Το επίσημο τέλος της Pax Americana

Το επίσημο τέλος της Pax Americana

Του Σάμι Γαράιμπε

Ο Τζωρτζ Μπους ο νεότερος έμεινε στις συνειδήσεις του κόσμου ως ίσως η πιο πολεμοχαρής και παρεμβατική προεδρική φυσιογνωμία των ΗΠΑ της τελευταίας εικοσαετίας για τις καταστροφικές του παρεμβάσεις στη Μέση Ανατολή που κόστισαν, όχι μόνο τη σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής, αλλά ακόμη και τις πολιτικές καριέρες όσων είχαν συνταχθεί μαζί του.

Αυτό που λίγοι όμως θυμούνται είναι ότι ο Μπους, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου διεκδίκησης της πρώτης προεδρικής του θητείας, εμφανίστηκε ως ένας μετριοπαθής, συντηρητικός ρεπουμπλικάνος που υποστήριζε την ανάγκη η χώρα του να γίνει λιγότερο παρεμβατική στο εξωτερικό και να μετατραπεί σε μία «ταπεινή δύναμη».

Χρειάστηκε μία κρίση του επιπέδου της 11ης Σεπτεβρίου και η επακόλουθη «εισβολή» στην κυβέρνησή του ενός μικρού, αλλά συνεκτικού, νεοσυντηρητικού θύλακα του κόμματός του για να ανατραπούν εντελώς οι αρχικές απομονωτικές του τάσεις και να δούμε τελικά μια διακυβέρνηση που στόχευε σε συστηματική, μονομερή παρέμβαση σε περιοχές αμερικάνικου ενδιαφέροντος με στόχο την ενεργητική μεταβολή των περιφερειακών συσχετισμών ισχύος μέσα από την «αλλαγή καθεστώτων» (regime change) και την «οικοδόμηση κρατών» (nation building).

Ο διάδοχός του στο Οβάλ Γραφείο, στη συνέχεια, καθιερώθηκε ως εμβληματικά αντίθετο παράδειγμα άσκησης εξωτερικής πολιτικής σε σχέση με τον ίδιο. Ωστόσο, η εξωτερική πολιτική του Ομπάμα δεν έκανε τίποτα άλλο από το να υλοποιεί τις αρχικές προεκλογικές προθέσεις του Μπους περί «ταπεινής δύναμης» τις οποίες εκείνος δεν μπόρεσε να υλοποιήσει λόγω 11ης Σεπτεμβρίου.

Έτσι, ο Ομπάμα εφάρμοσε μια εξωτερική πολιτική της « ηγεσίας της πίσω θέσης» (back seat leadership), υποστήριξε και ξεκίνησε την απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ, κράτησε παθητική στάση απέναντι στη συριακή κρίση (για την οποία δέχτηκε μάλιστα οξεία κριτική) και τέλος απέσυρε την προσοχή του από την ευρωπαϊκή ήπειρο, στις εξελίξεις της οποίας εστίαζαν παλαιότερες γενιές Αμερικανών πολιτικών, για να εστιάσει τελικά στην περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού (Asia-Pacific Pivot), δηλαδή στην περιφερειακή γειτονιά των Η.Π.Α.

Η πρόσφατη ανακοίνωση του σημερινού προέδρου των Η.Π.Α., Ντόναλντ Τραμπ, ότι η χώρα του θα αποσυρθεί εντελώς από τη Συρία, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στους ανταγωνιστές της να χαράξουν την πολιτική τους όπως αυτοί το επιθυμούν, θα προκαλούσε πολύ μικρότερη έκπληξη απ' όση πραγματικά προκάλεσε, αν εντασσόταν όχι μόνο στο πλαίσιο των δικών του προεκλογικών δεσμεύσεων, αλλά και στο πλαίσιο των προθέσεων και επιλογών των προκατόχων του, όπως τις είδαμε παραπάνω.

Με άλλα λόγια, ο επιθετικά διατυπωμένος απομονωτισμός του Τράμπ δεν είναι αποκλειστικά δικός του, παρότι η χαοτική συμπεριφορά και οι κυκλοθυμικές μεταπτώσεις στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής είναι εντελώς δικές του. Ο Τραμπ αποτελεί απλά την πιο άγαρμπη κορύφωση μιας ευρύτερης συναίνεσης που βρίσκεται υπό διαμόρφωση στην Αμερική τα τελευταία σχεδόν είκοσι χρόνια, αν όχι περισσότερο, τόσο σε επίπεδο πολιτικού συστήματος όσο και σε επίπεδο κοινωνίας γύρω από την ιδέα ότι οι Η.Π.Α θα πρέπει ίσως να πάψουν να κουβαλάνε το βάρος των ευθυνών που κουβαλούσαν έως και σχετικά πρόσφατα ως ηγεμονική εγγυήτρια δύναμη μιας παγκόσμιας φιλελεύθερης τάξης πραγμάτων και να ξεκινήσουν να φροντίζουν περισσότερο τα του οίκου τους.

Αν λοιπόν ο απομονωτισμός που υφέρπει εδώ και καιρό στην Αμερική δεν ανακοπεί από κάποιο μη γραμμικό, απρόβλεπτο γεγονός, όπως η 11η Σεπτεμβρίου ανέκοψε τον αρχικό ρομαντικό απομονωτισμό του Μπους του νεότερου, και παγιωθεί μεσομακροπρόθεσμα ως σταθερό χαρακτηριστικό της αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής, τότε τι θα σήμαινε αυτό για την Ελλάδα και τη δική της πολιτική ασφαλείας και μάλιστα υπό το φως του modus vivendi που φαίνεται τελικά να επιτυγχάνεται μεταξύ Αμερικής και Τουρκίας;

Πρωτίστως ότι η πιθανότητα να σηκώσει κάποιος το τηλέφωνο από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού για να αποτρέψει ένα θερμό επεισόδιο Ελλάδας-Τουρκίας στο Αιγαίο γίνεται εξαιρετικά μικρή και επομένως ότι εναπόκειται σε εμάς όσο ποτέ άλλοτε να βελτιώσουμε τη θέση μας στην περιοχή και να ενισχύσουμε την αποτρεπτική μας δυνατότητα με κάθε πιθανό τρόπο.

* O Σάμι Γαράιμπε είναι Πολιτικός Επιστήμονας - Διεθνολόγος και μέλος του Τομέα Εξωτερικών της Νέας Δημοκρατίας (Μητρώο Στελεχών)

Φωτογραφία AP