Ο Τσίπρας «λείπει», ο Ντελόρ «ζει» θα το φάμε και τ' αρνί
Η δυστοπία της αντιπολίτευσης

Ο Τσίπρας «λείπει», ο Ντελόρ «ζει» θα το φάμε και τ' αρνί

Η επόμενη μέρα της πανδημίας θα θέσει υπαρξιακά ζητήματα για τη χώρα, την κοινωνία, την πολιτική και τους φορείς της. Στην καλύτερη περίπτωση θα έχουμε καταφέρει να αποφύγουμε δυσανάλογες ανθρώπινες απώλειες αλλά όχι και την επισώρευση οικονομικών ερειπίων. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη μπορεί να δίνει καθημερινά διαπιστευτήρια αποτελεσματικότητας αλλά την επομένη μέρα, η δική της προσπάθεια δεν θα είναι αρκετή.

Θα απαιτηθεί η συνδρομή της αντιπολίτευσης. Και κυρίως της αξιωματικής. Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας να επωμιστούν το βάρος που τους αναλογεί για την ανασυγκρότηση της χώρας, μόλις «λογαριάσουμε» την οικονομική καταστροφή; Η επαναφορά τους στο αλήστου μνήμης «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» που μοίραζε ανύπαρκτα δισεκατομμύρια  και ευμάρεια και η λαϊκίστικη «απαίτηση» του κ. Τσίπρα προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη την περασμένη Πέμπτη στη Βουλή «δαπανήστε τώρα»  ό,τι υπάρχει και δεν υπάρχει κάνουν την απάντηση προφανή. 

Το ποτήρι της πολιτικής αμηχανίας

« Είμαι εδώ για να ακούσω κάθε σοβαρή κριτική, κάθε χρήσιμη πρόταση. Δεν είναι, όμως ώρα για κοντόφθαλμη αντιπολίτευση ούτε πολύ περισσότερο για χυδαίες διχαστικές επιθέσεις» ακούστηκε κάπου στο μέσον της ομιλίας του ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξηγώντας ότι δεν έχει να λογαριαστεί με κανέναν παρά μόνο να δίνει λογαριασμό στους πολίτες.

Ο Αλέξης Τσίπρας και η Φώφη Γεννηματά συγχρονισμένοι στο ίδιο δευτερόλεπτο κάνουν την ίδια κίνηση αμηχανίας: πιάνουν το ποτήρι του νερού που βρισκόταν μπροστά τους και το έφεραν στα χείλη τους. Τους είχε προλάβει, ένα κλάσμα του δευτερολέπτου νωρίτερα ο Νίκος Παππάς που κατέφυγε στο ποτήρι του νερού. Η αποστροφή Μητσοτάκη δεν ήταν μια από τις συνήθεις διεξόδους των κυβερνήσεων με στόχο την απονεύρωση της κριτικής της αντιπολίτευσης. 

‘Ηταν μια διακριτική έκκληση, κυρίως προς τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης ,τώρα που η χώρα μάχεται με την πανδημία, να αυτοπεριοριστούν τα στελέχη του που καιροφυλακτούν και προσδοκούν έναν μακάβριο λογαριασμό για τη χώρα.

Μια έκκληση, χωρίς περιθώρια ουσιαστικής ανταπόκρισης καθώς η στρατηγική της διπλής γραμμής του ΣΥΡΙΖΑ εκπορεύεται απευθείας από τον αρχηγό της. Και εκφράζεται από τον ίδιο και από στελέχη που «αναφέρονται» απευθείας σε εκείνον! Αυτή η «διπλή γραμμή» είναι για τον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ ό,τι ο αναπνευστήρας για τους βαριά νοσούντες από τον Covid19.

Τους παρέχει το οξυγόνο να συντηρούνται ενώ ο Μητσοτάκης καταλαμβάνει όλο τον ζωτικό πολιτικό χώρο επισωρεύοντας κεφάλαιο και εμπιστοσύνη.

Η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών που επέλεξαν τον ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιουλίου ( περίπου 78%) εμπιστεύεται και επικροτεί το σχέδιο της κυβέρνησης με το ποσοστό εκείνων που την κρίνουν αρνητικά να περιορίζεται μόλις στο 18%.  Ο κ. Τσίπρας - ο οποίος κατά τη συζήτηση στη Βουλή απέδωσε στον εαυτό του τον χαρακτηρισμό «μεγάθυμος» - επιδεικνύει μια πονηρή μετριοπάθεια. ‘Οσοι όμως κομίζουν την γραμμή της Κουμουνδούρου ομολογούν ότι  χωρίς σκληρή αντιπολίτευση θα ζήσουν την δική τους… εκλεγμένη δυστοπία. 

«Βρισκόμαστε σε μια χρονική καμπή που οι αντιπολιτευτικές αβρότητες πρέπει να μπουν στην άκρη απέναντι σε μια κυβέρνηση που υποκρίνεται πως νοιάζεται για το λαό της, ενώ τον πετσοκόβει σε ζωντανές μεταδόσεις. Ας αφήσουμε την ομοψυχία στις σημειώσεις των λογογράφων, διαφορετικά θα ζήσουμε τη δική μας εκλεγμένη δυστοπία» έγραφε κύριο άρθρο στην «Αυγή» λίγες ώρες πριν ο «μεγάθυμος» Αλέξης Τσίπρας κινηθεί στη Βουλή στα δύο άκρα του άξονα, στηρίζω και υποσκάπτω. 

Στην ουσία, το μήνυμα του ήταν : Στηρίζω αναγκαστικά τα μέτρα που ούτως ή άλλως επικροτεί η κοινωνία αλλά υπονομεύω την εμπιστοσύνη της διατυπώνοντας τον ισχυρισμό ότι ο Μητσοτάκης προχωρεί σε παροχές προς οικονομικά ισχυρές ομάδες και ετοιμάζει «το επόμενο διάστημα νέες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις».  Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης αντιμέτωπος με την «εκλεγμένη δυστοπία» του, σιγά σιγά προετοιμάζεται και προετοιμάζει το αφήγημα ενός «πετσοκομένου λαού».

Το οποίο θα φωνάζει, πάνω στα οικονομικά ερείπια που θα αφήσει αναμφίβολα πίσω της η πανδημία. Το χτίζει με τις δήθεν σοβαρές προτάσεις του κόμματός του για τις οικονομικές συνέπειες που παραπέμπουν σε αξιοπιστία και σοβαρότητα «στο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» επί πέντε. 

« Δαπανήστε τώρα», «να ανοίξουν οι τραπεζίτες τις κάνουλες» ήταν από τις  χαρακτηριστικές τους ατάκες στη Βουλή την ώρα που ο Νίκος Παππάς υπολόγιζε με αμφίβολες μεθόδους πόσα δίνουν οι άλλες χώρες για να στηρίξουν τις οικονομίες τους και ο Αλέξης Χαρίτσης ανεβοκατέβαζε κατά το δοκούν το κόστος από τις  προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ. 

Στην παρούσα φάση ο Τσίπρας «λείπει» από το χορό των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ που σταλάζουν το δηλητήριο στην κοινωνία. Ετσι λείπει, κι όχι με τον τρόπο που το εννοούσαν ο Νίκος Παππάς και ο Κώστας Αρβανίτης στην διαδικτυακή τους συνομιλία όπου ακούστηκε η παραπάνω φράση. Για να συμφωνήσουν οι δύο τους ότι αν σήμερα ο Τσίπρας ήταν πρωθυπουργός «θα συνέχιζε να κάνει επιτυχώς αυτό που έκανε!».

Ο Μαύρος Κύκνος, η Φώφη και η συμβολή του ΚΙΝΑΛ

Η εποχή του «μαύρου κύκνου» που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας όπως παρατήρησε η κ. Γεννηματά στη δική της παρέμβαση στη Βουλή, δεν επιτρέπει αισιοδοξία για την πορεία του ΚΙΝΑΛ. Η ευχή και προσδοκία της να ηττηθεί πρώτος  ο λαϊκισμός και ο κυνισμός συνοδεύτηκε από ένα μεγάλο παράπονο που στην ουσία του εμπεριέχει το πολιτικό αδιέξοδο του κόμματος που ηγείται. Το ΚΙΝΑΛ και οι προτάσεις του δεν ακούγονται. «Φαίνεται ότι κάποιοι συμπεριφέρονται στην πολιτική ζωή του τόπου σαν να μην υπάρχουμε ή για κάποιο λόγο δεν μας ακούνε…» σημείωσε η κ. Γεννηματά καταθέτοντας στα πρακτικά της Βουλή φάκελο με τις προτάσεις που είχαν διατυπώσει στελέχη του ΚΙΝΑΛ για την αντιμετώπιση της πανδημίας, προκειμένου όπως είπε  «να αποκατασταθεί η συμβολή του ΚΙΝΑΛ».

Το πολιτικό παράπονο της κυρίας Γεννηματά έχει βάση. Αλλά έχει λάθος αποδέκτες. Οι ψηφοφόροι του ΚΙΝΑΛ φαίνεται πως συγκρατήθηκαν εντός των τειχών για καθαρά συναισθηματικούς λόγους στις τελευταίες εκλογές. Το φόβητρο της νέας δεξιάς εκλείπει όσο ο Μητσοτάκης πρωτοστατεί κατά των «Ορμπαν» και των πρακτικών του, λειτουργεί θεσμικά ανεπίληπτα και δημοκρατικά και όσο στελέχη του άλλοτε ΠΑΣΟΚ πρωτοστατούν στον εκσυγχρονισμό του κράτους, την ασφάλεια ως συνταγματικού δικαιώματος των πολιτών.

Η φωνή του ΚΙΝΑΛ όντως δεν ακούγεται στα αυτιά των πολιτών όπως δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις, ίσως γιατί οι κυβερνητικές πράξεις είναι ηχηρότερες. Ισως και να έχει δίκιο η κ. Γεννηματά να παραπονιέται ότι χάνεται η παραγωγή σημαντικού έργου σε επίπεδο προτάσεων από σημαντικά στελέχη του κόμματος. Δυστυχώς στη ζωή και στην πολιτική η «δικαιοσύνη» τέτοιας φύσης είναι σχετική. 

Ο Κυριάκος Βελόπουλος ο Ντελόρ και το αρνί 

Κινδυνεύει ο λαϊκισμός και η δημαγωγία από την πανδημία του κορονοιού; Η απάντηση ακόμη και των πλέον αισιόδοξων, δεν είναι καταφατική. Για τους κατεξοχήν πολιτικούς εκφραστές του που δεν ασκούν διακυβέρνηση είναι business as usual. Αυτό έκανε και ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης στη συζήτηση στη Βουλή που σε ένα ρεσιτάλ άγνοιας και πονηρίας «πέθανε» τον πρώην πρόεδρο της Κομισιόν Ζακ Ντελόρ και μετά έριξε την ευθύνη στον ατυχή βουλευτή του κύριο Βιλιάρδο.

Απρόσεκτος και απαράσκευος άκουσε τον Μητσοτάκη να λέει  «Προσυπογράφω τα λόγια ενός μεγάλου Ευρωπαίου, του Ζακ Ντελόρ, ο οποίος στα ενενήντα τέσσερά του προειδοποίησε ότι σε αυτή τη συγκυρία η έλλειψη αλληλεγγύης θέτει την Ευρώπη σε θανάσιμο κίνδυνο.» και απάντησε « Επικαλεστήκατε και την περίφημη ρήση του Ζακ Ντελόρ, αλλά ο Ζακ Ντελόρ πέθανε». Την άγνοια του Κ. Βελόπουλου διόρθωσε ο κ. Τσίπρας με τον πρόεδρο της Ελλ. Λύσης να δείχνει αντανακλαστικά…Τσίπρα!

« Δεν πέθανε ακόμα; Να ζήσει άλλα εκατό χρόνια ο άνθρωπος. Ρώτησα τον κ. Βιλιάρδο και μου απάντησε.  Εν πάση περιπτώσει, δεν πέθανε». Ο αθάνατος λαϊκισμός συνεχίστηκε για το κατσίκι του κτηνοτρόφου που περίμενε το Πάσχα να το πουλήσει αλλά τώρα βγαίνει ο Χαρδαλιάς και του λέει « δεν θα σουβλίσεις». Την αυλαία στο παράλογο έριξε ο πνευματώδης πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας απευθυνόμενος στον κ. Βελόπουλο: «Και ο Ντελόρ ζει και το αρνί θα το φάμε». 

Λύκοι και τρωκτικά

Στις πρωτόγνωρες συνθήκες η ελληνικής κοινωνία μπήκε έχοντας το προνόμιο της πρότερης επώδυνης γνώσης πως κυβερνάται μια χώρα από ανίδεους, επικίνδυνους, λαϊκιστές «σωτήρες» και φίλους του λαού.

Πως ουδέτεροι, ισορροπιστές χάνουν πολύτιμο κεφάλαιο που θα μπορούσε να τεθεί στην υπηρεσία της χώρας, στην προσπάθεια να ισορροπήσουν ανάμεσα σε δύο θεωρητικά εξίσου κακά.

Πως επιτήδειοι πατριδοπώλες και σεναριοπώλες και γενικώς πωλητές, μετεκπαιδεύουν τους ευάλωτους να μετατραπούν σε ανεγκέφαλους.

Και πως πολιτικοί νάρκισσοι μετατρέπουν την οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα σε καθρέφτη να αντιφεγγίζει το είδωλό τους. 

Στο «αύριο» και στα  οικονομικά ερείπια που προβλέπουν αισιόδοξοι και απαισιόδοξοι δεν επιβιώνουν ούτε καν οι λύκοι παρά την έφεσή τους στην αναμπουμπούλα,  επιβιώνουν μόνον τρωκτικά.