Τι δεν διδάχτηκε η κινέζικη κυβέρνηση από την αποτυχία της… κυβέρνησης Σημίτη!

Του Κωνσταντίνου Βέργου*

Η κατάσταση στο κινέζικο χρηματιστήριο θυμίζει την Ελλάδα του 1999, αν και σε πολύ μεγαλύτερη, σε κολοσσιαία, κλίμακα. Οι Κινέζοι επενδυτές διαφέρουν από τους Έλληνες, είναι σοφότεροι, διότι πουλάνε! Εκείνοι που φαίνεται να μοιάζουν, όμως, εκπληκτικά, είναι οι κρατικοί αξιωματούχοι ή, πιο σωστά, οι αποτυχημένες πρακτικές τους! Δείχνουν να αποτελούν μια ασιατική αντιγραφή τους!

Το κινέζικο χρηματιστήριο είναι ένα υπερτιμημένο χρηματιστήριο που θυμίζει με πολλές αναλογίες το Χρηματιστήριο Αθηνών του 1999. Η Ελλάδα του 1999 ήταν η Ελλάδα που πέρασε μια φάση μείωσης των επιτοκίων, όπως και πολλές άλλες χώρες παγκοσμίως την ίδια περίοδο, απελευθέρωσης και υπερανάπτυξης του τραπεζικού τομέα (δραστηριοποίηση ξένων τραπεζών την περίοδο 1993-1996) και στο τέλος τεράστιας υπερτίμησης των ακινήτων (1994-1996), καθώς τα χαμηλά επιτόκια και η απελευθέρωση των πλαφόν δανεισμού οδήγησαν σε διοχέτευση τεράστιας ρευστότητας στην αγορά ακινήτων. Αυτή η ρευστότητα, αυτό το χρήμα οδήγησε σε άνιση σχέση προσφοράς ζήτησης και τριπλασιασμό των τιμών των ακινήτων. Ένα ακίνητο με αξία 30 το 1994, έφτασε την τιμή 100 το 1996. Στη συνέχεια, όχι μόνο γέμισαν με πολλά εργοτάξια όλη τη χώρα, καθώς οικοδομούνταν ακόμη και οικόπεδα όπου ως τότε χρησιμοποιούνταν ως και για… βοσκή προβάτων, αλλά και οι υπεραξίες των ακινήτων, όπου αυτές πήγαιναν στις τσέπες των πωλητών, διοχετεύτηκαν κυρίως στο χρηματιστήριο, τη νέα πηγή «υπεραξίας», και οδήγησαν κολοσσιαία ρευστότητα στο Χρηματιστήριο Αξιών. Η τριετής φούσκα στις αξίες των ακινήτων (1994-1997) ακολουθήθηκε από τριετή φούσκα (1997-2000) στο χρηματιστήριο. Οι εταιρείες που ήταν εισηγμένες στο χρηματιστήριο, κατά το 1996 βρίσκονταν σε λογικές αποτιμήσεις, σε σχέση τόσο με την αξία ρευστοποίησης, όσο και με τις προοπτικές τους. Όμως, η ρευστότητα στρέβλωσε τις τιμές. Εταιρείες των οποίων η αξία ήταν 13 φορές τα κέρδη τους, έφτασαν να έχουν αξία 20πλάσια, μετά 30πλάσια και τέλος 50πλάσια τα κέρδη τους. Οι αναλυτές έφτασαν στο σημείο να «εξαφανίσουν» τις παραδοσιακές πρακτικές αξιολόγησης (DCF) και να υιοθετήσουν μόνο τη λογική «συγκριτικής αξιολόγησης», που επηρεάζεται μόνο από τη ρευστότητα της αγοράς. Αν η… κλωστοϋφαντουργία ΚΛΩΝΑΤΕΞ είχε αξία 50πλάσια των κερδών της, δηλαδή με κέρδη 1 δισ., να έχει χρηματιστηριακή αξία 50Χ1=50 δισ., τότε και η ΔΟΥΡΟΣ, που φτιάχνει μπλουζάκια, με χρηματιστηριακή αξία 30πλάσια των κερδών, ΕΠΡΕΠΕ να έχει τιμή 50πλάσια των κερδών της. Άρα η ΔΟΥΡΟΣ, που αν είχε κέρδη 1 δισ. είχε αξία 30 δισ., έπρεπε να ανέβει 20/30=67% για να φτάσει το 50. Όταν η ΔΟΥΡΟΣ έφτανε αυτά τα επίπεδα τιμών (Ρ/Ε=50), τότε, όμως, η ΚΛΩΝΑΤΕΞ έπρεπε να πάει ψηλότερα, διότι πάντα είχε… πολλαπλασιαστή κερδών (Ρ/Ε) υψηλότερο της ΔΟΥΡΟΣ!

Το κινέζικο χρηματιστήριο βρίσκεται σε παρόμοια φάση. Πέρασε φάση υπερτίμησης των ακινήτων. Ένα ακίνητο στη Σαγκάη που κάποτε έκανε 800-1.000 δολάρια το τετραγωνικό, τώρα φτάνει τα…2.500 - 3.000 δολάρια το… τετραγωνικό μέτρο! Κάτι σαν Λονδίνο, δηλαδή, με τη μόνη διαφορά ότι οι μισθοί στη Σαγκάη βρίσκονται σε επίπεδα που είναι στο 1/3 Λονδίνου. Η διαφορά των Κινέζων από τους Εγγλέζους είναι η διαφορά που είχαν οι Έλληνες από τους Εγγλέζους το 1995. Κομπόδεμα. Κάθε κινέζικη οικογένεια, όπως κάθε ελληνική οικογένεια τότε, έχει κομπόδεμα. Και το επενδύει σε σπίτια. Καθώς όμως βγήκαν πολλά κέρδη, από τις υπεραξίες, πολλοί Κινέζοι διοχέτευσαν τα κέρδη στο χρηματιστήριο. Σε αυτό προστέθηκε η απεριόριστη ρευστότητα από την απελευθέρωση της αγοράς των κινέζικων τραπεζών, που επέτρεψε δανεισμό για αγορά σπιτιών και σε ανθρώπους που δεν δικαιολογείται. Εκατομμύρια κωδικοί άνοιγαν κάθε μήνα στο κινέζικο χρηματιστήριο, από τα τέλη του 2014, οδηγώντας σε επιτάχυνση της ανατίμησης το κινέζικο χρηματιστήριο. Το χρηματιστήριο της Σαγκάης έφτασε να κερδίζει… 10% ΜΗΝΙΑΙΩΣ, όσα δηλαδή δίνει το αμερικάνικο χρηματιστήριο ανά έτος! Έκοβε χρήμα, στους «τυχερούς» Κινέζους, ώσπου ήρθε το κραχ.

Εκεί ήρθε η κινέζικη κυβέρνηση. Όπως η κυβέρνηση Σημίτη έβγαινε δεξιά και αριστερά και διατυμπάνιζε τις τεράστιες προοπτικές του χρηματιστηρίου, τις επιπλέον δυνατότητες ανόδου, και ενθάρρυνε την αγορά μετοχών από τα τραπεζικά ιδρύματα, ώστε να «στηρίξουν» το χρηματιστήριο που έπεφτε, διότι το έριχναν τα… άνομα συμφέροντα των «κερδοσκόπων» άνομων συμφερόντων, τύπου Λέσχης Μπίλντερμπεργκ, Μασόνων, Σόρος κλπ. Μυθικών και ημιδαιμονικών πλασμάτων, έτσι και η κινεζική κυβέρνηση ενθαρρύνει την αγορά μετοχών από ελεγχόμενα από αυτή ιδρύματα, ώστε να αποτρέψει τη…«συνωμοσία» των σατανικών αυτών δαιμόνων που πουλάνε!

Η διαφορά μεταξύ Ελλήνων και Κινέζων επενδυτών, όμως, είναι ότι οι Κινέζοι άρχισαν να πουλάνε, αντί να γίνονται «θεσμικοί επενδυτές» με μακροπρόθεσμες «χασούρες»! Προτιμάνε τη ρευστότητα, αντί να αγοράζουν επιπλέον χρυσόσκονη! Στις 4 Ιανουαρίου, τα χρηματιστήρια Σαγκάης και Σεντζέν γκρεμίστηκαν από αθρόες πωλήσεις όχι απλά «κερδοσκόπων επενδυτών», αλλά και απλών Κινέζων, που προτιμούν τη ρευστότητα από την αόριστη «μακροπρόθεσμη τοποθέτηση» σε υπερτιμημένους τίτλους! Όπως η προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης το 1999, να ανακόψει τις πωλήσεις, απλώς ανέστειλε για λίγο το γκρέμισμα, σπαταλώντας κρατικό χρήμα, που βρίσκονταν στις τράπεζες, αλλά οι τιμές τελικά γκρεμίστηκαν σε 1,5 χρόνο, έτσι και η προσπάθεια τώρα της κινέζικης κυβέρνησης είναι καταδικασμένη να αποτύχει, διότι η αγορά θα πάει εκεί που είναι να πάει, με καθυστέρηση, ή γρήγορα. Όσο γρηγορότερα πάει στις σωστές τιμές, τόσο το καλύτερο. Η αγορά πάντα ανακάμπτει γρήγορα, όταν υπάρχουν προοπτικές. Η κινέζικη κυβέρνηση θα ήταν καλύτερο από το να κανιβαλίζει το κρατικό χρήμα για «χρηματιστηριακές επενδύσεις» που μόνο χασούρα θα φέρουν, καθώς ότι αγοράσει θα βρεθεί χαμηλότερα, να κατευθύνει τα χρήματα των φορολογουμένων σε πραγματικές επενδύσεις στην παραγωγική οικονομία. Θα έπρεπε να διδαχτεί, από τα παθήματα της κυβέρνησης Σημίτη!

* Ο κ. Κωνσταντίνος Βέργος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Πόρτσμουθ, Αγγλία.

Το παρόν άρθρο εκφράζει τις προσωπικές απόψεις του γράφοντος, δεν αποτελεί οδηγό ή σύσταση για επενδύσεις οποιασδήποτε μορφής προς οιονδήποτε και για οτιδήποτε τίτλο ή παράγωγο αυτού.