Σίμος Αναστασόπουλος: Η πραγματική οικονομία θα αντιμετωπίσει πολύ μεγάλες δυσκολίες το Φθινόπωρο

Σίμος Αναστασόπουλος: Η πραγματική οικονομία θα αντιμετωπίσει πολύ μεγάλες δυσκολίες το Φθινόπωρο

Οι ΗΠΑ είναι ο πιο πολύτιμος σύμμαχος της Ελλάδας σε αυτήν την κρίσιμη συγκυρία γεωπολιτικών και οικονομικών εξελίξεων, λέει σε συνέντευξή του στο liberal.gr ο πρόεδρος του Ελληνοαμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, Σίμος Αναστασόπουλος. Με αφορμή την επίσκεψη του Jack Lew στην Ελλάδα, εκτιμά ότι οι ΗΠΑ θα παράσχουν στήριξη αλλά θα ζητήσουν πιστή εφαρμογή του μνημονίου και των υποχρεώσεων στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Ο ίδιος εκφράζει έντονη ανησυχία για τις αντοχές της οικονομίας το Φθινόπωρο και εμμένει στην ταχεία διευθέτηση των «κόκκινων» δανείων. Τι λέει για το τραπεζικό σύστημα και τον ρόλο του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα.

Συνέντευξη στον Βασίλη Γεώργα

Κύριε Αναστασόπουλε, τι πρέπει να περιμένουμε από την επίσκεψη του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών στην Ελλάδα; Βρίσκεται εδώ για να ασκήσει πιέσεις, ή για να στηρίξει και προς ποια κατεύθυνση εξ όσων είστε σε θέση να γνωρίζετε;

Η αμερικανική πολιτική και η αμερικανική κυβέρνηση έχει σταθεί όσο κανείς άλλος δίπλα στην Ελλάδα όλα αυτά τα χρόνια. Αν είχαμε να πούμε για τον καλύτερο και πιο πιστό μας σύμμαχο, εγώ θα έλεγα σήμερα πως είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Βεβαίως όλα έχουν να κάνουν με τα συμφέροντα των δύο χωρών. Τα γεωπολιτικά είναι το υπ'' αριθμόν ένα θέμα για τους Αμερικανούς αυτήν τη στιγμή και το ενδιαφέρον τους για τις εξελίξεις στην περιοχή είναι δεδομένο. Παράλληλα όμως η διαφορετική οπτική των ΗΠΑ σε ό,τι αφορά την οικονομική πολιτική που ακολουθείται στην Ελλάδα έχει ξεχωριστή σημασία για εμάς και ενισχύει τη σύμπλευση μαζί τους, καθώς οι Αμερικανοί πιστεύουν περισσότερο σε μια μεγαλύτερη ελευθερία στα δημοσιονομικά από όσο η Ευρωπαϊκή Ένωση. Στο πολιτικό θέμα και τα ζητήματα κυβερνητικής σταθερότητας δεν μπορώ να δω κάποιο πρόβλημα, συνεπώς η γεωπολιτική και οικονομική ατζέντα είναι αυτή που θα απασχολήσει κατά κύριο λόγο τις συναντήσεις που θα έχει ο Jack Lew στην Ελλάδα.

Τι θα περίμενα από αυτές τις συναντήσεις; Σίγουρα μια δήλωση πολιτικής υποστήριξης σε ό,τι αφορά στο θέμα του χρέους. Οι ΗΠΑ έχουν εκφραστεί κατ' επανάληψη. Η στήριξη αυτή, όμως, θα συνοδεύεται από την παρότρυνση των ΗΠΑ να τηρήσουμε πιστά τους όρους του μνημονίου και να υλοποιήσουμε τις μεταρρυθμίσεις.

Πόσο χρήσιμος είναι ο αμερικανικός πολιτικός παράγοντας για τα ελληνικά συμφέροντα σε μια κρίσιμη συγκυρία όπως η σημερινή, όπου το ΔΝΤ πιέζει για γρήγορες και βαθιές τομές στο θέμα της βιωσιμότητας του χρέους, ενώ οι Ευρωπαίοι εταίροι δείχνουν να παίζουν καθυστερήσεις;

Η υποστήριξη των Αμερικανών είναι εξαιρετικά σημαντική, καθώς οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος μέτοχος του ΔΝΤ. Από την άλλη, το Ταμείο είναι ένας ανεξάρτητος οργανισμός και οι Αμερικανοί δεν μετέχουν απευθείας στο ελληνικό πρόγραμμα. Επομένως η άποψη τους είναι μεν πάρα πολύ ισχυρή και όταν διατυπώνεται αποτελεί μήνυμα και για όλους τους υπόλοιπους, αλλά δεν είναι άμεση. Την αμερικανική υποστήριξη την έχουμε και θα την έχουμε τόσο στο θέμα της ανάγκης αναδιάρθρωσης του χρέους, όσο και στην ανάγκη να καμφθούν οι αυστηροί δημοσιονομικοί όροι του προγράμματος. Νομίζω ότι αυτό το χαρτί μπορούμε κατάλληλα να το χρησιμοποιήσουμε.

Έχουν περάσει περίπου δύο μήνες από τη συμφωνία της κυβέρνησης με τους δανειστές για την πρώτη αξιολόγηση. Πώς κρίνετε την πρόοδο της συμφωνίας και ειδικότερα πώς βλέπετε να εξελίσσονται τα πράγματα στο μέτωπο της βελτίωσης του οικονομικού κλίματος και την προσέλκυση επενδύσεων; Υπάρχει ενδιαφέρον από αμερικανικά κεφάλαια και τι είναι τελικά αυτό που τα αποθαρρύνει από το να επενδύσουν;

Επιβεβαιώνω ότι το ενδιαφέρον υπάρχει και το λέω έχοντας άμεση γνώση των συζητήσεων που γίνονται και σχεδίων που υπάρχουν στο τραπέζι. Δεν έχουμε δει, όμως, έμπρακτες κινήσεις και δεν πρόκειται να δούμε σύντομα.

Γιατί το λέτε αυτό; Υπογράψαμε νέο μνημόνιο, συμφωνήθηκε ένα πλαίσιο διευθέτησης του χρέους, η ΕΚΤ επανέφερε το waiver αποδοχής των ελληνικών ομολόγων. Τι άλλο περιμένουν οι επενδυτές για να κινηθούν;

Κατ' αρχήν πρέπει να εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη. Το κλείσιμο της αξιολόγησης και η επαναφορά του waiver είναι δύο πάρα πολύ θετικά μηνύματα και δημιουργούν κλίμα αισιοδοξίας. Υπάρχουν, όμως, άλλες πολύ σημαντικές προϋποθέσεις που πρέπει να τηρηθούν ώστε τελικά να μπορούμε να δούμε επενδύσεις στην Ελλάδα. Ποιες είναι αυτές; Η εμπιστοσύνη θα εμπεδωθεί οριστικά από το γρήγορο και θετικό κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης. Αυτό θα είναι δείγμα γραφής.

Η πορεία των αποκρατικοποιήσεων θα είναι ένα ακόμη δείγμα. Ότι δεν θα υπάρχουν παλινωδίες σε αυτό το θέμα. Παρεμπιπτόντως πρέπει να πούμε ότι, για την εμπέδωση της εμπιστοσύνης και της αξιοπιστίας της Πολιτείας και της χώρας ολόκληρης, χρειάζεται να υπάρχει μια ενιαία φωνή από όλο το πολιτικό προσωπικό και κυρίως από την πλευρά της κυβέρνησης ότι όλοι λέμε και εννοούμε το ίδιο πράγμα. Ο πρωθυπουργός το έχει πει με μεγάλη σαφήνεια, ο υπουργός Ανάπτυξης, Γ. Σταθάκης, το δήλωσε επίσης με μεγάλη σαφήνεια στη Νέα Υόρκη ότι η Ελλάδα θέλει τις επενδύσεις και θα κάνει ό,τι πρέπει για να τις προσελκύσει. Αυτό, όμως, θα πρέπει να ακούγεται από όλα τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου. Δεν μπορεί να εμφανίζονται εμπόδια ή διαφορετικές απόψεις πάνω στο συγκεκριμένο θέμα, αλλιώς δεν μπορεί κανείς να μας εμπιστευτεί. Αυτά είναι δείγματα γραφής.

Το άλλο σημαντικό κομμάτι που πρέπει να υλοποιηθεί είναι οι μεταρρυθμίσεις. Τα εμπόδια που υπήρχαν στο παρελθόν εξακολουθούν να υφίστανται. Η ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης, η σταθερότητα του πλαισίου, η ταχύτητα έκδοσης αδειών κλπ. Όλα αυτά είναι πολύ σημαντικά για έναν επενδυτή.

Το τρίτο και πολύ σημαντικό κομμάτι που πρέπει να προχωρήσει η Ελλάδα είναι η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Είναι πολύ σημαντικό ώστε να σταματήσουμε να ξεπουλάμε την περιουσία της χώρας. Όσο λιγότερο ανταγωνιστικός είναι κανείς, όσο μεγαλύτεροι είναι οι φορολογικοί συντελεστές και όσο πιο ασταθές είναι το περιβάλλον, τόσο μεγαλύτερο είναι το ρίσκο που βλέπει ο επενδυτής στη χώρα και επομένως ζητά να αγοράσει φτηνά. Επομένως το ξαναλέω, για να μην αναγκαζόμαστε να ξεπουλάμε τα περιουσιακά στοιχεία της χώρας, θα πρέπει να βελτιώσουμε όλα τα υπόλοιπα ώστε να πουλήσουμε στην καλύτερη και υψηλότερη δυνατή τιμή.

Απέχουμε ακόμη αρκετά κατά την άποψή σας από το να θεωρηθεί ότι η χώρα έχει κάνει βήματα για να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητά της;

Υπάρχει ακόμη πολύ μεγάλος δρόμος. Πρέπει να νομοθετηθούν, αλλά κυρίως να υλοποιηθούν, οι μεταρρυθμίσεις για το άνοιγμα των αγορών, των προϊόντων και επαγγελμάτων που περιλαμβάνονται στο τρίτο μνημόνιο και έχουν αναπτυξιακό πρόσημο και βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα. Αυτά που έχει εξαγγείλει ο πρωθυπουργός για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης και την πάταξη της διαφθοράς και της γραφειοκρατίας πρέπει επίσης το συντομότερο δυνατό να υλοποιηθούν. Αν δεν ενεργήσουμε γρήγορα, κινδυνεύουμε να χάσουμε την ευκαιρία. Λέμε ότι θα κάνουμε το ένα, θα κάνουμε το άλλο και μονίμως βρισκόμαστε στο ίδιο σημείο. Αν δούμε τη θέση της Ελλάδας στους δείκτες ανταγωνιστικότητας, είμαστε πολύ χαμηλά και όχι μόνο αυτό, αλλά πέσαμε πολλές θέσεις. Υπάρχει μια σειρά θεμάτων που η Πολιτεία πρέπει άμεσα να κλείσει για να στείλει το μήνυμα επαναφοράς στην κανονικότητα και επομένως θα κάνουν την Ελλάδα θελκτική στις επενδύσεις και φιλική στην επιχειρηματικότητα. Πρέπει λοιπόν άμεσα να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση, πρέπει άμεσα να τακτοποιήσουμε τα θέματα της ανταγωνιστικότητας, αλλά και να προχωρήσουμε σοβαρά στη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων και στην ολοκλήρωση του σχετικού θεσμικού πλαισίου.

Το ενδιαφέρον των επενδυτών το συντηρούμε μέχρι σήμερα με όλους τους τρόπους, αλλά υπάρχει και ένα όριο ανοχής. Έρχονται επενδυτές όπως ο Calamos, ο Watsa και άλλοι και λένε ότι θέλουμε να δούμε αλλαγή του περιβάλλοντος, να αισθανθούμε ότι μας θέλετε. Εμείς τους ακούμε;

Ανησυχείτε για το ενδεχόμενο να έχουμε και πάλι μια μακρά περίοδο διαπραγματεύσεων για τα κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης; Και το ρωτώ αυτό γιατί είναι πολλά τα δύσκολα θέματα που θα ανοίξουν, όπως τα εργασιακά, και ήδη διατυπώνονται εκτιμήσεις ότι θα πάμε τουλάχιστον ως τα τέλη του έτους ή και στις αρχές του 2017.

Στα εργασιακά αυτό που εγώ διαπιστώνω είναι μια ευρύτερη συναίνεση των κοινωνικών εταίρων. Επομένως νομίζω πως δεν θα είναι τόσο δύσκολα τα μέτωπα, αλλά έχω την αίσθηση ότι η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται πλήρως το τι διακυβεύεται με τη δεύτερη αξιολόγηση και θα επιχειρήσει να την κλείσει γρήγορα και θετικά.

Αυτό που με ανησυχεί περισσότερο είναι οι αντοχές της πραγματικής οικονομίας. Διότι εξακολουθούμε και βρισκόμαστε σε καθεστώς ύφεσης και μελετώντας τις τις εκτιμήσεις των διαφόρων παραγόντων δεν βλέπω πώς μπορεί να αλλάξει γρήγορα η κατάσταση από την ύφεση στην ανάπτυξη, ειδικά αν καθυστερήσουν να ληφθούν τα μέτρα που προανέφερα. Η πραγματική οικονομία θα έχει το Φθινόπωρο να αντιμετωπίσει πολύ μεγάλες δυσκολίες και αυτό με ανησυχεί περισσότερο. Γι'' αυτό και επιμένω πως χρειάζεται να δούμε γρήγορα κάποιες μεταρρυθμίσεις που θα βοηθήσουν πρώτα από όλα το τραπεζικό σύστημα να λειτουργήσει με κανονικότητα, να μπορέσει να παράσχει κάποια ρευστότητα στην αγορά, να προχωρήσουν οι ρυθμίσεις των δανείων ώστε οι σωστές επιχειρήσεις να βρουν και μια σωστή λύση στο πρόβλημα της ρευστότητας ή στη ρύθμιση των οφειλών τους.

Σας προβληματίζουν οι εξελίξεις στο τραπεζικό σύστημα σε μια περίοδο που, όπως λέτε, είναι κρίσιμη για τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων; Και σας ρωτώ με αφορμή τις παραιτήσεις σημαντικών στελεχών από τις τράπεζες, το διοικητικό κενό που υπάρχει στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, αλλά και το καμπανάκι που προχθές εσείς από το Ελληνοαμερικανικό Επιμελητήριο χτυπήσατε, μιλώντας για τραγικές εξελίξεις με πρωταγωνιστές χρεωμένους Έλληνες επιχειρηματίες, για αδιάκριτη ποινικοποίηση τραπεζικών στελεχών κλπ.

Πράγματι η κατάσταση είναι ανησυχητική και η Πολιτεία οφείλει να δράσει γρήγορα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πλέον βρισκόμαστε μπροστά σε χρεοκοπίες πολύ μεγάλων επιχειρήσεων και όχι μόνο των μικρών. Είδαμε μέχρι και αυτοκτονίες επιχειρηματιών, ανθρώπων εντίμων. Αυτό δεν πρέπει να επιτρέψουμε να ξανασυμβεί. Μέσα σε όλα τα εμπόδια που υπάρχουν, η κυβέρνηση πρέπει να προωθήσει άμεσα νομοθετικές παρεμβάσεις ώστε να υπάρξει το κανονιστικό πλαίσιο που θα επιτρέπει στα τραπεζικά στελέχη να προχωρούν σε ρυθμίσεις δανείων χωρίς να φοβούνται ότι θα βρεθούν ποινικά υπόλογοι. Αυτά τα μέτρα θα βοηθήσουν να παραμείνουν ζωντανές οι υγιείς επιχειρήσεις που αγωνίζονται να αντεπεξέλθουν. Η αλλαγή του ευρύτερου περιβάλλοντος παίρνει χρόνο, η νομοθετική ρύθμιση για να μπορέσουν οι τράπεζες να κάνουν ταχύτερα ρυθμίσεις δανείων δεν θέλει χρόνο, αλλά πολιτικές αποφάσεις.

Είναι έντονη η διαμάχη για το μείγμα της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζεται στην Ελλάδα. Τι χρειάζεται κατά την άποψή σας η χώρα στη σημερινή κατάσταση που βρίσκεται; Λιτότητα ή δημοσιονομική χαλάρωση; Φόροι με στόχο τη δημοσιονομική προσαρμογή ή πολιτική κινήτρων στις επιχειρήσεις;

Θα θέλαμε ένα καλύτερο μείγμα πολιτικής και νομίζω ότι πια αυτό ακούγεται από πάρα πολλές πλευρές πλέον. Η συνταγή της διαρκούς αύξησης των φόρων και των εισφορών δεν οδηγεί πουθενά παρά σε βαθύτερη ύφεση. Αυτά είναι μέτρα μόνιμου χαρακτήρα, ενώ αν είχαμε λάβει κάποια μέτρα ίσως πιο δυσάρεστα στην πλευρά των δαπανών, θα ήταν για μια φορά και μετά θα μπορούσαμε να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο περιβάλλον για ανάπτυξη. Τα μέτρα όμως τα πήραμε, αυτά ήθελαν οι κυβερνήσεις, σε αυτά συμφώνησαν και οι Θεσμοί χωρίς να αντιπροτείνουν κάποιο καλύτερο μείγμα πολιτικής και πλέον με αυτά πρέπει να πορευτούμε. Έχουμε φτάσει σε ένα καλό δημοσιονομικό σημείο, έχουμε βελτιώσει σημαντικά την ανταγωνιστικότητα σε ό,τι αφορά στους μισθούς και επομένως θεωρώ ότι τουλάχιστον σε αυτό το σκέλος η προσαρμογή έχει ολοκληρωθεί και πρέπει να λήξει. Ας το αφήσουμε πίσω μας και πάμε να δούμε ποια είναι τα αναπτυξιακά μέτρα που χρειάζεται να πάρουμε, και να τα πάρουμε τώρα χωρίς καθυστερήσεις. Μακάρι να πάρουμε και περισσότερα διαρθρωτικά μέτρα από αυτά που προβλέπει το μνημόνιο, να φτιάξουμε ένα δικό μας πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, γιατί δεν είναι μέτρα που έχουν πολιτικό κόστος, αλλά μπορούν να έχουν σημαντικό αναπτυξιακό όφελος. Θα ήταν ευχής έργον, αν μπορούσαμε να δώσουμε επιπλέον κίνητρα, φορολογικά και άλλα, για νέες επιχειρήσεις και επενδύσεις, αλλά πώς να πάρεις τέτοια μέτρα, όταν έχεις αυξήσεις ήδη τους φόρους και τις εισφορές.

Με βάση το υφιστάμενο μείγμα πολιτικής και τις δυνατότητες της οικονομίας, η εκτίμησή σας είναι ότι το πρόγραμμα θα πετύχει ή θα έχουμε σύντομα ένα νέο κύμα δημοσιονομικών μέτρων ή ακόμη και ενεργοποίηση του περίφημου «κόφτη δαπανών»;

Έχω την εκτίμηση πως δεν θα φτάσουμε στο σημείο να ενεργοποιηθεί ο αυτόματος μηχανισμός δημοσιονομικής προσαρμογής. Ήδη τρέχουμε με σημαντικά πλεονάσματα, τα οποία ωστόσο δεν παραγνωρίζω ότι οφείλονται στα χρέη που δεν πληρώνει το κράτος στον ιδιωτικό τομέα και στη συγκράτηση επενδυτικών δαπανών, που έχουν επιπτώσεις στις επιχειρήσεις. Από την άλλη μεριά, υπάρχει ένα αισιόδοξο μήνυμα ότι εφόσον παρθούν τα μέτρα, λάβουμε τις αποφάσεις για τα «κόκκινα» δάνεια, προχωρήσουμε τις μεταρρυθμίσεις και κλείσουμε τη δεύτερη αξιολόγηση, τότε πράγματι η ελληνική οικονομία θα μπορούσε να οδηγηθεί σε ανάπτυξη. Ίσως πιο αργά και με βραδύτερους ρυθμούς συγκριτικά με το τι προβλέπαμε –δεν ξέρω αν το 3,5% είναι διατηρήσιμο μετά το 2017– αλλά μέχρι το 2018 πιστεύω ότι μπορούμε να έχουμε περάσει σε ανάπτυξη και να δούμε φως στο τούνελ.

Ποια είναι η άποψή σας για την προσπάθεια που γίνεται να μειωθούν οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα στην Ελλάδα μετά το 2018. Είναι εφικτό κατά τη γνώμη σας να πετύχουμε τέτοια πλεονάσματα επί μακρόν ή θα προξενήσουν μεγαλύτερη ζημιά;

Είναι μια απόλυτα ορθή θέση να διεκδικήσουμε χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα για το μέλλον. Τόσο υψηλά πλεονάσματα σε μια οικονομία που βρίσκεται σε ύφεση και έχει τόσο υψηλούς φόρους και εισφορές δεν είναι διατηρήσιμα. Πρέπει να κάνουμε εκείνη τη συνεννόηση που θα μας επιτρέψει να χαλαρώσουμε λίγο αυτούς τους στόχους. Όχι τόσο ώστε να επιστρέψουμε σε ελλείμματα, αλλά το 3,5% να γίνει 2%. Νομίζω ότι ένας τέτοιος στόχος είναι διατηρήσιμος, θα δώσει ανάσα στην κυβέρνηση ώστε να μειώσει λίγο τους φόρους και τις εισφορές και να δώσει τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις με αυτόν τον τρόπο να αναπτυχθούν.

Η εκτίμηση σας είναι ότι το ΔΝΤ θα συμμετάσχει τελικά στο ελληνικό πρόγραμμα ή θα παραμείνει εκτός;

Φαίνεται ότι είναι δύσκολο να μείνει στο πρόγραμμα. Έχει τελείως αντίθετη άποψη από τους Ευρωπαίους δανειστές και δεν βλέπω τους Θεσμούς να υποχωρούν από τη θέση τους. Οπότε δεν μπορώ να δω με ποιο τρόπο θα δεχθεί το Ταμείο να συμμετάσχει χρηματοδοτικά στο ελληνικό πρόγραμμα, εκτός από το να διατηρήσει συμβουλευτικό ρόλο. Για να βάλει χρήματα, θα πρέπει να αλλάξουν οι στόχοι του προγράμματος και να υπάρξει ελάφρυνση του χρέους όπως το ΔΝΤ την εννοεί. Ίσως μια διέξοδος σε όλο αυτό να ήταν να δει κανείς το χρέος από διαφορετική πλευρά. Η παρούσα αξία του χρέους ή το κόστος εξυπηρέτησής του έχει ένα προφίλ πολύ διαφορετικό από αυτό που υπονοείται από το τι ποσοστό του ΑΕΠ αντιπροσωπεύει το χρέος. Η παρούσα αξία με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα ίσως δεν είναι δίνει τελικά τόσο άσχημη εικόνα για τη βιωσιμότητα του χρέους. Ίσως εκεί θα μπορούσε να βρει κανείς κάποια συνταγή που να ταιριάξει καλύτερα σε όλους…

Οι εξελίξεις στην Τουρκία λειτουργούν αποσταθεροποιητικά για την περιοχή μας ή τις βλέπετε και σαν μια ευκαιρία να αναδειχθεί ένας διαφορετικός ρόλος της Ελλάδας;

Η Ελλάδα γεωπολιτικά βρίσκεται σε πολύ καλή θέση. Είναι παράγοντας σταθερότητας στην περιοχή και βρίσκεται επί μακρόν μέσα σε όλες τις ισχυρές συμμαχίες. Χρειάζεται βεβαίως μια πολύ σταθερή τήρηση των κανόνων και της γραμμής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ. Βεβαίως όταν ο γείτονας σου είναι σε μια κατάσταση αναταραχής, τότε δεν μπορεί παρά να αποτελεί παράγοντα αποσταθεροποίησης. Δεν μπορούμε να το δούμε διαφορετικά. Υπάρχει μια δυσκολία πρόβλεψης. Όμως θεωρώ ότι είναι ευκαιρία ώστε η Ελλάδα να αναβαθμίσει τον ρόλο της, πρέπει όμως να συνεχίσει να κινείται εντός πλαισίου.

Ευρισκόμενοι πλέον σε μια χρονική απόσταση από το βρετανικό δημοψήφισμα που οδήγησε σε απόφαση για το Brexit, πώς βλέπετε να εξελίσσονται τελικά τα πράγματα για την Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρώπη;

Από τα νούμερα που έχω δει ως τώρα, δεν φαίνεται το Brexit να επηρεάζει την Ελλάδα πάρα πολύ. Αν θυμάμαι καλά, το Brexit μπορεί να μας κοστίσει το 0,02% του ΑΕΠ σε βάθος χρόνου, συνεπώς είναι ασήμαντο. Έχουμε όμως μια μεγάλη οικονομία που εγκαταλείπει την Ευρωπαϊκή Ένωση και αυτό θα σημαίνει ότι θα υπάρξει σίγουρα επαναπροσδιορισμός πολιτικών στην Ε.Ε., και εκεί αν τα πράγματα οδηγηθούν σε μια πιο σφιχτή δημοσιονομική πολιτική για να «δέσουν» περισσότερο το άρμα της Ε.Ε., θα θίξει και την Ελλάδα. Αν, αντίθετα, η αλλαγή πολιτικής οδηγήσει σε κάποια μεγαλύτερη χαλάρωση ώστε να μην δημιουργούνται τριβές και με τα υπόλοιπα μέλη, τότε θα ωφεληθούμε κι εμείς. Άποψή μου είναι πως ενώ η Ευρώπη θα πρέπει να χαλαρώσει λίγο τα δημοσιονομικά πρωτόκολλα, τελικά θα γίνει πιο αυστηρή για να συντηρήσει και να κρατήσει το άρμα σφιχτά δεμένο σε μια πολιτική που συνολικά δεν έχει πάει άσχημα μέχρι τώρα.