«Σαφές μήνυμα προς την κυβέρνηση το "πάγωμα" της δόσης λόγω ΦΠΑ»

«Σαφές μήνυμα προς την κυβέρνηση το "πάγωμα" της δόσης λόγω ΦΠΑ»

Ένα μήνυμα προς την κυβέρνηση και τα στελέχη της που μιλούν για αλλαγές στα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί με τους θεσμούς αποτελεί, σύμφωνα με τον καθηγητή Παναγιώτη Λιαργκόβα, το αίτημα της Γερμανίας να βρεθούν ισοδύναμα ύψους 28 εκατ. Ευρώ για την αναστολή της αύξησης του ΦΠΑ στα νησιά. Επίσης, επισημαίνει ότι η παρατεταμένη προεκλογική περίοδος αποτελεί βαρίδι για την οικονομία και την ανάπτυξη.

Όπως χαρακτηριστικά τονίζει μιλώντας στο liberal.gr η ενέργεια αυτή δείχνει ότι η εποπτεία και μετά την ημερολογιακή λήξη του Μνημονίου θα είναι αυστηρή. Άλλωστε η εφαρμογή των μέτρων που έχουν προαποφασιστεί αποτελεί για τους δανειστές βασική αρχή ως προς την εκατέρωθεν τήρηση των συμφωνηθέντων.

Επίσης, ο κ. Λιαργκόβας επισημαίνει πως οποιαδήποτε ενέργεια γίνει από την ελληνική πλευρά χωρίς να υπάρξει συνεννόηση με τους Θεσμούς θα δημιουργηθούν προβλήματα που δυσκολα θα επιλυθούν. Μάλιστα αναφέρει ότι «Άλλο ισοδύναμα για 28 εκατ. Ευρώ που είναι το ποσό το οποίο αντιστοιχεί στον ΦΠΑ για τα ακριτικά νησιά και άλλο για 2 δισ. περίπου που αντιστοιχεί στο ποσό που προβλέπεται από τα μέτρα μείωσης των συντάξεων»

Τέλος δηλώνει πόσο σημαντικό είναι να υπάρχει σταθερότητα και επισημαίνει πως η παρατεταμένη προεκλογική περίοδος στην οποία έχει τεθεί η χώρα και το κλίμα πόλωσης δεν βοηθούν στην αλλαγή σελίδας που απαιτείται, ενώ σημειώνει πως η δημόσια διοίκηση που πρέπει να αποτελεί τη βάση για τις συνθήκες μέσα στις οποίες θα επιτευχθεί η ανάπτυξη τέτοιες περιόδους «κατεβάζει τα μολύβια»

Συνέντευξη στον Βασίλη Γεώργα

– Κύριε Λιαργκόβα πως είδατε την παρέμβαση της Γερμανίας και το αίτημα για ισοδύναμα μέτρα από την Ελληνική πλευρά προκειμένου να εγκριθεί η δόση των 15 δισ. Ευρώ;

Είναι βέβαιο ότι το πρόβλημα της Γερμανίας δεν είναι τα 28 εκατ. Ευρώ, που αντιστοιχούν στη μη εφαρμογή του αύξησης του ΦΠΑ για τα 5 ακριτικά νησιά μας. Όπως και αν το δεί κανείς το ποσό αυτό, συγκριτικά πάντα, είναι αστείο. Η παρέμβαση της Γερμανίας αποτελεί ένα σαφές μήνυμα προς την ελληνική κυβέρνηση ότι δεν προτίθεται να αποδεχθεί μονομερείς αποφάσεις, αποφάσεις που ανατρέπουν τα συμφωνηθέντα. Και το μήνυμα ήρθε τώρα προκειμένου να φύγουν από το μυαλό των αρμοδίων σκέψεις ανάλογες με αυτές που αποτυπώνονται κατά τακτά χρονικά διαστήματα και δημιουργούν την εντύπωση ότι θα καταστεί εφικτή η άρση κάποιων από τα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί και έχουν ψηφιστεί προκειμένου να ισχύσουν.

– Έχετε υποστηρίξει ότι μετά την ημερολογιακή λήξη του Μνημονίου τον Αύγουστο τίθεται θέμα εφαρμογής ενός νέου Μνημονίου. Εντάσσεται σε αυτό η χθεσινή εξέλιξη στο Eurogroup;

Εχω επισημάνει ότι τα μέτρα που έχουν επιβληθεί και τα οποία υπερβαίνουν όχι μόνο τη συνταγματική θητεία αυτής της κυβέρνησης αλλά και επομένων συνιστούν ένα είδος συμφωνίας. Μπορεί ο κάθε ένας να το ονομάσει όπως θέλει. Από τη στιγμή που τα μέτρα έχουν προαποφασιστεί και από τη στιγμή που κάθε τρείς μήνες θα γίνεται έλεγχος από τους Θεσμούς ως προς την εφαρμογή τους και την πορεία της υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων τότε ειλικρινά δεν γνωρίζω κατά πόσο αυτό δεν είναι ένα είδος Μνημονίου. Ως προς την εξέλιξη στο Eurogroup όπως ήδη σας ανέφερα αποτελεί μια προειδοποίηση προς τις αρμόδιες αρχές της χώρας.

– Εκτιμάτε ότι στην περίπτωση που η κυβέρνηση προχωρήσει σε ανακοινώσεις για αναστολή των μειώσεων των συντάξεων θα υπάρξουν ανάλογες παρεμβάσεις;

Ως εκτίμηση και μόνο μπορώ να πω ότι αν δεν υπάρχει κάποια σχετική συνεννόηση με τους δανειστές τότε τίποτα δεν αποκλείεται. Και εδώ χρειάζεται προσοχή. Άλλο ισοδύναμα για 28 εκατ. Ευρώ που είναι το ποσό το οποίο αντιστοιχεί στον ΦΠΑ για τα ακριτικά νησιά και άλλο για 2 δισ. περίπου που αντιστοιχεί στο ποσό που προβλέπεται από τα μέτρα μείωσης των συντάξεων. Υπάρχει μεγάλη διαφορά

– Οι εκτιμήσεις της Κομισιόν κατεβάζουν την ανάπτυξη στο 1,9%. Εσείς έχετε εκδηλώσει την ανησυχία της για το ότι δεν θα επιτευχθεί ο στόχος της Κυβέρνης που αρχικά έφτανε το 2,5%. Φοβάστε περαιτέρω πτώση;

Κοιτάξτε η ανάπτυξη ως όρος ακούγεται λίγο αόριστος. Στην πραγματικότητα όμως είναι κάτι μετρήσιμο και προκύπτει από τη συνολική λειτουργία μιας χώρας. Οι δείκτες που την καθορίζουν πρέπει να κινούνται σε υψηλά επίπεδα ώστε οι προυπολογισμοί που την αναφέρουν να πέφτουν μέσα. Χωρίς εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, χωρίς την αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης που κινεί τα νήματα και χωρίς μέτρα που θα επιτρέψουν την αύξηση των επενδύσεων τότε ειλικρινά δεν κατανοώ πως μπορούν να δημιουργηθούν συνθήκες ανάκαμψης και εν συνεχεία ανάπτυξης. Το θέμα δεν είναι αν εγώ ή όποιος άλλος οικονομολόγος πέφτει μέσα στις εκτιμήσεις. Το ζήτημα είναι ότι η χώρα χρειάζεται μια έκρηξη ανάπτυξης. Ένα big bang που όμως δεν έρχεται με ευχολόγια ούτε με αναφορές σε ολιστικά και άλλα σχέδια που μοιάζουν περισσότερο με εκθέσεις ιδεών παρά με πρόγραμμα δράσης. Προηγούνται δε σειρά μέτρων όπως η μείωση της φορολογίας και των εισφορών προκειμένου η χώρα να καταστεί ελκυστική.

– Τα υπερπλεονάσματα όμως δεν δρούν προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Φυσικά. Δεν θυμάμαι κάποια έκθεση του Γραφείου Προυπολογισμού του Κράτους, την ευθύνη του οποίου είχα μέχρι τα τέλη του προηγουμενου έτους, που να μην επικεντρώνει την κριτική της στις αποφάσεις των κυβερνήσεων για υπερπλεονάσματα. Η πλειοψηφία των οικονομολόγων είναι κατηγορηματική. Τα υψηλά πλεονάσματα σκοτώνουν την ανάπτυξη. Πολύ δε περισσότερο σε μια χώρα όπως η δική μας η οποία λειτουργεί θα έλεγα εχθρικά έναντι του επιχειρείν και των επενδύσεων.

– Δηλαδή;

Συνολικά το κράτος και η δημόσια διοίκηση λειτουργούν όχι προς όφελος της ανάπτυξης και των επενδύσεων αλλά σε βάρος τους. Όταν απαιτούνται δεκάδες δικαιολογητικά από εκατοντάδες υπηρεσίες προκειμένου να προχωρήσει ένας επενδυτής το σχέδιό του τότε πως θα προχωρήσει η όποια ιδιωτική πρωτοβουλία; Πως θα δημιουργηθούν θέσεις εργασίας; Όλοι πλέον γνωρίζουν, και εννοώ τους ξένους, ότι για να γίνει μια επένδυση πρέπει να δαπανηθεί μεγάλο μέρος των χρημάτων που έχουν προυπολογιστεί απλά και μόνο για να ξεκινήσει. Αυτά δεν γίνονται. Γι αυτό βλέπουμε και αρκετούς υποψήφιους επενδυτές να εκφράζουν ενδιαφέρον αλλά να παραμένουν μόνο σε αυτό.

– Υπάρχει όμως και το ανάλογο κλίμα, κυρίως το πολιτικό, για να εμπιστευθεί κάποιος την Ελλαδα;

Η σταθερότητα αποτελεί το Α και το Ω ως προς το να μετουσιωθεί το επενδυτικό ενδιαφέρον σε τελική επένδυση. Κανείς στρατηγικός επενδυτής δεν επιλέγει μια χώρα που δεν έχει τουλάχιστον πολιτική σταθερότητα. Αντιθέτως την επιλέγουν συνήθως κερδοσκόποι που επιδιώκουν να βγάλουν πολλαπλάσια κέρδη σε σύντομο χρονικό διάστημα. Εμείς χρειαζόμαστε μακροχρόνιους επενδυτές. Γι αυτό άλλωστε έχω επισημάνει πως απαιτειται πολιτική σταθερότητα και ηρεμία.

– Βλέπετε να υπάρχει σταθερότητα σήμερα;

Δυστυχώς, όπως νομίζω και οι περισσότεροι Έλληνες, διαπιστώνω πως βιώνουμε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο. Και λέω παρατεταμένη διότι ουδείς γνωρίζει αν αυτή η κυβέρνηση εξαντλήσει τη θητεία της και θα φτάσει μέχρι το Φθινόπωρο του 2019. Και η ίδια άλλωστε δείχνει να επενδυει σε αυτή την ασάφεια. Ουδείς γνωρίζει τι θα πράξει ο μικρότερος κυβερνητικός εταίρος. Και μην πιστέψει κανείς πως αυτά δεν τα βλέπουν στο εξωτερικό. Ότι δεν παρατηρούν τα τεκταινόμενα. Το αντίθετο θα έλεγα.

– Αυτό το προεκλογικό κλίμα δεν λειτουργεί σε βάρος της πορείας της χώρας;

Ακριβώς αυτό λέω. Και αυτό με ανησυχεί. Κοιτάξτε ζούμε σε μια χώρα που όλοι γνωρίζουμε τι συμβαίνει όταν πλησιάζει η περίοδος των εκλογών. Η δημόσια διοίκηση κατεβάζει τα... μολύβια και περιμένει να δεί ποιος θα είναι ο επόμενος Πρωθυπουργός, ο επόμενος υπουργός, ο επόμενος γενικός γραμματέας, το επόμενο κόμμα που θα διαθέτει την κυβερνητική πλειοψηφιά. Ήδη παρατηρειται σε πολλούς τομείς αυτό το φαινόμενο. Φανταστείτε τι θα γίνει μέτα τις καλοκαιρινές διακοπές. Η δημόσια διοίκηση που κανονικά σε ένα κράτος σηκώνει το βάρος της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων και των υγιών κανόνων ανταγωνισμού στον τομέα των επενδύσεων και αλλού θα υπολειτουργεί εν αναμονή των εκλογών. Το προεκλογικό κλίμα σκοτώνει την πορεία προς την ανάκαμψη. Η πόλωση στο προεκλογικό κλίμα την αποτελειώνει. Αυτή η κατάσταση αν συνεχιστεί θα είναι σε βάρος της χώρας και κυρίως των πολιτών. Κατά τη γνώμη μου η επομένη της ημερομηνίας λήξης των μνημονίων θα έπρεπε να είναι έτοιμη εδώ και μήνες. Μόνο που δυστυχώς κινδυνεύουμε να βρεθούμε πάλι προ δυσμενών τετελεσμένων. Και κάποιοι θα πέφτουν από τα σύννεφα.

* Ο κ. Παναγιώτης Λιαργκόβας είναι καθηγητής στην έδρα Jean Monnet στο Πανεπιστήµιο Πελοποννήσου και πρώην επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού στη Βουλή.