Ο Πολάκης, οι υποκλοπές του και η (για άλλη μία φορά) εκτροπή των θεσμών

Ο Πολάκης, οι υποκλοπές του και η (για άλλη μία φορά) εκτροπή των θεσμών

Του Χάρη Τσιλιώτη*

tsiΔιαβάζοντας στην άκρως φιλοκυβερνητική ιστοσελίδα documento τον διάλογο μεταξύ του Αναπληρωτή Υπουργού Υγείας Π. Πολάκη και του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γ. Στουρνάρα εύκολα αντιλαμβάνεται κάποιος ότι ο δημοσιευθείς διάλογος αποτελεί προϊόν υποκλοπής, εφόσον παρατίθεται λέξη προς λέξη και μάλιστα με λεπτομέρειες και όχι εν είδει περιλήψεως η στιχομυθία που διημείφθη τηλεφωνικά μεταξύ των δύο ανδρών.

Το περιεχόμενο της στιχομυθίας επιβεβαίωσε με ανάρτηση στου στο facebook και ο ίδιος ο Αναπληρωτής Υπουργός Υγείας. Το ότι πρόκειται περί υποκλοπής καταφαίνεται από το πρόδηλο γεγονός ότι ο κ. Στουρνάρας δεν είχε δώσει την συναίνεσή του για την καταγραφή αυτής της συνομιλίας, όπως προφανώς δεν έδωσε την συναίνεσή του στην χρήση αυτής της συνομιλίας με την δημοσιοποίησή της στην ως άνω ιστοσελίδα.

Σύμφωνα με το άρθρο 370Α παρ. 1 ΠΚ όποιος αθέμιτα παγιδεύει ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο παρεμβαίνει σε συσκευή, σύνδεση ή δίκτυο παροχής υπηρεσιών τηλεφωνίας ή σε σύστημα υλικού ή λογισμικού, που χρησιμοποιείται για την παροχή τέτοιων υπηρεσιών, με σκοπό ο ίδιος ή άλλος να πληροφορηθεί ή να αποτυπώσει σε υλικό φορέα το περιεχόμενο τηλεφωνικής συνδιάλεξης μεταξύ τρίτων ή τα στοιχεία της θέσης και κίνησης της εν λόγω επικοινωνίας, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών. Με την ίδια ποινή τιμωρείται η πράξη του προηγούμενου εδαφίου και όταν ο δράστης αποτυπώσει σε υλικό φορέα το περιεχόμενο της τηλεφωνικής επικοινωνίας του με άλλον χωρίς τη ρητή συναίνεση του τελευταίου.

Κατά την παρ. 3 δε του ιδίου άρθρου με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών τιμωρείται όποιος κάνει χρήση της πληροφορίας ή του υλικού φορέα επί του οποίου αυτή έχει αποτυπωθεί με τους τρόπους που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 αυτού του άρθρου.

Από τις παραπάνω διατάξεις του ΠΚ συνάγεται ότι τόσο η αποτύπωση σε υλικό φορέα του περιεχομένου της τηλεφωνικής επικοινωνίας από τον δράστη με άλλο πρόσωπο χωρίς την συναίνεση του τελευταίου (κοινώς υποκλοπή) όσο και η χρήση της υποκλοπής καθεαυτής ή και απλά της πληροφορίας από την υποκλαπείσα συνομιλία π.χ. διά της δημοσιεύσεως σε μέσο μαζικής ενημέρωσης αποτελεί ποινικό αδίκημα κακουργηματικού χαρακτήρα.

Κατά συνέπεια στην προκείμενη περίπτωση της τηλεφωνικής συνομιλίας των κ.κ. Πολάκη και Στουρνάρα ακόμα κι αν δεν δημοσιεύθηκε αυτούσια η υποκλαπείσα συνομιλία, που επαναλαμβάνω το αντίθετο προκύπτει από το περιεχόμενό της, και μόνη η δημοσίευση του περιεχομένου της, έστω σε γενικές γραμμές, επισύρει τις ίδιες συνέπειες. Δεδομένου ότι η υποκλοπή και η δημοσίευση φέρεται να διεπράχθησαν στις 18 Φεβρουαρίου 2019 θεωρούνται μέχρι την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές κατά το άρθρο 242 ΚΠΔ ως αυτόφωρα εγκλήματα και μάλιστα σε συνδυασμό με το άρθρο 18 ΠΚ ως αυτόφωρα κακουργήματα.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο κ. Πολάκης δεν μπορεί να επικαλεστεί την βουλευτική του ασυλία κατά το άρθρο 62 υποπαρ. 1 Σ, η οποία υπό άλλες συνθήκες θα αποτελούσε κώλυμα σε ενδεχόμενη δίωξή του, διότι ισχύει εν προκειμένω η υποπαρ. 4 του ιδίου άρθρου κατά την οποία δεν απαιτείται άδεια της Βουλής για τα αυτόφωρα κακουργήματα. Ούτε πάλι μπορεί να επικαλεστεί τις διατάξεις του άρθρου 86 Σ για την ποινική ευθύνη των Υπουργών διότι το αδίκημα του άρθρου 370Α ΠΚ δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι διεπράχθη στο πλαίσιο των υπουργικών του καθηκόντων κατά συνέπεια δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 86 Σ ούτως ώστε να είναι απαραίτητο να επιληφθεί η Βουλή.

Τι σημαίνουν τα ανωτέρω; Δεδομένης της δημόσιας ομολογίας διά μέσου κοινωνικής δικτύωσης της διάπραξης των ως άνω ποινικών αδικημάτων θα έπρεπε να κινηθεί η διαδικασία της αυτεπάγγελτης ποινικής δίωξης των κ.κ. Πολάκη και Μπαξεβάνη, του τελευταίου ως υπευθύνου της ιστοσελίδας documento. Αντ' αυτού πληροφορηθήκαμε ότι ο Προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών διέταξε την διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης για να διακριβωθεί εάν η καταγραφή έγινε χωρίς την συναίνεση του κ. Στουρνάρα και από ποιον διέρρευσε η συνομιλία, την στιγμή που από ανακοίνωση του τελευταίου σαφώς προκύπτει ότι αυτός δεν συνήνεσε ενώ την δημοσιοποίηση της υποκλαπείσης συνομιλίας σαφώς συνομολογεί ο κ. Πολάκης σε μεταγενέστερη ανάρτησή του σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης.

Απ' ό,τι διαφαίνεται η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης αποτελεί ελιγμό της εισαγγελικής αρχής για να αποφευχθεί η προθεσμία του αυτοφώρου. Η όλη αυτή κατάσταση, όμως, σημαίνει πολλά περισσότερα: Σημαίνει ότι για άλλη μία φορά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ απαξιώνει διά του κ. Πολάκη κατά προκλητικό τρόπο τους θεσμούς. Εάν πιστέψουμε τον διάλογο που διημείφθη με τον κ. Στουρνάρα και την μεταγενέστερη ανάρτηση του Αναπληρωτή Υπουργού Υγείας σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης πρόκειται περί ευθείας απειλής κατά του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Ο κ. Πολάκης απαξιώνει την ανεξαρτησία της Τράπεζας, τον θεσμό και το πρόσωπο του Διοικητή και όπως έκανε και με τους Δικαστές πριν από λίγο καιρό, του υπαγορεύει πώς θα πρέπει να ασκήσει τα καθήκοντά του, μη έχοντας προς τούτο την οποιαδήποτε αρμοδιότητα. Η κορωνίδα της θεσμικής απαξίωσης είναι η υποκλοπή και η δημοσίευσή της. Κάθε ημέρα που περνάει συνειδητοποιούμε με τον κ. Πολάκη ότι ο κατήφορος δεν έχει σταματημό και το βαρέλι δεν έχει πάτο. Η θεσμική παρακμή και σήψη δεν έχει όρια.

Αλήθεια αναρωτιέμαι: Η Ευρωπαϊκή Ένωση τι κάνει; Δεν βρισκόμαστε ενώπιον παραβίασης της αρχής του κράτους δικαίου, της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, εφόσον της υπαγορεύεται να μην πράξει τα δέοντα, και της Κεντρικής Τράπεζας; Τα παραπάνω δεν συνιστούν παραβίαση των αξιών της ΕΕ, αντίστοιχη με αυτές για τις οποίες παραπέμπονται η Πολωνία και η Ουγγαρία για την επιβολή κυρώσεων σύμφωνα με το άρθρο 7 ΣΕΕ; Τόσο πολύ χρειάζεται η ΕΕ τον κ. Τσίπρα για να υπογράψει και άλλες Συμφωνίες και να επιβάλει χωρίς διαμαρτυρίες και άλλα μέτρα; Δεν καταλαβαίνει η ΕΕ ότι με την ανοχή στις πρακτικές αυτές του κ. Τσίπρα, του κ. Πολάκη και των συν αυτώ απαξιώνεται στις συνειδήσεις ακόμα και ευρωπαϊστών πολιτών; Η απάντηση στις κάλπες των ευρωεκλογών στις 26 Μαΐου.

*Ο κ. Χάρης Τσιλιώτης είναι επίκουρος καθηγητής του τμήματος πολιτικής επιστήμης και διεθνών σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.