Ο Μπογδάνος, ο Κωνσταντίνος και ο 11ος κανόνας της πολιτικής

Ο Μπογδάνος, ο Κωνσταντίνος και ο 11ος κανόνας της πολιτικής

Του Αλέξανδρου Σκούρα 

Εδώ και αρκετές μέρες ήθελα να γράψω για το ζήτημα που προέκυψε όταν ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος βρέθηκε στο επίκεντρο του δημοσίου διαλόγου εξαιτίας ενός ιδιαίτερα ατυχούς χειρισμού μιας συνομιλίας του στο twitter.

Τον Κωνσταντίνο τον θεωρώ φίλο μου. Δεν μεγαλώσαμε μαζί, ούτε ποτέ βρεθήκαμε στα ίδια θρανία. Όμως, το ιδιαίτερο χάρισμα που έχει ως ραδιοφωνικός παραγωγός αποτέλεσε για μένα, στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας, λόγο για να ασχοληθώ με την πολιτική επικοινωνία και να δραστηριοποιηθώ ως πολίτης.

Όταν ξέσπασε η κρίση, και ενώ εργαζόταν ακόμα στο ραδιόφωνο του Flash, ο Μπογδάνος ξεσήκωσε έναν κύκλο προβληματισμένων νέων ανθρώπων με απώτερο σκοπό το “ψάξιμο” μιας χαμένης γενιάς. Ο κύκλος αυτός, ένα γνήσια grassroots κίνημα, ήταν η πρώτη μη-κομματική συλλογικότητα στην οποία μετείχα.

Μαζευόμασταν στο Bios μία με δύο φορές το μήνα για να νιώσουμε μέσα στη μαινόμενη τότε κρίση άνθρωποι, όντα κοινωνικά που επιδιώκουν την αμφίδρομη επικοινωνία με τους συνανθρώπους τους. Όταν συνειδητοποίησα τον αντίκτυπο που είχε στις μετέπειτα αποφάσεις μου η συμμετοχή μου στην πρώτη συγκέντρωση των G-30, της γενιάς των 30ρηδων, αλλά και τον μεγάλο αριθμό των αξιόλογων ανθρώπων που γνώρισα την περίοδο εκείνη, κατάλαβα το ιδιαίτερο χάρισμα έχει αυτός ο άνθρωπος.

Λίγους μήνες μετά πήρα τη δύσκολη απόφαση να φύγω από την Ελλάδα και να κυνηγήσω όνειρα και φιλοδοξίες στις ΗΠΑ. Επειδή το αντικείμενο της απασχόλησής μου ήταν στον χώρο της πολιτικής, με τον Κωνσταντίνο όχι μόνο κρατήσαμε επαφή, αλλά και ύστερα από δική του πρόταση του έκανα με κάθε ευκαιρία ραδιοφωνικές ανταποκρίσεις στις εκπομπές του από το Seattle, τη Virginia, και την Washington DC. Αρκετά συχνά τις παρεμβάσεις μου αυτές τις επεδίωκα ο ίδιος, καθώς κάθε φορά που μιλούσα μαζί του στο ραδιόφωνο αισθανόμουν ότι έκανα ένα μικρό καλό για την πατρίδα μας.

Μετά ήρθε η ενεργή ενασχόλησή μου με το ΚΕΦίΜ. Και πάλι, ο Κωνσταντίνος ήταν από τους πρώτους που πίστεψαν στην ανάγκη για ένα ελληνικό φιλελεύθερο think tank και σε κάθε ευκαιρία στήριξε την προσπάθεια αυτή χωρίς ποτέ να θέλει να επηρεάσει το τι λέμε και το τι κάνουμε ως οργανισμός. Μάλιστα πέρυσι, όταν σκεφτόμουν ποιος δημοσιογράφος θα μπορούσε να παίξει τον ρόλο ενός Έλληνα William Buckley Jr. και να φιλοξενήσει μία εκπομπή - video podcast με τίτλο Γραμμή του Πυρός, ο Κωνσταντίνος ήταν ο πρώτος οικοδεσπότης που μου ήρθε στο μυαλό. Όχι επειδή είναι ο μοναδικός δημοσιογράφος με γνώσεις περί φιλελευθερισμού και συντηρητισμού, με πνεύμα και ποιότητα λόγου, αλλά και επειδή συνδυάζει τα παραπάνω με μία ισχυρή δόση θάρρους, θράσους και αμεσότητας. Για λόγους εντελώς άσχετους με τη θέληση και των δυο μας να συνεχίσουμε αυτή τη συνεργασία το project αυτό δεν συνεχίστηκε .

Αφού λοιπόν σας έγραψα δημόσια μία σύντομη αναδρομή της προσωπικής και επαγγελματικής σχέσης που έχω με τον Κωνσταντίνο, νομίζω ότι απαλλάσσομαι και από την υποχρέωση της αντικειμενικότητας - και μπορώ πλέον, έχοντας αναγνωρίσει τις προκαταλήψεις μου, να περάσω και στο επίμαχο ζήτημα.

Όταν ενημερώθηκα λοιπόν για το επίμαχο tweet, η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι ο λογαριασμός του Κωνσταντίνου στο twitter είχε πέσει θύμα κάποιου χάκερ. Δεν πίστευα ότι ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος που ήξερα, ο άνθρωπος που αφιέρωσε τον τελευταίο χρόνο στο ξαναβρεί τον δημοσιογραφικό του εαυτό στο ραδιόφωνο, θα έγραφε κάτι τόσο λάθος και ακραίο. Δεν μπορώ να φανταστώ ούτε στιγμή ότι ο Κωνσταντίνος όντως θα ήθελε να δει τανκς να εισβάλουν στην ΕΡΤ.

Και, το λέω ξεκάθαρα, δεν με κάλυψε η απάντηση του Κωνσταντίνου ότι απλώς προσπάθησε να κάνει έναν χρυσαυγίτη να ψηφίσει ΝΔ. Αν είναι να μετατραπεί η Νέα Δημοκρατία σε λάιτ Χρυσή Αυγή για να την ψηφίσουν οι Χρυσαυγίτες, ζήτω που καήκαμε. Το πράγμα σε ό,τι με αφορά είναι απλό: Ήταν μια πολύ ατυχής στιγμή, το αποτελέσμα μιας επιπολαιότητας που είναι, δυστυχώς πρώτα για τον ίδιο, η άλλη πλευρά του νομίσματος του σπάνιου ενθουσιασμού που τον χαρακτηρίζει σε ό,τι κάνει. Φυσικά, αυτά τα γράφω εκ του ασφαλούς καθώς, σε αντίθεση με τον Κωνσταντίνο, ούτε ξύλο έχω φάει στα Εξάρχεια, ούτε λαμβάνω καθημερινά ευχές θανάτου και απειλές για εμένα και την οικογένειά μου.

Στο πλαίσιο της άγριας κριτικής που δέχτηκε ο Κωσταντίνος γι' αυτή του την επιπολαιότητα κυκλοφόρησε κι ένα τεστ στο διαδίκτυο που σε προκαλούσε να βρεις “ποιος το είπε, η Ελεύθερη Ώρα ή ο Μπογδάνος;” Το quiz το έκανα και πέτυχα 9/11 - ήταν για μένα αρκετά εύκολο να διακρίνω τον Μπογδάνο από τους ψεκασμένους δεξιούς. Καμία σχέση, τουλάχιστον για μένα, το ένα με το άλλο.

Αρκεί όμως μια στιγμή για να γίνει το κακό. Κι έτσι, πιστεύω πως τόσο το κύμα αυτής της άγριας κριτικής, όσο και ο αποκλεισμός του φίλου μου από τα ψηφοδέλτια της Νέας Δημοκρατίας, ήταν απολύτως αναμενόμενα. Μέσα στον ενθουσιασμό του, ο Κωνσταντίνος ξέχασε - ως μη όφειλε ως άνθρωπος που γνωρίζει τόσο καλά το πώς λειτουργεί η επικοινωνία και η πολιτική - πως όταν συνομιλείς σ' αυτόν τον τόνο στο διαδίκτυο με τύπους που έχουν μαιάνδρους στο προφίλ τους και ονειρεύονται τανκς, all hell will break loose που λένε και στο χωριό μου.

Δεν ξέρω τι αξία έχει η σημερινή μου τοποθέτηση, άλλωστε σκοπίμως περίμενα να ηρεμήσει κάπως η κατάσταση για να βάλω κι εγώ καλύτερα σε μια σειρά όσα ήθελα να πω, αλλά θεωρώ πως θα είναι ημιτελής αν δεν προσθέσω δύο πράγματα: Πρώτον, δεν μου περνά ούτε στιγμή από το μυαλό ότι ο Μπογδάνος που γνωρίζουν όλοι και ο Κωνσταντίνος που γνωρίζω εδώ και δέκα χρόνια είναι φασίστας σαν τον τύπο με τον μαίανδρο που ήθελε τα τανκς στο twitter ή έστω θα δεχόταν να παίξει τον ρόλο του φασίστα ή του συνοδοιπόρου για να πετύχει κάποιον ευγενέστερο στο μυαλό του σκοπό.

Το δεύτερο προέρχεται από τους 50 Κανόνες της Πολιτικής Διαδικασίας του Morton Blackwell: «Στην πολιτική έχεις τον λόγο σου και τους φίλους σου. Πρόδωσε κάτι από αυτά τα δύο και είσαι τελειωμένος». Εγώ λοιπόν ελπίζω - καλύτερα: πιστεύω - ότι ο φίλος μου Κωνσταντίνος Μπογδάνος με το θάρρος της αυτοκριτικής που σταθερά τον διακρίνει δεν θα προσπαθήσει να διορθώσει ένα κακό με κάτι άλλο χειρότερο, αλλά θα συνεχίσει μετά από αυτή τη δύσκολη και δυσάρεστη περιπέτεια να δίνει με πάθος - αλλά και με λίγο περισσότερη προσοχή στο εξής - τον αγώνα στη δημόσια σφαίρα της χώρας μας για τις φιλελεύθερες ιδέες που ξέρω καλά ό,τι τον εκφράζουν και τον εμπνέουν.