Αεροδρόμια και αερομεταφορές: ζητήματα ασφάλειας και αντιτρομοκρατικής πολιτικής

Αεροδρόμια και αερομεταφορές: ζητήματα ασφάλειας και αντιτρομοκρατικής πολιτικής

Δρ. Μαρία Χρ. Αλβανού

Οι έρευνες για τη μοιραία πτήση της Egypt Air συνεχίζονται και, άσχετα από τα αποτελέσματα που θα φωτίσουν τις συνθήκες της πτώσης του αεροσκάφους και του θανάτου των άτυχων επιβατών, άλλη μια φορά έρχεται στο προσκήνιο το ζήτημα της ασφάλειας των αεροδρομίων από τρομοκρατικές επιχειρήσεις. Ένα θέμα που έτσι κι αλλιώς απασχολεί ιδιαίτερα μετά το χτύπημα στις Βρυξέλλες.

Οι αεροπορικές μεταφορές αποτελούν τεράστιο κεφάλαιο στον τομέα της επικοινωνίας των ανθρώπων και του τουρισμού. Χωρίς υπερβολή, η δυνατότητα μέσω του αεροπλάνου για ταξίδια χιλιάδων χιλιομέτρων σε μικρό χρονικό διάστημα επηρέασε και την πορεία της παγκοσμιοποίησης θετικά. Τα αεροδρόμια είναι υποδομή σημαντικότατη και κομβική. Η λειτουργία τους επιδρά στη γενικότερη εικόνα, αλλά και κατάσταση (οικονομική, πολιτιστική κλπ) των χωρών. Ταυτόχρονα όμως αποτελούν αυτά καθαυτά ιδανικό στόχο τρομοκρατικών ενεργειών ή κρίκο στην αλυσίδα τρομοκρατικής επιχείρησης.

Στην πρώτη περίπτωση τα αεροδρόμια μπορούν να είναι στόχοι επιθέσεων με βλήματα, όπλα καμπύλης τροχιάς («mortar»). Ιδιαίτερα ευάλωτα σε τέτοιες επιθέσεις είναι τμήματα του αεροδρομίου όπως οι διάδρομοι απογείωσης και προσγείωσης, συνήθως πιο εκτεθειμένα προς την κοινή θεά και τη δυνατότητα στόχευσης. Σε ένα τέτοιο σχέδιο επίθεσης, άμεσοι στόχοι είναι τμήματα της υποδομής, αλλά και αεροσκάφη, είτε σταθμευμένα, είτε εν κινήσει στους διαδρόμους, είτε κατά τη διάρκεια απογείωσης και προσγείωσης. Οι τρομοκράτες έχουν δυνατότητα και μπορούν να πραγματοποιήσουν στοχευμένο χτύπημα σε αεροσκάφη συγκεκριμένων αερογραμμών που σχετίζονται με κράτη που θεωρούνται εχθρικά από την οργάνωση τους. Η καλή αστυνόμευση της γύρω περιοχής του αεροδρομίου, καθώς και η δημιουργία «απαγορευμένων ζωνών» για τη στάθμευση οχημάτων και τη παραμονή οποιουδήποτε είναι μέτρα που βοηθούν σε αποφυγή πραγματοποίησης τέτοιων επιθέσεων.

Μια άλλη περίπτωση αφορά επιθέσεις στους χώρους και αίθουσες του λεγόμενου check-in (πριν τους ελέγχους ταξιδιωτικών εγγράφων και αποσκευών και την πύλη σωματικού ελέγχου), στις αίθουσες αναχωρήσεων και αφίξεων, όπου συνοδεύει ή περιμένει συνήθως κόσμος. Αυτή είναι η μεγαλύτερη αχίλλειος πτέρνα των αεροδρομίων. Έτσι κι αλλιώς πρόκειται για σταθμό αναχώρησης και άφιξης ταξιδιωτών, που σημαίνει ότι ταξιδιώτες και μαζί με αυτούς φίλοι και συγγενείς πρέπει να έχουν ελεύθερη πρόσβαση. Άρα εξ ορισμού αόριστος αριθμός ανθρώπων μπορεί (και πρέπει να μπορεί) να εισέρχεται στους ανωτέρω χώρους του αεροδρομίου. Επιθέσεις αυτοκτονίας, τοποθέτηση εκρηκτικών μηχανισμών, χρήση πυροβόλων όπλων είναι μερικές από τις δυνατότητες που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι τρομοκράτες για την πραγμάτωση των φονικών τους σχεδίων.
Όσον αφορά τις τρομοκρατικές ενέργειες on board, επειδή το αεροδρόμιο είναι ο φυσικός και λογικός προθάλαμος εισόδου στα αεροσκάφη, αυτές σε μεγάλο βαθμό αντιμετωπίζονται με τους ελέγχους (που φτάνουν να είναι και σωματικοί), όπως επίσης με τις απαγορεύσεις μεταφοράς συγκεκριμένων υλικών και με περιορισμό της ποσότητας τους σε υγρή μορφή. Παρόλα αυτά, ας μην ξεχνάμε ότι μια επίθεση μέσα στην καμπίνα του αεροσκάφους δεν απαιτεί εκρηκτικά ή πυροβόλα όπλα, αλλά μπορεί να λάβει χώρα και με άλλα μέσα (πολύ πιο απλά και πρωτόγονα, ή αντίθετα εξειδικευμένα) για τα οποία δεν υπάρχει απόλυτη προστασία.

Όπως καθίσταται σαφές, τα μέτρα προστασίας των αεροδρομίων εντάσσονται στην κατηγορία των λεγόμενων «περιπτωσιολογικών μέτρων πρόληψης» («situational prevention measures») και είναι καθαρά πρακτικά, με άμεσο σκοπό τη δημιουργία εμποδίων ανάμεσα σε δράστη και στόχο. Τα μέτρα αυτά, μολονότι μπορούν να αποδώσουν και να εξασφαλίσουν τη μη εύκολη πρόσβαση δραστών στον στόχο, δεν επιλύουν το πρόβλημα της τρομοκρατίας (δεν είναι αυτός ο προορισμός τους άλλωστε), αλλά ούτε και της επιχειρησιακής εκδήλωσης των τρομοκρατικών επιθέσεων. Η μετατόπιση («displacement») αποδεικνύεται συχνά από την εμπειρική πραγματικότητα, όταν μια εγκληματική μέθοδος καθίσταται δύσκολη, δυσκολότερη ή αδύνατη και οι δράστες επιλέγουν άλλη πιο πρόσφορη. Για παράδειγμα σε περίπτωση που έχουμε σημεία ελέγχου σε οδούς προς το αεροδρόμιο, η επίθεση αυτοκτονίας μπορεί να λάβει χώρα στο σημείο αυτό. Βεβαία θα μείνει αλώβητη η υποδομή του αερολιμένα (με ό,τι αυτό συνεπάγεται και σε υλικό κόστος), πλην όμως και ανθρώπινες ζωές θα χαθούν (το πιο πολύτιμο) και εντελώς κυνικά η δημοσιότητα που επιζητούν οι τρομοκράτες θα έχει επιτευχθεί.

Στην πραγματικότητα, η ασφάλεια μιας πτήσης ξεκινά μέρες πριν την αναχώρηση του αεροπλάνου, ενώ η ασφάλεια των αεροδρομίων δεν επιτυγχάνεται στον στενότερο ή ευρύτερο τοπικό - γεωγραφικό τομέα τους. Κανένα μέτρο δεν μπορεί να αντιμετωπίσει επαρκώς το πρόβλημα μιας τρομοκρατικής επίθεσης, αν δεν συνοδεύεται από συντονισμένη δράση σε επίπεδο πληροφοριών. Το γνωστό intelligence είναι ουσιαστικής σημασίας και αυτό φαίνεται και σε χώρες που αντιμετωπίζουν εδώ και χρόνια την τρομοκρατική απειλή με μεγάλη ένταση, αφού εντάσσουν την ασφάλεια των αερομεταφορών στη γενικότερη αντιτρομοκρατική πολιτική που βασίζεται στην έρευνα και την πληροφορία σε σχέση με τον επιβάτη. Προς μια τέτοια κατεύθυνση είναι προσανατολισμένη και η έγκριση πλέον από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της βάσης Passenger Name Records (PNR) στην Ευρώπη, που πάντως ανοίγει το θέμα της αντιμετώπισης του τρομοκρατικού κινδύνου υπό το πρίσμα της προστασίας προσωπικών δεδομένων και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Άλλη μια φορά δημοκρατικές κοινωνίες καλούνται να βρουν την ευαίσθητη ισορροπία ανάμεσα στην ασφάλεια και την ελευθερία, όταν η ιστορία δείχνει πώς είναι έννοιες αλληλένδετες.

Η Δρ. Μαρία Αλβανού είναι εγκληματολόγος - ειδική σε θέματα τρομοκρατίας.