Σε τριάντα χρόνια θα είμαστε λιγότεροι, σε ογδόντα…

Το δημογραφικό είναι το πιο «σκληρό» πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει η Ελλάδα και ο δυτικός κόσμος στο σύνολό του. Όλες οι έρευνες συμφωνούν ότι μέχρι το 2050 θα είμαστε λιγότεροι και γηραιότεροι, ενώ το 2100 θα μετράμε κάπου 4,73 εκατομμύρια ψυχές. Είναι σοκαριστικό! Κι αν τα εβδομήντα χρόνια σας φαίνονται μακριά, σκεφτείτε τα τριάντα. Σαν να βρισκόμασταν στο 1990 και να μιλάγαμε για το 2020!

Δεν ξέρουμε πως θα είναι ο κόσμος σε τριάντα χρόνια. Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρουμε τι θα μας συμβεί αύριο το πρωί ή λίγα λεπτά μετά την ανάγνωση αυτού του κειμένου. Ξέρουμε όμως ότι οι έρευνες δεν κάνουν λάθος. Και ξέρουμε ακόμη ότι δεν υπάρχει οικονομικό σύστημα που να μπορεί να «ζήσει» τους πολίτες του, όταν η πλειοψηφία τους είναι γέροι και συνταξιούχοι. Βρισκόμαστε μπροστά σε μία μεγάλη οικονομική και ανθρωπιστική τραγωδία.

Δεν μιλάμε για το πότε θα σβήσει ο ήλιος και θα αφανιστεί η ζωή στο ηλιακό μας σύστημα. Η συζήτηση γίνεται για το πως θα είναι ο κόσμος μας όταν τα παιδιά μας φτάσουν στην δική μας ηλικία. Για τα παιδιά μας μιλάμε. Κι είναι σαφές ότι κάτι πρέπει να γίνει και μάλιστα επειγόντως.

Είναι ένα εθνικό θέμα. Το ίδιο σοβαρό, αν όχι σοβαρότερο, με τα άλλα εθνικά θέματα. Και χρειάζεται να αντιμετωπιστεί με την αρμόζουσα σοβαρότητα κι αφού προηγηθεί διάλογος στην κοινωνία. Η συμφωνία σε ένα εθνικό πρόγραμμα για την αντιμετώπιση του δημογραφικού είναι αναγκαία συνθήκη για να συζητάμε για τα άλλα θέματα. Τι νόημα έχει το συνταξιοδοτικό, για παράδειγμα, όταν ξέρουμε ότι σε δέκα ή είκοσι χρόνια θα το έχουμε και πάλι μπροστά μας;

Τα μέτρα για την ενίσχυση των νέων ζευγαριών είναι το αυτονόητο, από την στιγμή που θα βρεθούν οι οικονομικοί πόροι. Από εκεί και πέρα θα πρέπει να θυμηθούμε ότι στο παρελθόν η Ελλάδα προχώρησε σε μεγάλες ενσωματώσεις πληθυσμών. Την τελευταία φορά που επιχειρήθηκε κάτι ανάλογο ήταν με τους Πόντιους της Σοβιετικής Ένωσης. Είναι εφικτό ένα πρόγραμμα επανεγκατάστασης στην Ελλάδα των Ελλήνων του εξωτερικού; Η κυβέρνηση οφείλει να ξεκινήσει με τους Έλληνες που εγκατέλειψαν την χώρα με αφορμή την οικονομική κρίση. Πρέπει να βρει τρόπο να γυρίσουν όλοι. Δεν μας περισσεύει ούτε ένας.

Από εκεί και πέρα εθελοτυφλούμε όσοι νομίζουμε ότι θα αποφύγουμε την καυτή πατάτα του μεταναστευτικού. Το ερώτημα είναι αν θα προλάβουμε και θα καλέσουμε εκείνους τους μετανάστες που θα μας είναι χρήσιμοι με τις δεξιότητές τους και από τις χώρες που θα επιθυμούμε εμείς ή αν θα μας προλάβουν τα γεγονότα και θα γεμίσει η χώρα με ανθρώπους που τα πολιτισμικά τους στοιχεία θα είναι πολύ ξένα με τα δικά μας. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να έχουμε μία σαφή και ξεκάθαρη πολιτική, η οποία αυτή την στιγμή δεν υπάρχει…

Το δημογραφικό δεν είναι από τα προβλήματα εκείνα που μπορεί κανείς να τα αγνοεί. Οι μέχρι σήμερα κυβερνήσεις δεν έκαναν το παραμικρό. Με εξαίρεση την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, η οποία πρόσεξε ιδιαίτερα τους πολύτεκνους. Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν μπορεί να αρκεστεί σε κάποια επιδοματική πολιτική. Το πρόβλημα έχει υπερβεί τα όρια της δεκαετίας του '90. Τριάντα χρόνια νωρίτερα η Ελλάδα των γερόντων ήταν μια μακρινή μουσική. Σε τριάντα χρόνια από σήμερα θα είναι η πραγματικότητα της χώρας. Η κυβέρνηση, λοιπόν, πρέπει να βρει πολιτικές για να ανατρέψει μία δυσάρεστη μελλοντική κατάσταση. Κι οι πολιτικές αυτές πρέπει να αρχίσουν να εφαρμόζονται άμεσα.

Θανάσης Μαυρίδης
[email protected]