«Όταν γεράσετε, θα τα πούμε»

Παίρνουμε τη σκυτάλη από την κατακλείδα του εξαιρετικού χθεσινού άρθρου του Δημήτρη Καμπουράκη. 

«Οι οικογένειες δεν είναι πια σε θέση να κρατήσουν τους παππούδες όπως κάποτε, άλλαξε η κοινωνία μας. Τα έχω ξαναγράψει, αλλά ουδείς βάζει αυτή την ιστορία μέσα στους σχεδιασμούς των Ταμείων Ανάκαμψης, στα ΕΣΠΑ και σε όλα τα υπόλοιπα αναπτυξιακά εργαλεία. Οι ενενηντάρης γέρος έχει γιο εβδομηντάρη, ποιος θα περιποιηθεί ποιον; Φροντίστε όσο προλαβαίνουμε, αλλιώς αυτά που είδαμε στα Χανιά θα τα βλέπουμε κάθε μήνα».

Έτσι συμβαίνει για όλα όσα λέμε ότι ιεραρχούμε ως σημαντικά σε αυτή τη χώρα. Αρκεί να δούμε το ασφαλιστικό. Ασχολούμαστε επί χρόνια, σχεδόν καθημερινά και πάνω από όλα υστερικά με ό,τι αφορά τις συντάξεις. Και όταν έρχεται η ώρα οι δικαιούχοι να εισπράξουν αυτές τις...χιλιοτραγουδισμένες συντάξεις για τις οποίες έχουν παιχτεί μέχρι και εθνικά δράματα, δεν μπορούν, πριν να περάσουν χρόνια.

Κάπως έτσι συμβαίνει και με την περίθαλψη των ηλικιωμένων. Μας αρέσει να κομπάζουμε ότι διατηρούμε κάποιες παραδοσιακές αρχές με ουσία και νόημα, όπως η οικογένεια αλλά ως πολίτες ανεχόμαστε από τις κυβερνήσεις με τις οποίες υπογράφουμε κάθε φορά το περίφημο κοινωνικό συμβόλαιο να μην κάνουν κυριολεκτικά τίποτα στον σχεδιασμό πολιτικών για την τρίτη ηλικία, σε μια συγκυρία μάλιστα που οι δημογραφική εξέλιξη είναι γνωστή και δεν αφήνει κανένα περιθώριο για ολιγωρία και οι ζωές των περισσότερων εξ ημών, όπως επισημαίνει και ο Δ.Καμπουράκης, έχουν αλλάξει τόσο ώστε να αδυνατούμε να φροντίσουμε τους ηλικιωμένους με τον τρόπο που γινόταν παλαιότερα.

«Σε σοβαρές χώρες η συμμετοχή του κράτους σε οίκους ευγηρίας είναι ποσοστό της σύνταξης και παρέχουν τα πάντα, χωρίς το κόστος να επιβαρύνει τους συγγενείς», μας επεσήμανε χρήστης του τουίτερ σε μια σχετική συζήτηση. Είναι οι χώρες που κανείς δε συνταξιοδοτούνταν μετά από 15 χρόνια εργασίας ή στα 50 ή δεν εισέπραττε διπλή σύνταξη.

Παράλληλα, μιλάμε για «ασημένιο τουρισμό» ενώ ξέρουμε ότι για να προσελκύσεις ηλικιωμένους δεν αρκεί το κλίμα αλλά απαιτούνται καλές δομές υγείας. Εμείς δεν έχουν καν οίκους ευγηρίας προσιτούς σε όλους τους Έλληνες που να παρέχουν αξιοπρεπή διαβίωση!

Ο πληθυσμός γερνάει και δε βλέπουμε να γίνεται καμία σοβαρή συζήτηση για το πως θα διαχειριστούμε τη νέα αυτή πραγματικότητα. Μάλιστα, δείχνει ανοησία να ζητήσουμε μακροπρόθεσμο σχεδιασμό όταν το Κράτος επιτρέπει τη λειτουργία οίκων ευγηρίας χωρίς άδεια. Όταν δεν έχουμε καταφέρει οι υπάρχουσες, λειψές δομές να είναι αδειοδοτημένες και εποπτευόμενες «με τη μούτρα» να πιέσουμε για μακροπρόθεσμο σχεδιασμό;

Είμαστε πολύ πίσω και αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί και το κυριότερο; Δεν μπορεί κάθε φορά να είναι η φρίκη η αφορμή για να διαπιστώσουμε απλώς την ανάγκη για μια σοβαρή συζήτηση.