχόμαστε να μην αποτελεί έναν τακτικισμό. Δυστυχώς έχουμε πεισθεί ότι η  Ελληνική Εξωτερική Πολιτική διακρίνεται για την έλλειψη μακροπρόθεσμης υπερκομματικής στρατηγικής η οποία θα εφαρμόζεται ανεξαρτήτως κομματικής σφραγίδας στην διακυβέρνηση και οπωσδήποτε πέρα από κάθε ιδεοληψία και τακτικισμό.

Το πολύπλοκο πρόβλημα των σχέσεων με την γειτονική μας χώρα που όπως προ ειπώθηκε οφείλεται πρωταρχικά στη μακρόχρονη ασκούμενη αναθεωρητική πολιτική της απέναντι στην Χώρα μας και  δεν αντιμετωπίζεται ούτε με τακτισμούς ούτε με απλοϊκές προσεγγίσεις (σε κάποιο άλλο άρθρο πολύ σύντομα θα γίνει πλήρης ανάλυση αυτών). Όπως θα έλεγε μάλλον και ο κ. Κοτζιάς « προκειμένου να προωθήσει μία χώρα τα εθνικά της συμφέροντα οφείλει πρώτα απ' όλα να έχει μία μακροχρόνια στρατηγική διασφάλισης τους σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον και αυτά τα ζητήματα δεν επιλύονται με τακτισμούς»

Η αποδεδειγμένη έλλειψη μακροχρόνιας στρατηγικής για την υλοποίηση εθνικών αντικειμενικών σκοπών και της προώθησης των εθνικών μας συμφερόντων  επέτρεψε στα πολιτικά κόμματα , ακόμα και Υπουργούς του ιδίου κόμματος να ασκούν εξωτερική πολιτική κατά το δοκούν και μάλιστα με  γνώμονα το εσωτερικό ακροατήριο.  Έτσι φθάσαμε στο σημείο για κάποιους η φαντασίωση να είναι ασφαλέστερη της πραγματικότητας και  οι ελληνοτουρκικές σχέσεις  να αφεθούν  στην «πολιτική του κοινού ζεμπέκικου αλλά  και της κουμπαριάς»,  με την Τουρκία να μην κάνει βήμα πίσω από τις  μονομερείς απαιτήσεις που προβάλει στο Αιγαίο ακόμα και στις προσεγγίσεις της στο  διεθνές πρόβλημα της επί 41 χρόνια  κατοχής του βορείου τμήματος της Κυπριακής Δημοκρατίας από αυτήν.

Λόγω της οικονομικής κρίσεως και των συχνών κυβερνητικών αλλαγών (και σε αυτό έχει ευθύνη και ο κ. Τσίπρας) έχουμε από το 2009 μέχρι σήμερα δηλαδή σε 6 χρόνια 8 διαφορετικούς Υπουργούς Εξωτερικών οι οποίοι μάλλον έχουν …μπερδέψει τους εξαιρετικούς μας διπλωμάτες με τις διαρκές αλλαγές σε επίπεδο πολιτικών οδηγιών!  Η συνεχιζόμενη οικονομική περιδίνηση   στην οποία βρίσκεται η Χώρα ουδόλως αποτελεί άλλοθι στην συνεχιζόμενη μας εσωστρέφεια. Αποτέλεσμα αυτής της εσωστρέφειας είναι πλέον της υποτονικής άσκησης εξωτερικής πολιτικής και ελλιπούς παρουσίας στην διεθνή σκηνή (όταν μάλιστα στην ευρύτερη περιοχή μας συντελούνται τεκτονικές αλλαγές) τα θέματα αυτής να  αντιμετωπίζεται από πολιτικούς, Τύπο και κοινή γνώμη ως θέματα δεύτερης για να μην πω και…τρίτης γραμμής. Αρκεί να θυμηθούμε ότι στα περίφημα debates που έγιναν πριν από τις εκλογές ούτε μία, τονίζεται ούτε μία ερώτηση δεν έγινε για τα θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας αν και είχε προσδιορισθεί ιδιαίτερη ενότητα για αυτά.

Ο κ. Πρωθυπουργός μεταβαίνοντας στην Τουρκία θα πρέπει να είναι άριστα προετοιμασμένος απέναντι στον Τούρκο ομόλογο του κ. Νταβούτογλου του οποίου ναι μεν οι υψηλές ακαδημαϊκές του θεωρίες μπορεί να μην «έπιασαν»,  αλλά έχει τεράστια διπλωματική εμπειρία σε σύγκριση με τον δικό μας.

Ο σεβασμός των αρχών του Διεθνούς Δικαίου, η εγκατάλειψη από μέρους της Τουρκίας της αναθεωρητικής της πολιτικής αλλά και η  προβολή  αξιόπιστης ικανότητας προστασίας των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων με όλα τα διαθέσιμα εθνικά και λοιπά διεθνή μέσα, είναι οι παράγοντες οι οποίοι εμπεδώνουν το κλίμα καλής γειτονίας και μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα αναμένουμε να συνομιλήσει ο κ. Τσίπρας  χωρίς φοβικά σύνδρομα αλλά ούτε και με ανόητους λεονταρισμούς.  Σε ότι αφορά στο λεγόμενο «μεταναστευτικό-προσφυγικό» είναι σκόπιμο να διατηρηθεί σε ένα θέμα που αφορά την ΕΕ ως σύνολο και ενιαία πολιτική οντότητα και να μην γίνει ακόμα ένα θέμα της ατζέντας των ελλητουρκικών «προβλημάτων» 

 

* Ο Αντιστράτηγος  ε.α. Κωνσταντίνος Λουκόπουλος είναι Ερευνητής - Αναλυτής στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Άμυνας και Ασφάλειας. Είναι απόφοιτος της ΣΕΘΑ και  έχει περατώσει Στρατηγικές Σπουδές Ασφαλείας. Διατέλεσε  Εκπρόσωπος Τύπου του Α/ΓΕΕΘΑ, Διευθυντής Διεθνών Σχέσεων στο ΥΕΘΑ/ΓΓΟΣΑΕ, ενώ υπηρέτησε σε διοικητικές και επιτελικές θέσεις στην Ελλάδα και στο ΝΑΤΟ.