Τρεις ενοχλητικές υπενθυμίσεις για την καθ' ημάς Τηλεόραση

Τρεις ενοχλητικές υπενθυμίσεις για την καθ' ημάς Τηλεόραση

Του Σταύρου Πετρολέκα

Κρυμμένα και αφανή πίσω από την πυκνή αχλύ δηλώσεων, τοποθετήσεων, ίσως ακόμη και στοχευμένης παραπληροφόρησης, που συνθέτουν τελευταίως τον δημόσιο διάλογο για τα τηλεοπτικά μας πράγματα, βρίσκονται τουλάχιστον τρία “άβολα” δεδομένα που ίσως είναι χρήσιμο να έλθουν στην επιφάνεια.

Πρώτον: Βεβαίως το ΕΣΡ είναι η συνταγματικά κατοχυρωμένη Αρχή ρύθμισης και εποπτείας ενός ανταγωνιστικού τηλεοπτικού τοπίου, με κύρια πρωτογενή εξουσία, την έκδοση αδειών λειτουργίας. Μόνο που η Αρχή αυτή - ιστορικά η πρώτη που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα-, πάντα άσκησε αυτά τα πρωτογενή της δικαιώματα “εκ των υστέρων”… ex post όπως θα έλεγε ένας νομομαθείς. Και αυτό γιατί είτε οι πρώτες (προσωρινώς) άδειες παραχωρήθησαν απ' ευθείας από την κυβέρνηση, (μέσω του τότες Υπουργείο Προεδρίας) χωρίς καν έστω να συμμετέχει to ΕΣΡ στις διαδικασίες, είτε αργότερα παραχωρήθησαν, πάλι προσωρινές, άδειες από το ίδιο σε σωρεία σταθμών που σχεδόν με το “έτσι θέλω” είχαν κατά καιρούς αυθαίρετα στήσει πομπούς και καταλάβει συχνότητες.

Η αλήθεια είναι, όσο κι' αν το πολιτικό προσωπικό της χώρας ορκίζεται σήμερα στη αδήριτη ανάγκης τήρησης της σχετικής συνταγματικής τάξης (Άρθρο 15/2), ουδέποτε σεβάστηκε την θεμελιώδη ανεξαρτησία και ελευθερία του ΕΣΡ να πράξει τα κατά την γνώμη του δέοντα.

Όχι βέβαια πως και το ΕΣΡ δεν έχει το δικό του μερίδιο ευθύνης... το μέγιστο μάλιστα μερίδιο. Διότι από την αρχή της σύστασης του και στη συνέχεια όλα αυτά τα χρόνια, η ηγεσίες του ουδέποτε όρθωσαν ανάστημα στο πολιτικό-πελατειακό σύστημα για να προστατεύσουν τη δημόσια περιουσία (συχνότητες) από τις ανομίες που πολλαπλασιάζονται, ακριβώς ελέω προστασίας του συστήματος αυτού. Ξεχνώντας πώς αυτός ήτο και παραμένει ο βασικός λόγος δημιουργίας του EΣΡ... να λειτουργεί δηλαδή σαν το βασικό μαντρόσκυλο του τηλεοπτικού ανταγωνισμού. Προτίμησαν ως εκ τούτου, η Αρχή αυτή να ασχολείται με την πιο ανώδυνη πτυχή τήρησης κανόνων του μηντιακού ανταγωνισμού... την καθημερινή - τυπολατρική - εποπτεία του τηλεοπτικού “περιεχομένου”, μετεξελισσόμενο έτσι ουσιαστικά σε “content regulator” και τίποτε άλλο. Πλημμελώς, αν θυμηθούμε την άνεση με την οποία λειτουργούσαν χρόνια, τόσο το κανάλι του ΚΚΕ όσο και αυτό του ΛΑΟΣ/Καρατζαφέρη.

Δεύτερον: “Ουδέν μονιμότερον του προσωρινού” βέβαια στην Ελλάδα. Και αυτό ισχύει σε υπερθετικά βαθμό για όλες τις προσωρινές τηλεοπτικές άδειες που έχουν χορηγηθεί, κατ' επανάληψη. Έτσι, με εξαίρεση τα της ΕΤ, (αλήθεια, είναι αδειοδοτημένα από το ΕΣΡ τα κανάλια της δημόσιας τηλεόρασης;) τα τηλεοπτικά κανάλια πού έχουν τέτοια άδεια είναι προσωρινώς νόμιμα... ή αν προτιμάτε, μερικώς μόνο παράνομα. Αλλά σύμφωνα με την τετράγωνη εκείνη λογική όπου κάποια δεν μπορεί να είναι μερικώς μόνο έγκυος , έτσι δεν μπορεί να ισχυρισθεί κανείς ότι τα τηλεοπτικά κανάλια της χώρας είναι μερικώς νόμιμα. Είναι, τυπικά τουλάχιστον, παράνομα.

Αλλά. Υπάρχει όμως και η ουσία πέραν της τυπικότητας, και μάλιστα αυτής πέραν του γεγονότος ότι τα “παράνομα” αυτά κανάλια, πλήρωναν τόσα χρόνια, τέλη, φόρους, εισφορές , κτλ.

Η ουσία αυτή αποτυπώνεται, για τους Αγγλομαθείς, με την αντιδιαστολή μεταξύ “legal” (νόμιμο) και “legitimate”(νομιμοποιημένο). Και πράγματι τα “παράνομα” αυτά κανάλια “νομιμοποιήθησαν”, σχεδόν από την αρχή λειτουργίας της ελεύθερης τηλεόρασης στην Ελλάδα (το 1989) με την καθημερινή σχεδόν εμφάνιση τους εκεί, σχεδόν όλων των πολιτικών της χώρας από όλα τα κόμματα, αενάως όλα τα τελευταία 26 χρόνια.

Τώρα το πως κάτι παραμένει παράνομο, αλλά είναι ταυτόχρονα απόλυτα νομιμοποιημένο στην λειτουργία του, και δή νομιμοποιημένο από σύσσωμη την πολιτική τάξη μιας χώρας... αυτά ας τα εξηγήσουν εκείνοι που ωρύονται για την διαπλοκή και την αναρχία της μέχρις τούδε τηλεοπτικής σκηνής του τόπου.

Τρίτο και τελευταίο: Ασφαλώς δεν είναι κατακριτέα η προσπάθεια της κυβέρνησης να βάλει τάξη στο “παράνομο” αυτό τηλεοπτικό τοπίου. Ασχέτως της υποψίας για την πραγματική βούληση πίσω από αυτή την προσπάθεια και κυρίως, ασχέτως του φιάσκου που την οδήγησαν οι μεθοδεύσεις που επέλεξε. Μην ξεχνάμε όμως πώς δεν είναι η πρώτη φορά που οι πολιτικές ηγεσίες της χώρας έχουν προσπαθήσει κάτι ανάλογο (πχ η ιστορία του βασικού μετόχου),και πάντα η προσπάθεια στην συνέχεια ατροφούσε. Χειρισμοί και ζητήματα πιο μεγάλης σημασίας (είσοδος στην Ευρωζώνη, Ολυμπιακοί αγώνες, Μνημόνια, κτλ) απορροφούσαν το διαθέσιμο πολιτικό οξυγόνο από τις εκάστοτε κυβερνήσεις και έτσι τα τηλεοπτικά έμεναν εκεί πού ήσαν... όχι από δόλο, αλλά κυρίως από εξάντληση και αμέλεια.

Δεν φαίνεται πως μιά τέτοια ασυνέχεια θα συνοδεύσει τις σημερινές εξελίξεις. Είτε με τον έναν τρόπο είτε με τον άλλο, θα υπάρξει μιά τελική έκβαση στην κολοβή τηλεοπτική ιστορία του τόπου όπου το ημι-παράνομο θα γίνει επιτέλους νόμιμο... και μάλιστα ψηφιακό.

Και εδώ βρίσκεται η τρίτη ενοχλητική υπενθύμιση. Γιατί η τελική αυτή μεταμόρφωση του ημι-παράνομου σε νόμιμο, λύνει μόνο τα προβλήματα που συνόδευσαν το χθες. Δεν οδηγεί στην αντιμετώπιση των προκλήσεων του αύριο. Ενός αύριο όπου το νοικοκύρεμα της τηλεοπτικής αγοράς δεν μπορεί να αποφύγει τις προκλήσεις του κυκεώνα που έχει ήδη έλθει με τη ψηφιακή σύγκλιση... Όπου ένα τηλεοπτικό κανάλι δεν είναι πιά τίποτε περισσότερο από άλλο ένα διασυνδεδεμένο “app” στα εκατομμύρια που ήδη συγκροτούν το λεγόμενο “ Internet of Things”(Διαδίκτυο των Πραγμάτων), προσβάσιμο από μύριες πλατφόρμες σταθερές, κινητές και αμφίδρομες, σ' ένα συνεχές όπου τηλεόραση, τηλεπικοινωνίες και διαδίκτυο και είναι ένα και το αυτό...

Με ό,τι αυτό επιτάσσει για την Συνταγματική άρθρωση ενός νέου ΕΣΡ (Αρθρο 15/2), εκ των πραγμάτων σύμφυτο και αλληλένδετο με τις επικοινωνίες (Άρθρο 5Α1) και το Ίντερνετ (Αρθρο 5Α2).

Προκλήσεις και προβληματισμοί που απουσιάζουν πλήρως από τις σημερινές φωνασκίες και λεονταρισμούς.