Ό,τι είναι πράσινο δεν είναι και χρυσός...

Ό,τι είναι πράσινο δεν είναι και χρυσός...

Tης Μαριάννας Σκυλακάκη

Οι επενδύσεις έχουν μοναδικό στόχο το κέρδος, σωστά; Όχι απαραίτητα. Όπως κανείς μπορεί να διαλέξει το επίπεδο ρίσκου που επιθυμεί για το χαρτοφυλάκιό του ή τον κλάδο που τον ενδιαφέρει ή το asset class που ταιριάζει καλύτερα στις επιδιώξεις του, έτσι μπορεί ολοένα και πιο εύκολα να προσδώσει στις επενδύσεις του και μια διάσταση... ηθική. Είναι, με άλλα λόγια, σε θέση να επενδύσει σε επιχειρήσεις με κοινωνικό αποτύπωμα, ενώ τελευταία -δεδομένης και της ολοένα και πιο απειλητικής διάστασης της κλιματικής αλλαγής- έδαφος φαίνεται να κερδίζει και η κατηγορία των λεγόμενων «πράσινων επενδύσεων», που μας δίνουν τη δυνατότητα να στηρίξουμε το περιβάλλον, επωφελούμενοι παράλληλα και από ολοένα και πιο ικανοποιητικές αποδόσεις.

Τι θεωρούμε πράσινο και τι όχι;

Μια πράσινη επένδυση αποτελεί υποκατηγορία της ευρύτερης ομπρέλας Κοινωνικά Υπεύθυνων Επενδύσεων (Socially Responsible Investing ή SRI) και συνδέεται με επενδυτικές δραστηριότητες που επικεντρώνονται σε εταιρείες ή πρότζεκτ περιβαλλοντικά επωφελή - που δεσμεύονται για τη συντήρηση των φυσικών πόρων του πλανήτη, συνδέονται με την παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ή την πράσινη καινοτομία γενικότερα, αλλά και με κάθε είδους περιβαλλοντικά συνειδητές πρακτικές. Πράσινο εδώ νοείται ό,τι θα μπορούσε να θεωρηθεί καλό για το περιβάλλον - με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, σε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό.

Υπάρχουν οι επενδύσεις που είναι «αμιγώς πράσινες», τα λεγόμενα «pure-plays», και αφορούν επιχειρηματικές δραστηριότητες που είναι αποκλειστικά προσανατολισμένες στην προστασία του περιβάλλοντος. Σκεφτείτε για παράδειγμα μια εταιρεία που ασχολείται με την έρευνα και την καινοτομία στον χώρο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την ανακύκλωση ή την ενεργειακή αποδοτικότητα.

Πράσινες μπορεί να θεωρηθούν όμως και επενδύσεις σε εταιρείες που έχουν υιοθετήσει περιβαλλοντικά υπεύθυνες πρακτικές στην παραγωγική τους διαδικασία ή εμπλέκονται μερικώς με πράσινα πρότζεκτ - ακόμη και εταιρείες που δίνουν πίσω ένα μέρος των κερδών τους σε δράσεις που αντισταθμίζουν το αρνητικό αποτύπωμά τους στο περιβάλλον.

Το πού τραβάει βέβαια κανείς τη γραμμή ως προς το τι είναι τελικά πράσινο, είναι ακόμα υποκειμενικό. Θα μπορούσε μια επένδυση σε μετοχές, π.χ. στη ΔΕΗ, με τις ρυπογόνες λιγνιτικές μονάδες, να θεωρηθεί πράσινη, αν η εταιρεία έδινε παράλληλα έμφαση στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές; Δεδομένου πάντως ότι οι επενδύσεις σε pure-plays τείνουν να είναι αρκετά πιο ριψοκίνδυνες, καθώς μιλάμε συχνά για νεοφυείς επιχειρήσεις που προσπαθούν να αξιοποιήσουν την τελευταία λέξη της τεχνολογίας σε πρότζεκτ αβέβαιης επιτυχίας, για πολλούς επενδυτές είναι αρκετό να επενδύσουν σε μια πιο παραδοσιακή επιχείρηση, η οποία όμως είναι σε θέση να παρουσιάσει και κάποια περιβαλλοντικά εχέγγυα.

Ένα από τα ιδιαίτερα επιτυχημένα παραδείγματα των τελευταίων ετών από πλευράς αποδόσεων είναι το fund που έστησε το 2004 ο πρώην αντιπρόεδρος της Αμερικής Αλ Γκορ, σε συνεργασία με τον τραπεζίτη Ντέιβιντ Μπλαντ, ονόματι Generation. Το fund διαχειρίζεται σήμερα περίπου 20 δισ. δολάρια και τα επενδύει σε εταιρείες «που προσφέρουν αγαθά και υπηρεσίες συμβατές με μια κοινωνία χαμηλών εκπομπών άνθρακα, ευημερούσα, δίκαιη, υγιή και ασφαλή».

Ένα πράσινο χαρτοφυλάκιο

Φυσικά, οι πράσινες επενδύσεις δεν εξαντλούνται σε μετοχές. Ενας επενδυτής έχει μια σειρά από άλλες επιλογές στη διάθεσή του αν θέλει να χτίσει ένα πράσινο χαρτοφυλάκιο, όπως αμοιβαία κεφάλαια, Διαπραγματεύσιμα Αμοιβαία Κεφάλαια (Exchange Traded Funds ή ETFs), αλλά και ομόλογα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η αγορά για πράσινα ομόλογα -ομόλογα δηλαδή των οποίων τα έσοδα προορίζονται για περιβαλλοντικά επωφελή έργα και εκδίδονται είτε από την πλευρά κυβερνήσεων είτε μεγάλων εταιρειών- ενισχύεται σταθερά τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με το Bloomberg, η αγορά ξεκίνησε το 2019 δυναμικά, με εκδόσεις άνω των 45 δισ. δολαρίων το πρώτο τρίμηνο της χρονιάς, αυξημένες κατά 50% σε ετήσια βάση.

Σε τι οφείλεται η ανάπτυξη της δυναμικής αυτής; Μερικώς στο γεγονός ότι σε ολοένα και μεγαλύτερο βαθμό οι επιχειρήσεις καλούνται να εντάξουν την αειφορία ως κεντρικό στοιχείο της στρατηγικής τους, την ίδια στιγμή που μεγαλύτερη αξία δίνεται και στη διαφάνεια σε ό,τι αφορά τις πρακτικές τους και στον αντίκτυπο που έχουν αυτές στο περιβάλλον, αλλά και στην ευρύτερη κοινωνία. Ασφαλώς, η αυξημένη αυτή δραστηριότητα συνδέεται και με τη στροφή που παρατηρείται και στην κοινή γνώμη, η οποία παρουσιάζει μια αυξημένη ευαισθητοποίηση σε ό,τι αφορά τα ζητήματα αυτά.

Παράλληλα, πρωτοβουλίες όπως το Σχέδιο Δράσης για τη Χρηματοδότηση της Αειφόρου Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχει στόχο τον αναπροσανατολισμό ροής κεφαλαίων προς την κατεύθυνση βιώσιμων επενδύσεων, τη διαχείριση των χρηματοοικονομικών κινδύνων που απορρέουν από την κλιματική αλλαγή, την περιβαλλοντική υποβάθμιση και τα κοινωνικά ζητήματα, και τέλος την ενίσχυση της διαφάνειας και της μακροπρόθεσμης οικονομικής και χρηματοπιστωτικής δραστηριότητας, παίζουν κι αυτές σημαντικό ρόλο, αυξάνοντας τα κίνητρα για πράσινη χρηματοδότηση.

Προσοχή στις απομιμήσεις...

Στο τέλος βέβαια της ημέρας, η επένδυση πρέπει να έχει νόημα και για την τσέπη αυτών που τη χρηματοδοτούν και μέχρι προσφάτως, η ιδέα ότι οι πράσινες επενδύσεις μπορούσαν, πέρα από ηθική ικανοποίηση, να προσφέρουν ελκυστικές αποδόσεις ήταν μάλλον αμφισβητούμενη. Το 2012 ακαδημαϊκοί του Πανεπιστημίου του Μισούρι μελέτησαν 131 πράσινα αμοιβαία κεφάλαια και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα πήγαν χειρότερα από παραδοσιακά funds.

Φυσικά, η συγκεκριμένη αγορά είναι ακόμη σε πρώιμο στάδιο, ενώ η ασάφεια σε σχέση με το τι λογίζεται ως πράσινο και τι όχι υπογραμμίζει την απουσία παγκόσμιων προτύπων που με συνέπεια θα κατηγοριοποιούν τις επενδύσεις με βάση το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα. Επιπροσθέτως, έχουμε στη διάθεσή μας πολύ περιορισμένα στοιχεία για να συγκρίνουμε την απόδοση των συγκεκριμένων επενδύσεων σε σχέση με άλλες πιο παραδοσιακού τύπου. Στον βαθμό, πάντως, που οι επενδυτές εξακολουθήσουν να βρίσκουν ελκυστικό τον συνδυασμό ηθικής και κερδοφορίας, η αγορά θα συνεχίσει να μεγαλώνει.

Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Παρασκευής 24 Μαΐου