Ο Schopenhauer και το ελληνικό κράτος δικαίου

Ο Schopenhauer και το ελληνικό κράτος δικαίου

Του Ανδρέα Ζαμπούκα

Το σπουδαιότερο έργο του Arthur Schopenhauer είναι «Ο Κόσμος ως Βούληση και ως Παράσταση», όπου τονίζει τον ρόλο του κύριου κινήτρου δράσης των ανθρώπων, τη Βούληση. Αντίθετα από τον Hegel που θεωρούσε ότι η κοινωνία διέπεται από μια κατευθυντήρια συλλογική συνείδηση, πίστευε ότι οι άνθρωποι υποκινούνται από τις προσωπικές τους βασικές επιθυμίες, ή από τη «βούληση του ζην», η οποία κατεύθυνε όλη την ανθρωπότητα. Ως προς την πολιτική σκέψη, είναι σαφώς φιλελεύθερος με την έννοια της αυτοδιάθεσης του ατόμου, δέχεται όμως και την αναγκαιότητα του κράτους του Thomas Hobbes.

Ο Schopenhauer και πολλοί άλλοι Ευρωπαίοι διανοητές είναι βέβαιο ότι συνέβαλαν σε μεγάλο βαθμό στη δημιουργία του ευρωπαϊκού εθνικού «Κράτους Δικαίου». Οι επιρροές φαίνονται ξεκάθαρα στην προσπάθεια των εθνικών κρατών του 19ου αιώνα να συγκροτήσουν τα πρώτα συντάγματα και να βάλουν τις βάσεις για τις δημοκρατίες του 20ου αιώνα. Αντίθετα με τους δυτικούς, το μικρό ελληνικό βασίλειο του 1832 δεν μπόρεσε να εισάγει στην πολιτική διαχείριση ούτε τις θεωρίες των φιλοσόφων, ούτε και τις έννοιες δικαίου των σύγχρονων πολιτικών βάσεων.

Η πολιτιστική παρακαταθήκη των μεταοθωμανικών Ελλήνων έμοιαζε με τον τύπο ανθρώπου που έχει στον νου του ο Schopenhauer. H ατομική βούληση κυριαρχούσε και κυριαρχεί ασφαλώς ως σήμερα, έναντι της συλλογικής συνείδησης. Οι προσωπικές επιθυμίες και η «βούληση του ζην», επίσης, έδιναν πάντα ώθηση στις προσωπικές φιλοδοξίες και έδιναν την ψευδαίσθηση ότι οι Έλληνες είναι γεννημένοι «φιλελεύθεροι» αλλά απαλλαγμένοι από οποιοδήποτε κράτος δικαίου.

Εν τω μεταξύ, σε όλες τις περιόδους, έλειπε η αστική τάξη η οποία θα ενσωμάτωνε την ηθική και τους κανόνες μιας κοινωνίας δικαίου και θα απέβαλε τον παρασιτισμό. Μια αστική τάξη που θα αναλάμβανε να μεταφέρει στη λαϊκή συνείδηση την πνευματικότητα της διανόησης, που θα δημιουργούσε συλλογικότητες και θα εκβιομηχάνιζε τη χώρα και την οικονομία της. Οπότε η ατομική «βούληση» στην οποία επιμένει ο Γερμανός φιλόσοφος παρέμενε και παραμένει ως σήμερα ανεξέλεγκτη και χωρίς καμία διάθεση συγχρωτισμού με το σύνολο.

Έτσι, ενώ οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι καθοδηγούνταν από μία αυτενέργεια στην αναζήτηση του δικαίου –έστω και υποκριτικά– η ελληνική συνείδηση την απέφευγε, όπως ο διάβολος το λιβάνι! Φτάσαμε λοιπόν, σήμερα, να βιώνουμε άλλη μία κηδεμονία από τις πολλές που έζησε το νεοελληνικό κράτος, στα 200 χρόνια της ύπαρξής του. Και όχι μόνο επιμένουμε να προτάσσουμε και πάλι την ατομική «βούληση», αλλά χρησιμοποιούμε την εξάρτηση από τους ξένους σαν το καλύτερο άλλοθι για να αποφύγουμε την επιβολή του δικαίου.

Ίσως είναι υπερβολικό να το διαπιστώνει κανείς, αλλά μάλλον δεν έχουμε κράτος δικαίου. Ούτε ο θεσμός της Δικαιοσύνης λειτουργεί σαν λειτουργικός άξονας εγγυήσεων για τις δράσεις μας (επιχειρηματικότητα, οικονομία, πολιτισμός, κοινωνική δικαιοσύνη, απονομή δικαίου στα δικαστήρια, καταπολέμηση της διαφθοράς κτλ), ούτε και μέσα στην κοινωνία οι άνθρωποι κατανοούν την έννοια της αμοιβαιότητας και του δικαίου. Είναι φανερό ότι παντού κυριαρχεί η βούληση της κυριαρχίας και της εξάπλωσης της προσωπικής ηθικής. Σαν να παλεύουμε να μείνουμε μόνοι παρέα με τη βουλιμία μας και ταυτόχρονα το κράτος «να μας αφήνει ελεύθερους προς την αναζήτηση της προσωπικής λύτρωσης»!

Χθες βράδυ, στη Βουλή ειπώθηκαν πολλά για τη Δικαιοσύνη και απολύτως τίποτα για το «δίκαιο». Για μια ακόμα φορά, φάνηκε η συνειδητή αδιαφορία του πολιτικού συστήματος να επιδιώξει την εξυγίανσή της. Στην πραγματικότητα, η χώρα χρειάζεται νέο Σύνταγμα, ανεξαρτησία στους θεσμούς (Ανεξάρτητες Αρχές παντού) και απαλλαγή από την κομματοκρατία. Χρειάζεται ακόμα μια επανάσταση στο εκπαιδευτικό σύστημα που θα εμπνεύσει στους νέους ανθρώπους την έννοια του δικαίου και της συλλογικής αποτίμησης των αξιών. Αντί γι΄ αυτό όμως, οι εξουσίες που ποτέ δεν έκαναν κάτι καλύτερο επιμένουν να τοποθετούν τον επικοινωνιακό αμοραλισμό πάνω από την έννοια της δικαιοσύνης.

Ο Schopenhauer αποδίδει στον άνθρωπο τρία βασικά ελατήρια των πράξεών του: τον εγωισμό, την κακία και τον οίκτο. Και τα τρία είναι επικίνδυνα, αν δεν περιορίζονται από το κράτος δικαίου και τη θεσμική κατοχύρωση των αξιών του. Στον πολιτιστικό μας DNA δυστυχώς έχουμε και τα τρία υπερτροφικά. Κράτος δικαίου δεν έχουμε…