Πώς μια κινεζική βόλτα στην Αφρική μπορεί να απογειώσει τα χρηματιστήρια;

Του Κωνσταντίνου Βέργου*

Ο Κινέζος Πρόεδρος εθεάθη χτες να περπατά χέρι-χέρι με τον πρόεδρο της Νότιας Αφρικής, Τζέικομπ Ζούμα, στην Πραιτόρια, την εκτελεστική πρωτεύουσα, της Νότιας Αφρικής. Εύλογο το ερώτημα αν πρόκειται για μια ακόμη εθιμοτυπική επίσκεψη ή κρύβονται κολοσσιαία συμφέροντα. Εξαρχής φαίνεται ως απλή επίσκεψη. Όμως ίσως δεν είναι ακριβώς έτσι.

Κάθε τρία χρόνια, από το 2000 και έκτοτε, λαβαίνει χώρα το Κινεζο-Αφρικανικό Φόρουμ (FOCAC), που λαμβάνει στρατηγικές αποφάσεις για τη συνεργασία αφρικανικών χωρών μεταξύ τους και με την Κίνα. Φέτος, αυτές τις μέρες, το φόρουμ αυτό λαβαίνει χώρα στην Πρετόρια.

Το πρώτο και εμφανές είναι ότι η Κίνα σχεδιάζει να εκμεταλλευτεί τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της Αφρικής, κυρίως μέταλλα. Όντως, η Αφρική διαθέτει μεγάλο κομμάτι πλουτοπαραγωγικών πηγών. Και η Κίνα επιθυμεί αγορά αφρικανικών εταιρειών που έχουν στρατηγική σημασία. Πράγματι, κατά τα τελευταία δέκα έτη εδαπάνησε 30 περίπου δισ. δολάρια, δηλαδή 3 δισ. ετησίως, για να συμμετέχει σε εξαγορές τέτοιων εταιρειών. Όμως αυτή είναι μόνο η μία διάσταση.

Η πολιτική διάσταση είναι επίσης ορατή. Τρομοκρατικές οργανώσεις, όπως η Μπόκο Χαράμ και ISIS, που αποτελούν πονοκέφαλο και ανησυχία για τις χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Αφρικής, φαίνεται να διαθέτουν σύνδεση με εξτρεμιστικά στοιχεία των Κινέζων μουσουλμάνων Ουιγούρων, που αποτελούν πονοκέφαλο για την Κίνα, που μόνο με συνεργασία θα αποτραπεί. Δεν είναι τυχαία επομένως η στρατιωτική παρουσία της Κίνας στο Νότιο Σουδάν που ξεκίνησε πρόσφατα, ενώ παράλληλα η ύπαρξη 54 ψήφων, των αφρικανικών χωρών, στα Ηνωμένα Έθνη, διασφαλίζει ότι τα εθνικά συμφέροντα της Κίνας, όπου αμφισβητούνται, διαθέτουν μια υποστήριξη αρκετά μεγαλύτερη από εκείνη πολλών δυτικών χωρών.

Όμως, οι οικονομικές διαστάσεις με την έννοια του εμπορίου, και όχι απλά της επένδυσης, είναι σημαντικότερες.

Πλην 4 πολύ μικρών χωρών, όλες οι αφρικανικές χώρες έχουν εμπορικές σχέσεις με την Κίνα. Και όχι μόνο. Η Κίνα αποτελεί τον σημαντικότερο οικονομικό εταίρο του συνόλου των χωρών της περιοχής. Αυτό είναι εκπληκτικό, αν λάβει κάποιος υπόψιν του τα διεθνή δεδομένα. Κάτι αντίστοιχο δεν συμβαίνει στον ίδιο βαθμό με μεγάλες δυτικές χώρες, οι οποίες έχουν πιο στενές οικονομικές σχέσεις στις περισσότερες των περιπτώσεων με άλλες δυτικές χώρες παρά με την Κίνα, όπως ΗΠΑ κυρίως με Καναδά, και ευρωπαϊκές χώρες μεταξύ τους. Άρα η Αφρική είναι μια αγορά όπου η Κίνα έχει κυρίαρχη θέση και διείσδυση, όχι μια οποιαδήποτε αγορά.

Αυτή η διείσδυση είναι στρατηγικής σημασίας, καθώς η Κίνα επιθυμεί διαρκή προμήθεια των πρώτων υλών για τα εργοστάσια της. 55% των εισαγωγών της Κίνας από την περιοχή είναι σε μέταλλα, πετρέλαιο και λιπαντικά. Ένα επιπλέον 30% είναι σε πρώτες ύλες εμπορευμάτων όπως καφέ, και το υπόλοιπο 15% , κυρίως βιομηχανοποιημένα προϊόντα.

Όμως, ίσως το σημαντικότερο, είναι ότι η Κίνα έχει διασφαλίσει εξαγωγικό προορισμό τεράστιας σημασίας για δύο λόγους.

Ο πρώτος είναι ότι η Κίνα εξάγει περισσότερα από όσα εισάγει, και μάλιστα με εξαγωγές κυρίως σε κάτι που αποτελεί πλεονέκτημα για τους Κινέζους: εξαγωγή μηχανολογικού εξοπλισμού και εξοπλισμού μεταφορών, εκτοπίζοντας τις ευρωπαϊκές και αμερικάνικες εταιρείες, αλλά και βιομηχανικά προϊόντα.

Το δεύτερο είναι ότι η Αφρική είναι η πιο ραγδαία πληθυσμιακά αυξανόμενη ήπειρος του κόσμου. Κάθε 20 χρόνια ο πληθυσμός της διπλασιάζεται. Και στα επόμενα 20 χρόνια θα προστεθούν άλλοι 500-600 εκατομμύρια Αφρικανοί καταναλωτές στους υπάρχοντες. Αυτό σημαίνει ότι όποιος έχει κυρίαρχη θέση στην Αφρική αυτόματα διασφαλίσει αύξηση των εσόδων του κατά 4% , που είναι η ετήσια πληθυσμιακή ανάπτυξη, συν 2% που είναι η μέση αύξηση του ΑΕΠ ανά κάτοικο, που δίνουν 6% ετησίως επί μια 20ετία. Αυτή είναι η παράμετρος που οι δυτικές δυνάμεις έχουν ατυχώς παραλείψει να δουν. Ουσιαστικά η Κίνα «χτίζει θέση» σε μια «δεύτερη Κίνα», καθώς σε λιγότερο από δυο δεκαετίες ο πληθυσμός της Αφρικής θα φτάνει εκείνο της Κίνας, διπλασιάζοντας έτσι τις δυνατότητες ανάπτυξης των κινεζικών επιχειρήσεων.

Η Κίνα όμως διαθέτει και πόρους, καθώς διαθέτει αρκετό ρευστό (π.χ. μέχρι και το 2013 το 50% (!) της χρηματοδότησης των προγραμμάτων ανασυγκρότησης της υποδομής αφρικανικών χωρών ήταν από την Κίνα).

Χρηματιστηριακά, τόσο η αγορά του Γιοχάνεσμπουργκ (Νότια Αφρική) όσο και του Λάγος (Νιγηρία) που αποτελούν τις δυο βασικές, από οικονομικής απόψεως, αγορές στην Αφρική, θα ενισχυθούν από τις εξελίξεις αυτές, καθώς τα συμφέροντα τόσο των αφρικανικών όσο και των κινεζικών συμφερόντων συγκλίνουν. Οι χώρες αυτές διασφαλίζουν πλουτοπαραγωγικές πηγές και πρώτες ύλες, η Κίνα διασφαλίζει εξοπλισμό για την αξιοποίηση των πηγών αυτών, αλλά και χρηματοδότηση! Δεν θα ήταν, επομένως, υπερβολικό να δούμε αναζωπύρωση του επενδυτικού ενδιαφέροντος στο επόμενο διάστημα, για εταιρείες (σε Νότιο Αφρική, Νιγηρία και Κίνα, κυρίως) που μπορεί να ωφεληθούν από τις αποφάσεις που θα ληφθούν τις επόμενες ημέρες στο Κινεζο-Αφρικανικό Φόρουμ που θα γίνει στην Πρετόρια, ιδιαίτερα σε μια εποχή όπου μεγάλες εταιρείες στον χώρο της εξόρυξης μετάλλων παγκοσμίως προσπαθούν να ξεπουλήσουν όσο - όσο συμμετοχές τους, λόγω χαμηλών τιμών στα μέταλλα, αλλά και πολλές κινεζικές εταιρείες διαθέτουν τη διάθεση να πάρουν πιο ενεργή θέση στην ανάπτυξη των χωρών της Αφρικής που σχετίζονται με αυτούς τους τομείς. Ενδεχομένως να δούμε αναζωπύρωση των χρηματιστηριακών αποτιμήσεων εταιρειών που εξάγουν μέταλλα και άλλες πρώτες ύλες, λόγω εξαγορών και νέων συνεργασιών, ως αποτέλεσμα των εξελίξεων αυτών.

* Ο κ. Κωνσταντίνος Βέργος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Πόρτσμουθ, Αγγλία

Το παρόν άρθρο εκφράζει τις προσωπικές απόψεις του γράφοντος, δεν αποτελεί οδηγό ή σύσταση για επενδύσεις οποιασδήποτε μορφής προς οιονδήποτε και για οτιδήποτε τίτλο ή παράγωγο αυτού.