Ο μετανάστης του μεροκάματου

Έχω έναν γνωστό που μια ζωή οδηγούσε φορτηγό. Εσωτερικές μεταφορές εμπορευμάτων, διεθνείς μεταφορές, μια ζωή στους δρόμους. Τώρα που πέρασαν τα χρόνια και κουράστηκε να πηγαινοέρχεται στην Γαλλία και στην Γερμανία, έχει πιάσει δουλειά σαν οδηγός μπετονιέρας σε κατασκευαστική εταιρεία. Κάθε φορά που τον βλέπω με ρωτά με έκδηλη αγωνία, «θα γίνει ο ΒΟΑΚ;», «θα γίνει το Ελληνικό;», «θα γίνει ο Ε65;»

Μετανάστης του μεροκάματου ο άνθρωπος, σήμερα δουλεύει στον φράκτη του Έβρου κι αύριο ελπίζει να μεταφερθεί με την μπετονιέρα του στην καινούρια μαρίνα του Αλίμου που θα γίνει στη θέση της παλιάς ή στο Λασίθι για τον βόρειο άξονα της Κρήτης. «Άντε ρε παιδάκι μου να πέσει κάνα φράγκο να δουλέψουμε» λέει απλοϊκά μεν, αλλά όντας 100% μέσα στην πραγματική οικονομία. Κι όλο ρωτά τι είναι εκείνο το ταμείο ανάκαμψης που ακούει και πόσα λεφτά έχει και πότε θα αρχίσουν οι εργολαβίες με το χρήμα.

Θα μου πείτε, «πάλι στα μπετά θα διοχετευτούν τα κονδύλια του ταμείου ανάκαμψης;». Όχι ασφαλώς, αν ρίξετε μια ματιά στις προτεραιότητες θα καταλάβετε ότι η πράσινη οικονομία, η ηλεκτρονική εποχή και τα ενεργειακά θα πάρουν την μερίδα του λέοντος. Αλλά όπως ο οδηγός της μπετονιέρας ψάχνει τις επενδύσεις στον δικό του τομέα, έτσι και ο νεαρός επιστήμονας ρωτάει για τις ενισχύσεις στις start up και ο επιχειρηματίας για τις προοπτικές που ανοίγονται στην ενέργεια.

Θέλω να πω ότι η πιάτσα διψά για δράση, για επένδυση, για έφοδο προς τα εμπρός. Από τον τελευταίο εργάτη μέχρι τον μεγαλύτερο επιχειρηματία και τον πιο πολυάσχολο μάνατζερ. Κουράστηκαν δέκα χρόνια τώρα στη στασιμότητα, στην έλλειψη προοπτικών, στη μίζερη διαχείριση μιας προβληματικής και στενεμένης πραγματικότητας, στον διαρκή προβληματισμό του «βγαίνω, δεν βγαίνω».

Θέλουν να δουν επενδύσεις, χρήμα να πέφτει στην οικονομία, σχέδια που από τα χαρτιά γίνονται πράξη, προσλήψεις κόσμου, δημιουργία πλούτου. Κι όταν θα φτιαχτεί αυτός ο καινούριος πλούτος, ας ανάψει στη συνέχεια και ο καυγάς για τον διαμοιρασμό του. Κι ας ξεδιπλωθούν τότε πολιτικές προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση, για το μερίδιο που θα καρπωθεί το κεφάλαιο και το μερίδιο που θα εισπράξει η εργασία απ' αυτόν. Αλλά να τσακωνόμαστε σήμερα για τον προσπορισμό ενός πλούτου που δεν υπάρχει, είναι ανοησία. Μεγαλύτερη ανοησία δε, είναι να αρνούμαστε σήμερα με χίλια προσχήματα τη δημιουργία αυτού του πλούτου, προεξοφλώντας ότι μελλοντικά δεν θα βγουν ωφελημένοι οι εργαζόμενοι. Αυτό κι αν είναι σαχλαμάρα…