Ο μπάρμπας στην Κορώνη πέθανε, ζήτω ο μπάρμπας στις Βρυξέλλες!

Ο μπάρμπας στην Κορώνη πέθανε, ζήτω ο μπάρμπας στις Βρυξέλλες!

Του Παναγιώτη Καρκατσούλη*

Διαδίδεται τις τελευταίες ώρες ότι ο Πρωθυπουργός θα ανεβεί στη ΔΕΘ για να εξαγγείλει τη μεταρρύθμιση του κράτους (μετάφραζε: προσλήψεις)! Αν δεν είχαν μεσολαβήσει έξι χρόνια δραματικής οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής κρίσης θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει ότι η εξαγγελία αυτή και πολύ φυσιολογική είναι και συνιστά μια επιστροφή στην κανονικότητα. Εξ άλλου, οι προκάτοχοι του κυρίου Τσίπρα μακροημέρευσαν κάνοντας κυρίως, προσλήψεις. Αυτές αποτελούσαν το απόλυτο εφαλτήριο για την κατάληψη της εξουσίας και τον πιο σίγουρο τρόπο για τη διατήρησή της.

Εάν παρατηρήσει κανείς τι συνέβαινε στην Ελλάδα στις προεκλογικές χρονιές των τελευταίων εκατό χρόνων -όποτε, εννοείται, γίνονταν εκλογές- θα δει μια κανονικότητα στην αύξηση των προσλήψεων σ' αυτές ακριβώς τις χρονιές. Γνωστά, λίγο ως πολύ, πράγματα θα μου πείτε. Έτσι, λοιπόν, οι κυβερνήσεις της μεταδικατορικής Ελλάδας, εγκαταλείποντας τον σταθερό αριθμό των συν-πλην 250.000 δημοσίων υπαλλήλων μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '70, επέλεξαν να προχωρήσουν στην αύξησή του. Στο δρόμο που άνοιξε ο Α.Παπανδρέου, ο οποίος εφηύρε την έννοια του «ευρύτερου» δημόσιου τομέα, προχώρησαν με ζέση όλοι οι επόμενοι, εκσυγχρονιστές και μη. Σημίτης, Καραμανλής και Παπανδρέου ο νεώτερος κατάφεραν να πενταπλασιάσουν τον πληθυσμό των δημοσίων υπαλλήλων.

Έτσι, μετά την περίφημη εκείνη απογραφή του 2010, το πανελλήνιο πληροφορήθηκε ότι ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων άγγιζε το εκατομμύριο. Εννοείται ότι οι αριθμοί που αποτελούν το κεντρικό πεδίο της πολιτικής αντιπαράθεσης σ' αυτή τη χώρα, χειραγωγήθηκαν αναλόγως. Ο αριθμός των υπαλλήλων συνδέθηκε τόσο με κάποια από τις πολλές, διαφορετικές κατηγορίες που αυτοί μπορούν να ανήκουν όπως και με την κατάταξη των φορέων του δημοσίου σε εκείνους της γενικής κυβέρνησης και όλους τους άλλους. Τέλος πάντων, τσάτρα-πάτρα, επιχειρήθηκε ένα συμμάζεμα. Ορισμένα μέτρα, πρωτοφανή για ευρωπαϊκή χώρα, κρίθηκαν αναγκαία προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ευρηματικότητα του εθνικού νομοθέτη, όπως για παράδειγμα, η κατάργηση των «κενών οργανικών» θέσεων. Αυτές δεν αποτελούσαν παρά ένα πολύ γνωστό κόλπο των παροικούντων στην πολιτική και την διοίκηση με το οποίο οι διοικούντες «φούσκωναν» τους οργανισμούς του δημοσίου, δημιουργώντας τεχνητά κενά. Έτσι, λοιπόν, μια υπηρεσία που θα μπορούσε να λειτουργήσει με δέκα υπαλλήλους προέβλεπε στον οργανισμό της πενταπλάσιες θέσεις, ώστε να «έχει λαμβάνειν» από μελλοντικές προσλήψεις. Η εκτίμηση για το πόσοι πραγματικά χρειάζονται να κάνουν την α ή τη β δουλειά στο δημόσιο εξακολουθεί να γίνεται «με το μάτι».

Ο διψασμένος για εξουσία ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε, έτσι, μπροστά σε μια δύσκολη κατάσταση. Οι δανειστές ελέγχουν τις προσλήψεις και όσες επιτρέπονται γίνονται, στην κυριολεξία, με το σταγονόμετρο. Με δεδομένο το τείχος της απαγόρευσης, οι στρατηγοί του ΣΥΡΙΖΑ έπρεπε να εφεύρουν νέους τρόπους διεμβόλισής του. Η ιδέα που φαίνεται ότι υιοθετούν είναι, όντως, ευρηματική: Να ακυρώσουν την απαγόρευση μέσα από την ίδια την διοικητική μεταρρύθμιση! Να δείξουν, δηλαδή, ότι ικανοποιούν την απαίτηση για αποκομματικοποίηση και εκσυγχρονισμό του δημοσίου αλλά με τον δικό μας τρόπο, τον πελατειακό.

Η τεχνική έχει δοκιμαστεί κι αλλού: Η προσχηματική εφαρμογή των  μεταρρυθμίσεων επιτρέπει σε μια κυβέρνηση να δείχνει στο κοινό ότι αλλάζει κάτι, διατηρώντας αλώβητο μόνο το περίβλημα της αλλαγής και μη αλλάζοντας τίποτα («hollowing out»). Έτσι, λοιπόν, επαναφέρουν την «wish list» των μεταρρυθμίσεων (απλούστευση διαδικασιών, καλή νομοθέτηση,  διοίκηση μέσω στόχων και αποτελεσμάτων) έχοντας εντοπίσει που θα μπορούσε να υπεισέλθει ο πελατειασμός. Τα ρουσφέτια πρέπει να χωρέσουν στα ευρωπαϊκά προγράμματα μέσω των οποίων θα υλοποιηθούν οι μεταρρυθμίσεις. Πως; Μα εκεί που υπάρχει η «ανάπτυξη» ή η καθ' οιονδήποτε τρόπο «αξιοποίηση» του ανθρώπινου δυναμικού μπορεί να χωρέσουν οι «δικοί» μας. Κάποιοι άνθρωποι πρέπει να προσληφθούν επίσης  για να παράσχουν τις υπηρεσίες στις οποίες αναφέρεται το πρόγραμμα.

Λαμπρές τέτοιες ευκαιρίες δίνουν τα αναπτυξιακά προγράμματα, τα προγράμματα καινοτομίας, δια βίου μάθησης, κλπ. Το πρόβλημα μ' αυτά τα προγράμματα είναι ότι τελειώνουν μετά από μια πενταετία. Δεν μπορεί, δηλαδή, η κυβέρνηση να κάνει προσλήψεις τριακονταπενταετίας, όπως τον παλιό καλό καιρό. Αλλά, ποιος μας λέει ότι οι κουτόφραγκοι δεν θα συνεχίσουν να μας στηρίζουν με κοινοτικά προγράμματα και την επόμενη πενταετία; Έτσι κι αλλιώς οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών περιορίζονται να κοιτάνε τους δείκτες απορρόφησης. Ποιος θα ασχοληθεί να ψάξει ποιοι και με ποια κριτήρια προσλαμβάνονται για πρακτική σε κοινοτικά προγράμματα; Ιδού, λοιπόν, πεδίο δόξης λαμπρό.

Ο μπάρμπας στην Κορώνη μπορεί να είναι παρελθόν αλλά ο μπάρμπας των Βρυξελλών είναι παρόν και μπορεί, σε χαλεπούς καιρούς, κι ένα ελπιδοφόρο μέλλον!

*Ο κ. Παναγιώτης Καρκατσούλης είναι Γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας «Το Ποτάμι»