Τελικά η Lloyds Bank δεν θα ιδιωτικοποιηθεί. Να πανηγυρίζουμε ή να προβληματιστούμε;

Του Κωνσταντίνου Βέργου*

Η κυβέρνηση του Ντέιβιντ Κάμερον, που διανύει τη δεύτερη συνεχή θητεία της στην Αγγλία, και μάλιστα χωρίς τη βοήθεια των Ελεύθερων Δημοκρατών, αποφάσισε αιφνιδιαστικά να σταματήσει το πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης της Lloyds Bank. Καθώς η Αγγλία διαθέτει την πλέον σύγχρονη στην Ευρώπη, σε θέματα Χρηματοοικονομικών, οικονομία, η απόφαση αυτή δημιουργεί ένα προηγούμενο. Είναι, όμως, επωφελές για την Ελλάδα;

Καταρχήν πρέπει να δούμε το σκεπτικό και το ιστορικό της κίνησης αυτής. Η Τράπεζα Lloyds ιδρύθηκε το 1765 και είναι μία από τις 4 μεγαλύτερες της Αγγλίας, διαθέτοντας κεφάλαια που την κατατάσσουν στις 10 μεγαλύτερες τράπεζες της Ευρώπης και τις 25 μεγαλύτερες του κόσμου.

Μετα τη διάσωση από την αγγλική κυβέρνηση της HBOS, που έλεγχε τόσο την Bank of Scotland όσο και τη Halifax, δυο σημαντικές τράπεζες στην Αγγλία, που διέθετε το μεγαλύτερο χαρτοφυλάκιο ενυπόθηκων δανείων κατοικίας, αλλα και τη Lloyds που της επετράπει να εξαγοράσει την HBOS, παρότι αυτό συγκεντροποιούσε τον κλάδο, δηλαδή μείωνε τον ανταγωνισμό, το κράτος πλέον διέθετε σημαντική μετοχική συμμετοχή στη Lloyds, περίπου το 43%. Στα χρόνια που ακολούθησαν, το κράτος συνέχισε να συνεισφέρει χρήματα μεσα από αυξήσεις κεφαλαίου, αν και οι αυξήσεις ήταν πολύ μικρότερες από αυτό που συνέβη στις ελληνικές τράπεζες. Το 2013 η αγγλική κυβέρνηση αποφάσισε να πουλήσει τις μετοχές που διέθετε, ώστε να πάρει πίσω ό,τι μπορούσε από την επένδυσηή της, καθώς δεν είναι στρατηγικός στόχος της αγγλικής κυβέρνησης να ασχολείται με την ιδιοκτησία και τη διαχείριση τραπεζών. Το σχέδιο ήταν απλό και συνίστατο στην πώληση μετοχών στο ευρύ επενδυτικό κοινό, έστω και με συμβολικά κέρδη. Πράγματι ξεκίνησε το φιλόδοξο αυτό πρόγραμμα, που όμως, όπως ανακοινώθηκε χτές, πλέον σταματά.

Ο λόγος που σταματά το πρόγραμμα είναι η τιμή της τράπεζας, που βρίσκεται σε επίπεδα 63 - 65 πεννών, αντί 74 πένων ανά μετοχή που είχε αγοράσει η κυβέρνηση, δηλαδή ουσιαστικά η συνέχιση πώλησης θα ήταν με ζημίες. Η δραματική αυτή εξέλιξη αποκαλύπτει μία νέα εξέλιξη. Το γεγονός ότι υπό το καθεστώς υποχώρησης τιμών στην αγορά που ξεκίνησε πρόσφατα, ακόμη και προγράμματα ιδιωτικοποιήσεων χωρών όπως η Αγγλία, με πολύ σημαντικό χρηματιστήριο, όπως του Λονδίνου, και με σημαντική διασπορά επενδυτών, είναι πολύ δύσκολο να υλοποιηθούν με όρους επωφελείς για τον πολίτη.

Αν όμως είναι δύσκολο να γίνουν επωφελείς ιδιωτικοποιήσεις τώρα στην Αγγλία, τότε η Ελλάδα που είναι κάτω από πολύ δύσκολες οικονομικές συνθήκες και με αδύναμο χρηματιστηριο χωρίς βάθος θα είναι δυσκολο να υλοποιήσει με επιτυχία της δικές ιδιωτικοποιήσεις. Όλα αυτά ενώ εχουμε απλά μια μικρή υποχώρηση τιμών στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια και ακόμη η παγκόσμια οικονομία δεν έχει εισέκθει σε ύφεση. Όταν εισέλθει σε ύφεση, οι τιμές που θα διαμορφωθούν θα είναι στο ήμισυ ή χαμηλότερα εκείνων που ήδη βλέπουμε. Τα παραπάνω δείχνουν τα αδιέξοδα των καθυστερήσεων στις ιδιωτικοποίησεις των προηγούμενων κυβερνήσεων στην Ελλάδα. Οι συνεχείς καθυστερήσεις οδηγούν πλέον σε αδιέξοδα, καθώς είτε θα χρειαστεί οι ίδιες ιδιωτικοποιήσεις στην Ελλάδα να αναβληθούν επ'' αόριστο, είτε να γίνουν με πολύ μικρότερα έσοδα, άρα σε κάθε περίπτωση οδηγούν σε σύναψη νέων δανείων με δυσμενείς όρους όχι μόνο για τον πολίτη αλλά και για την οικονομία.

* Ο κ. Κωνσταντίνος Βέργος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Πόρτσμουθ, Αγγλία.

Το παρόν άρθρο εκφράζει τις προσωπικές απόψεις του γράφοντος, δεν αποτελεί οδηγό ή σύσταση για επενδύσεις οποιασδήποτε μορφής προς οιονδήποτε και για οτιδήποτε τίτλο ή παράγωγο αυτού.