Το διπλό παιχνίδι του Ερντογάν δεν μπορεί να αποτελέσει άλλοθι για τη Γερμανία
Κωνσταντίνος Φίλης

Το διπλό παιχνίδι του Ερντογάν δεν μπορεί να αποτελέσει άλλοθι για τη Γερμανία

Η Γερμανία απέτυχε στο ρόλο της για τα ευρωτουρκικά θέματα και αντί να μειώσει την προκλητικότητα του Ερντογάν την ενίσχυσε, δηλώνει στο liberal.gr o Κωνσταντίνος Φίλης, προσθέτοντας ταυτόχρονα ότι η χώρα πρέπει να είναι σε κατάσταση ύψιστης επιφυλακής στο διάστημα που θα μεσολαβήσει από την Σύνοδο Κορυφής και μέχρι την ορκωμοσία Μπάιντεν στις ΗΠΑ. Εκτιμά ότι το καλάθι των κυρώσεων για την Τουρκία θα είναι μικρό, παρ' ότι η χώρα καταλαβαίνει μόνον από εκφοβισμό και επισημαίνει πως τα δυο πρόσωπα της γείτονος και το παιχνίδι που παίζει ο Ερντογάν δεν μπορεί να αποτελούν άλλοθι για τις χώρες της Ε.Ε. και όσους αναζητούν ένα «φύλλο συκής».

Σύμφωνα με τον κ. Κ. Φίλη, η Γερμανία δεν ανέδειξε τον ηγετικό της ρόλο στα ευρωτουρκικά αποφεύγοντας να λάβει αυστηρά μέτρα για την προκλητικότητα του Ταγίπ Ερντογάν, ενώ σημειώνει ότι γενικότερα η προεδρία της αυτό το εξάμηνο δεν ήταν επιτυχημένη, φέρνοντας ως παράδειγμα τόσο το Ταμείο Ανάκαμψης και την αδυναμία της να συνετίσει Ουγγαρία και Πολωνία, όσο και το θέμα του βέτο της Βουλγαρίας κατά της Βόρειας Μακεδονίας.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Εκτελεστικός Διευθυντής Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων και αναλυτής Διεθνών Θεμάτων στην τηλεόραση του ΑΝΤ1, ο διάλογος από μηδενική βάση που μπορεί να τεθεί από την πλευρά του Ερντογάν δεν δύναται να υπάρξει, δεδομένης και της απόφασης της προηγούμενης Συνόδου Κορυφής όπου υπάρχει αναφορά περί μονοθεματικής συζήτησης.

Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη

Τι πρέπει να περιμένει η Ελλάδα από την Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. αναφορικά με το ενδεχόμενο κυρώσεων προς την Τουρκία;

Είναι δεδομένη η αντίθεση της Γερμανίας με τη λήψη μέτρων σε βάρος της Τουρκίας, είναι δεδομένη και η πρόθεση της Γαλλίας, για τους δικούς της λόγους, να πιέσει προς την κατεύθυνση λήψης μέτρων. Άρα αυτό το οποίο θα πρέπει να περιμένουμε είναι να δούμε αν και κατά πόσο θα καταφέρει να συνεννοηθεί, όπως συνήθως συμβαίνει, ο γαλλογερμανικός άξονας και κατά πόσο το Παρίσι μπορεί να επηρεάσει το Βερολίνο σχετικά με την αναγκαιότητα να επιβληθούν κυρώσεις απέναντι σε μια Τουρκία που δείχνει να εμπαίζει την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Με βάση όσα γνωρίζουμε θα έλεγα ότι πρέπει να κρατάμε μικρό καλάθι. Και να έχουμε κατά νου πως υπάρχουν και άλλες χώρες, πέραν της Γερμανίας, οι οποίες βρίσκονται απέναντι στην προοπτική επιβολής κυρώσεων στην Τουρκία κάτι που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν θα είναι μια εύκολη Σύνοδος Κορυφής.

Εκτιμώ πως στο καλό σενάριο θα έχουμε κάποια μέτρα που θα είναι όχι τόσο ήπια αλλά ούτε και τόσο σκληρά όσο ενδεχομένως να θέλαμε εμείς. Κάτι ενδιάμεσο ίσως και πάντα στο καλό σενάριο. Δεν βλέπω πάντως το πολύ καλό σενάριο της λήψης σκληρών μέτρων, αλλά έτσι και αλλιώς, αυτό το οποίο υποστηρίζω εδώ και τουλάχιστον δύο μήνες, είναι ότι θα έπρεπε και εμείς να αρχίσουμε να απεγκλωβιζόμαστε από αυτή την κατάσταση των κυρώσεων διότι στο τέλος της ημέρας είναι και ατελέσφορη. Τι εννοώ ; Ότι εκ των πραγμάτων οι κυρώσεις δεν μπορεί να είναι τόσο σκληρές όσο θα θέλαμε για να έχουμε κάποιο αποτέλεσμα, ενώ στην περίπτωση που είναι ήπιες δεν μπορούν να επηρεάσουν την τουρκική πολιτική.

Βέβαια, στο σημείο αυτό πρέπει στην περίπτωση που πάμε στο σενάριο των πολύ σκληρών κυρώσεων, ένα καθεστώς τύπου Ερντογάν, είναι περίπου βέβαιο ότι όσο περισσότερο το πονέσουν τόσο περισσότερο θα το εξαγριώσουν. Είναι η φύση του καθεστώτος τέτοια και το ερώτημα είναι αν και εφόσον συνέβαινε κάτι τέτοιο (με δεδομένο ότι αυτοί που θα πλήρωναν το μάρμαρο πρώτοι είναι η Ελλάδα και η Κύπρος) τι θα έκαναν οι ευρωπαίοι εταίροι.

Φοβούμαι πως θα έβγαζαν την ουρά τους απ' έξω, τουλάχιστον οι περισσότεροι εξ αυτών λέγοντας: «Εμείς κάναμε αυτό που μας ζητούσατε από εδώ και πέρα είστε μόνοι σας». Κατ' επέκταση σε όλη αυτή την προσπάθεια που γίνεται πρέπει να συνυπολογίσουμε και αυτή την παράμετρο. Πιστεύω δε πως η Ελλάδα θα έπρεπε να κινηθεί σε μια πολιτική που ναι μεν περιλαμβάνει τις κυρώσεις ως ένα από τα «μαστίγια», αλλά που θα έπρεπε να έχει και άλλα πολλά στοιχεία σε σχέση με τα ευρωτουρκικά και κυρίως με τα ελληνοτουρκικά.

Η Γερμανία πάντως είναι εκτεθειμένη αν υπολογίσει κανείς ότι είχε δώσει μια διορία στην Τουρκία να σταματήσει τις προκλήσεις, αλλά ο Ερντογάν μόνο αυτό δεν έκανε...

Η Γερμανία, λυπούμαι που θα το πω, αλλά έχει μια αποτυχημένη προεδρία το εξάμηνο αυτό. Βαίνει βέβαια προς το τέλος της και μακάρι να γίνει κάτι θεαματικό και να αλλάξει η γενική εικόνα και αντίληψη. Όμως δεν είναι μόνο το ευρωτουρκικό στο οποίο έχει αποτύχει παταγωδώς αδυνατώντας να ελέγξει στο ελάχιστο την τουρκική επιθετικότητα. Αντιθέτως την έχει ενισχύσει με τον τρόπο που χειρίζεται τις εξελίξεις.

Υποστηρίζω πως έχει αποτύχει στην προεδρία της Ε.Ε. βλέποντας και το τι έχει γίνει με το Ταμείο Ανάκαμψης όπου δεν έχει καταφέρει να κάμψει τις αντιδράσεις της Ουγγαρίας και της Πολωνίας. Το ίδιο και στην περίπτωση της Βόρειας Μακεδονίας σε σχέση με το Βέτο της Βουλγαρίας ή στις περιπτώσεις της Κίνας και της Ρωσίας όπου δεν υπήρξε η παραμικρή εξέλιξη. Νομίζω πως είναι μια κακή προεδρία που δεν αρμόζει σε μια χώρα τόσο ισχυρή, πιθανότητα η ισχυρότερη της Ε.Ε..

Θεωρείτε ότι το διπλό παιχνίδι που παίζει σήμερα ο Ερντογάν, εμφανιζόμενος διαλλακτικός ενόψει της Συνόδου Κορυφής, ενώ όλο αυτό το διάστημα διατήρησε την ένταση στο κόκκινο, δίνει άλλοθι στις χώρες που τον στηρίζουν στην Ε.Ε.

Αν κάποιος αναζητεί «φύλλο συκής» ή ψάχνει κάποιο άλλοθι μπορεί εύκολα να το κάνει. Στην πραγματικότητα όμως κοροϊδεύει τον εαυτό του. Αν αυτή τη στιγμή υπάρχουν, και υπάρχουν, κράτη μέλη της Ε.Ε. που υποστηρίζουν πως: «Ωραία αφού το Oruc Reis φαίνεται πως αποσύρεται, έκανε η Τουρκία την αναδίπλωση και τώρα είναι ώρα να γίνει διάλογος με την Ελλάδα», αυτό δεν αποτελεί μια σοβαρή αντιμετώπιση σε επίπεδο σχέσεων.

Η Τουρκία δεν έχει δείξει στη συμπεριφορά της διάρκεια, συνέπεια και δεν αναλαμβάνει δεσμεύσεις ώστε να ξέρουμε πως στην περίπτωση που αποτύχει ο κύκλος του διαλόγου, (αν και εφόσον ξεκινήσει) ή ακόμη και ως μέσο πίεσης την ώρα του διαλόγου, δεν θα δούμε το Oruc Reis να επιστρέφει στην περιοχή και να βρίσκεται δυτικότερα του 28ου Μεσημβρινού ή ακόμη και να χρησιμοποιείται ένα πλωτό γεωτρύπανο.

Το θέμα είναι πως η Ε.Ε., οι μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες και συνολικά αυτές που βρίσκουν στη όψιμη αλλαγή στάσης της Τουρκίας, το «φύλλο συκής» το οποίο χρειάζονται θα πρέπει να κατανοήσουν πως αν δεν υπάρξει ένα δεσμευτικό πλαίσιο απέναντι σε μια χώρα που αν δεν της βάλεις «χαλινάρια» βλέπουμε ποιά είναι η κατάληξη (Συρία, Λιβύη, Ναγκόρνο Καραμπάχ, Κύπρος, Ανατολική Μεσόγειος κλπ). Και να καταλάβουν πως θα υπάρχει πρόβλημα όχι μόνο για την Ελλάδα και την Κύπρο αλλά συνολικά για την Ευρώπη και τη Δύση.

Μια πρόταση της Τουρκίας για διάλογο από μηδενική βάση πόσο δυσκολεύει την Ελλάδα στα «μάτια» των ευρωπαίων αλλά και των άλλων χωρών;

Πρώτα απ' όλα υπάρχει απόφαση της προηγούμενης Συνόδου Κορυφής η οποία κάνει λόγο για έναν διάλογο που θα είναι μονοθεματικός και αυτό κατά κάποιον τρόπο δεσμεύει τα κράτη-μέλη. Από εκεί και πέρα επειδή η Τουρκία προς τα εκεί το πηγαίνει (αυτός είναι και ο λόγος που αυξάνει την ένταση) προφανώς υπάρχουν χώρες που θα μας προτρέψουν να δεχθούμε αυτή την εξέλιξη. Αυτό άλλωστε που τους ενδιαφέρει είναι να υπάρξει ένα αποτέλεσμα, όχι ποιό θα είναι αυτό, αλλά ούτε και με ποιον τρόπο θα προκύψει.

Αυτό είναι ένα δομικό πρόβλημα για εμάς και την εξωτερική μας πολιτική. Τα πράγματα είναι πολύ συγκεκριμένα όμως. Η Ελλάδα δεν μπορεί να μπει σε μια ανοιχτή ατζέντα διαλόγου με την Τουρκία. Υπάρχουν ορισμένα ζητήματα που είναι προσβλητικά και μόνο να ζητούν να συζητηθούν.

Για παράδειγμα το θέμα της ελληνικότητας των νησιών, οι γκρίζες ζώνες, τα «τουρκικά» νησιά που ακούμε κατά καιρούς είναι αδύνατο να γίνουν αποδεκτά προς συζήτηση από μια κυβέρνηση. Η Τουρκία αμφισβητεί την κυριότητα νησιών και θέτει θέμα αποστρατικοποίησης την ώρα που έχει σε ισχύ το casus belli δημιουργώντας στην Ελλάδα συνθήκες άμυνας.

Και λέω έναν λόγο σχετικά με την αποστρατικοποίηση - δεν έχει ακουστεί πολύ στο δημόσιο διάλογο - αλλά η Τουρκία θέτει το θέμα διαρκώς διότι, εφόσον εκλείψει η παρουσία δυνάμεων στα νησιά, θα επιχειρήσει να αμφισβητήσει το καθεστώς κυριότητας αυτών των νησιών.

Η συζήτηση μπορεί να γίνει για τις θαλάσσιες ζώνες. Για να είμαστε όμως ειλικρινείς με έναν έμμεσο τρόπο προκύπτει και το ζήτημα του εναέριου χώρου. Μπορεί εμείς να λέμε ότι δεν είναι προς συζήτηση μπορεί και να ανακύψει θέμα λόγω της δυσαρμονίας μεταξύ των 6 και των 10 μιλίων.

Ανεξαρτήτως του αποτελέσματος στη Σύνοδο Κορυφής πόσο δύσκολη μπορεί να γίνει η κατάσταση μέχρι την ανάληψη των καθηκόντων του προέδρου των ΗΠΑ από τον Τζο Μπάιντεν δεδομένης της γενικότερης στάσης του Ντόναλντ Τραμπ έναντι του Ταγίπ Ερντογάν;

Η κατάσταση είναι ούτως ή άλλως δύσκολη. Πιστεύω ότι το διάστημα αυτό των 40 ημέρων πρέπει να είμαστε σε ύψιστη επιφυλακή αλλά θεωρώ ότι μπορούν να σταλούν μηνύματα προς την Τουρκία ώστε να μην πάρει ρίσκα. Η Τουρκία καταλαβαίνει μόνο από εκφοβισμό διότι αυτός είναι ο τρόπος που και η ίδια κινείται. Αυτή είναι η γλώσσα που η ίδια αντιλαμβάνεται.

Από την άλλη και η Ελλάδα και η Ευρώπη έχουν μια άλλη στρατηγική κουλτούρα και πέραν του εκφοβισμού, δηλαδή του «μαστιγίου», μπορούν και πρέπει να προσφέρουν στην Τουρκία και «καρότο». Μόνο που το «καρότο» αυτό, είτε μιλάμε για τελωνειακή ένωση είτε για περισσότερα χρήματα στο πλαίσιο του προσφυγικομεταναστευτικού είτε για άλλες πολιτικές, θα πρέπει να δοθεί με προϋποθέσεις. Δεν μπορεί να προσφερθεί οτιδήποτε στην Τουρκία χωρίς να υπάρχει ένα αυστηρό πλαίσιο προδιαγραφών μέσα στο οποίο πρέπει να λειτουργήσει και αν ξεφύγει από αυτό να υπάρχει το «μαστίγιο». Όλα αυτά μάλλον θεωρητικά είναι αυτή τη στιγμή, διότι πολύ απλά είναι σαν να μιλάμε εν κενό έχοντας απέναντι μια χώρα με τα χαρακτηριστικά της Τουρκίας.

Η Τουρκία ενοχλήθηκε ιδιαίτερα από την κοινή αεροναυτική άσκηση Ελλάδας, Αιγύπτου, Κύπρου, Γαλλίας και Εμιράτων. Οι κινήσεις της χώρας μας είναι σωστές σε επίπεδο συμμαχιών και συνεργειών;

Κοιτάξτε, οποιαδήποτε κίνηση κατοχυρώνει τη χώρα έναντι της τουρκικής προκλητικότητας, ακόμη και αν ερεθίζει τα τουρκικά αντανακλαστικά είναι μια σωστή κίνηση. Από την άλλη η Ελλάδα πρέπει να αποφύγει (διότι αυτή γειτνιάζει με την Τουρκία και δέχεται τις πιέσεις του τουρκικού αναθεωρητισμού) τη δημιουργία της αίσθησης ότι επιχειρείται ένα «αντιτουρκικό» μπλόκ.

Η Ελλάδα δεν θέλει την απομόνωση της Τουρκίας, αλλά να ενταχθεί σε ένα πλαίσιο σωστής συμπεριφοράς. Κατ' επέκταση στο βαθμό που αυτές οι ενέργειες μας κατοχυρώνουν στην πράξη και όχι μόνο στη θεωρία, είναι ευπρόσδεκτες. Θα πρέπει να προσέξουμε να αποφευχθεί η εικόνα πως εμείς ηγούμαστε ενός αντιτουρκικού μπλοκ δεδομένου ότι δεν έχουμε λόγο να κινούμαστε σε αυτή την κατεύθυνση.

Άλλο πράγμα είναι να επιδιώκουμε την κατοχύρωσή μας, την οποία κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει και άλλο να φαίνεται πως κινούμαστε με μια λογική «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου».

Μέσα σε όλα αυτά και μπορεί να ακουστεί αιρετικό δεδομένων των καταστάσεων, επιμένω πως πρέπει να ξαναβρούμε και να ξαναπιάσουμε το νήμα των επαφών με την Τουρκία, το οποίο δυστυχώς έχει χαθεί. Και ο μόνος τρόπος για να γίνει αυτό είναι στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, διότι ο τρόπος λειτουργίας της τουρκικής κυβέρνησης είναι τόσο προσωποκεντρικός, «Ερντογανοκεντρικός» θα έλεγα, ώστε δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια.

Μαζί με όλα αυτά που κάνουμε, μαζί με όλα αυτά που γίνονται, μαζί με όλες τις δηλώσεις – άλλες επιτυχείς και άλλες άστοχες η και ατυχείς – πρέπει να βρούμε έναν τρόπο για απ' ευθείας δίαυλο επικοινωνίας με την Τουρκία.

Όσο δύσκολοι και δύστροποι γείτονες και αν είναι, εντούτοις εμείς έχουμε κάθε λόγο να τους ευθυγραμμίσουμε προς μία πολιτική και ένα πλαίσιο ευνοϊκό για τα δικά μας συμφέροντα.

* Ο Κωνσταντίνος Φίλης είναι Εκτελεστικός Διευθυντής Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων και Αναλυτής Διεθνών Θεμάτων ΑΝΤ1.