Geoffrey Pyatt: Ένας (καθόλου) ήσυχος Αμερικανός

Geoffrey Pyatt: Ένας (καθόλου) ήσυχος Αμερικανός

Του Νίκου Μελέτη

Ο Geoffrey Pyatt δεν είναι ένας τυχαίος Αμερικανός διπλωμάτης. Και πολύ περισσότερο δεν είναι από τους διπλωμάτες εκείνους, που μετά από μια θητεία σε εύφλεκτη ζώνη, θα αναζητούσε μια τετράχρονη αποστρατεία και ξεκούραση κάτω από την Ακρόπολη και τα ελληνικά νησιά.

Ο Αμερικανός πρεσβευτής φθάνοντας το φθινόπωρο στην Αθήνα από την Ουκρανία, που συντόνισε την αμερικανική πολιτική στη διάρκεια της κρίσης με τη Ρωσία και τους αυτονομιστές της Νοτιοανατολικής Ουκρανίας, που οδήγησε στην απόσχιση της Κριμαίας, έδειξε από την πρώτη στιγμή ότι ήρθε για να κάνει «παιγνίδι».

Καθώς ήταν από τα κορυφαία στελέχη του προηγουμένου συστήματος του State Department, η έλευση του κ. Pyatt στην Αθήνα ερμηνεύθηκε ως ένα βήμα για την αναβάθμιση του ρόλου της χώρας, καθώς θεωρήθηκε ότι λόγω των σχέσεων που είχε και με τη γραφειοκρατία του State Department επί υπουργίας Η. Clinton, θα μετατοπίζονταν το επίκεντρο της άσκησης της αμερικανικής εξωτικής πολιτικής για ολόκληρη την περιοχή, στην Αθήνα.

Οι αμερικανικές εκλογές έκρυβαν την έκπληξη Trump και έτσι και η αμερικάνικη πρεσβεία στην Αθήνα αναζητά εδώ και κάποιους μήνες βηματισμό...

Όμως η παρέμβασή του κ. Pyatt την περασμένη εβδομάδα (μέσω της συνέντευξής του στο ΒΗΜΑ), έθεσε ερωτηματικά και άφησε ανοικτούς λογαριασμούς...

Η αυτονόητη και καλοδεχούμενη δήλωση για τη στρατηγική σχέση των δυο χωρών και την επιθυμία των ΗΠΑ για σταθεροποίηση της κατάστασης στην χώρα, συνοδεύτηκε από μια παρέμβαση στα εσωτερικά πράγματα, με την παρακίνηση στον κ. Τσίπρα να αξιοποιήσει τη μεγάλη ευκαιρία του και να «παρουσιάσει ένα νέο αφήγημα». Και αμέσως μετά να μιλά για την «πραγματική ευκαιρία» της κυβέρνησης να «αλλάξει το αφήγημα από αφήγημα της κρίσης σε αφήγημα της ευκαιρίας», προβλέποντας μετά την εκταμίευση της δόσης και την οικονομική προβλεψιμότητα που επιφέρει «ταξίδι σε ήρεμα νερά» τα επόμενα δυο χρόνια…

Ο κ. Pyatt υποσχέθηκε ότι θα ταξιδεύσει τον Ιούνιο στις ΗΠΑ για να προσελκύσει επενδυτές για την Ελλάδα, μίλησε θερμά για την στρατιωτική συνεργασία με την χώρα μας και με τον κ. Π. Καμμένο και υπονόησε ότι περιμένει από την κυβέρνηση να κάνει την «προσφορά» της για την ανανέωση των Συμφωνιών για τη Σούδα.

Ο Αμερικανός πρεσβευτής έκανε μια ουσιαστική παρέμβαση στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις παραβιάζοντας κανόνες και αρχές.

Και τελικά κανείς δεν γνωρίζει, εάν αυτή η ανάμειξη στις εσωτερικές πολιτικές υποθέσεις με τη στήριξη «αφηγημάτων», με τα οποία διαφωνεί σφόδρα όλη η αντιπολίτευση και με την πρόβλεψη για «δυο ήρεμα χρόνια» όταν η αντιπολίτευση ζητά εκλογές, οφείλεται απλώς στη σπουδή του κ. Pyatt, να επιδείξει έργο ή είναι μέρος μιας γενικότερης επιλογής που έχει κάνει η Ουάσιγκτον και η κυβέρνηση Trump.

Είναι σαφές ότι όχι μόνο για την κυβέρνηση Trump, αλλά και για την γραφειοκρατία του State Department,η μετάλλαξη της αριστερής κυβέρνησης της Ελλάδας ήταν ευχάριστη έκπληξη.

Τις ακριβώς επόμενες ημέρες θα μπορέσουμε να αντιληφθούμε, εάν και πως ο κ. Trump βλέπει τον ρόλο της Ουάσιγκτον στην ελληνική κρίση, μέσω της θέσης που κατέχει στο ΔΝΤ.

Να θυμίσουμε απλώς ότι ο B. Obama και οι δυο υπουργοί Oικονομικών του, Geithner και Lew, έκαναν πραγματικές και ουσιαστικές παρεμβάσεις για να κρατήσουν την Ελλάδα στο ευρώ και μακριά από τον κίνδυνο της αποσταθεροποίησης. Σήμερα μια νέα αμερικανική κυβέρνηση, αντιφατική, που σπασμωδικά αντιδρά στα διεθνή θέματα, αλλά και στις οικονομικές - εμπορικές σχέσεις με την Ε.Ε., δεν είναι καθόλου σαφές πως θα χειρισθεί την ελληνική υπόθεση.

Αρκετοί παράγοντες στην Αθήνα θεώρησαν ότι η εκλογή Trump αποτελούσε τη «σωτηρία» της Ελλάδας, καθώς το αμερικανικό «Ιππικό» θέλοντας να διαλύσει τη «γερμανική ηγεμονία», θα έβρισκε την ευκαιρία να πλήξει το Βερολίνο, τραβώντας την Ελλάδα από τον «ζυγό» των δανειστών της Ευρωζώνης... Προσδοκίες που πάντως δεν φαίνεται να επιβεβαιώνονται.

Το μόνο σαφές είναι ότι οι Αμερικανοί θέλουν ανανέωση και διεύρυνση της παραχώρησης της Σούδας από μια αριστερή ελληνική κυβέρνηση, που ίσως είναι και η μόνη που μπορεί να το πετύχει χωρίς αντιδράσεις... Το ερώτημα όμως παραμένει: Είναι αρκετή μια παρέμβαση του κ. Pyatt υπέρ της κυβέρνησης, ως αντάλλαγμα για την παραχώρηση της Σούδας και την ενίσχυση ποικιλοτρόπως των διευκολύνσεων προς τους Αμερικανούς;

Σε ένα ρευστό και επικίνδυνο περιβάλλον αποσταθεροποίησης η Ελλάδα δεν θα πρέπει να αναζητήσει και να επιδιώξει μια βαθύτερη και μακροπρόθεσμη συνεργασία πέρα από κόμματα και κυβερνήσεις; Και κυρίως δεν θα έπρεπε να προωθήσει και ζητήματα που αφορούν άμεσα το κύρος, την ασφάλεια και την ισχύ της χώρας;

Ποια είναι η θέση των Αμερικανών για τα Βαλκάνια; Για το όνομα της ΠΓΔΜ; Για τη Μεγάλη Αλβανία και τον αλυτρωτισμό της που φθάνει μέχρι την Πρέβεζα; Ποια είναι η θέση της κυβέρνησης Trump για το Αιγαίο; Για την αμφισβήτηση ακόμη και κατοικημένων νησιών από την Τουρκία; Ποια είναι η θέση των Αμερικανών για τις απειλές πολέμου εναντίον της Κύπρου και μάλιστα για έρευνες, στις οποίες εμπλέκονται και αμερικανικές εταιρίες;

Η Ελλάδα γνωρίζει πολύ καλά ποιο είναι το συμφέρον της και ποιοι είναι οι φίλοι και οι σύμμαχοι της. Σε ότι αφορά την Ουάσιγκτον, η Ελλάδα προσφέρει «σταθερότητα, ασφάλεια, αξιοπιστία», μια σημαντική ναυτική βάση, ένα προχωρημένο φυλάκιο της Δύσης στην πιο «θερμή» περιοχή του κόσμου... Σε μια τέτοια σχέση, όμως, οφείλουν και οι άλλοι να ανταποκριθούν. Και το αντάλλαγμα που νόμισε ότι προσέφερε ο κ. Pyatt ήταν πολύ ευτελές.

Δίνοντας την εντύπωση ότι τα καλά λόγια για την κυβέρνηση, είναι οι χάντρες για τους ιθαγενείς, προσβάλλει πιθανόν άθελα του, όχι μόνο τα κόμματα της αντιπολίτευσης και ένα σημαντικό μέρος της κοινής γνώμης, αλλά και την ίδια την κυβέρνηση. Και όσα στελέχη και οπαδούς της αισθάνονται και «Αριστεροί»... Γιατί είναι εχθρός και ο Schaeuble, αλλά «Ένας είναι ο εχθρός, ο Ιμπεριαλισμός»…

(Φωτογραφία: Ο Geoffrey Pyatt κατά τη διάρκεια των ασκήσεων Fearless Guardian στις 20 Απριλίου του 2015, κοντά στο Yavoriv της Ουκρανίας, Πηγή φωτογραφίας: Pete Kiehart/Getty Images/Ideal Images)