Ο καλός, οι κακοί και το χρέος

Ο καλός, οι κακοί και το χρέος

Του Δημήτρη Τσιόδρα*

Ο κ. Σταθάκης, παρότι έσπευσε να διορθώσει τις δηλώσεις του, είπε την αλήθεια: Το χρέος είναι βιώσιμο ως το 2022. Η ομολογία αυτή όμως ανατρέπει πλήρως  την κυβερνητική μυθολογία γύρω από την πολυδιαφημισμένη κι αναμενόμενη αναδιάρθρωση. Αφήστε που θα ''πρεπε να παραδεχθεί η κυβέρνηση ότι το “τρισκατάρατο” PSI δεν είναι ακριβώς αυτό που έλεγε μέχρι τώρα.

Το θέμα του χρέους, στο οποίο επιμένει το ΔΝΤ, παρά την απροθυμία των Ευρωπαίων, θα βρεθεί στο τραπέζι, παρότι η κυβέρνηση με τους κουτοπόνηρους χειρισμούς της αποδυνάμωσε τη θέση της χώρας. Έβαλε απέναντι το ΔΝΤ, που είναι σύμμαχος σε αυτή τη μάχη και πίεζε για μείωση των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος. Κι αυτό δίχως ο κ.Τσίπρας να κερδίσει τίποτα από τους υπόλοιπους. Αντί να εκμεταλλευθούμε τις αντιθέσεις προς όφελός μας, τους βάλαμε όλους απέναντι.  Το ΔΝΤ θα επιμείνει στην ανάγκη αναδιάρθρωσης, αλλά η συζήτηση δεν έχει καμιά σχέση με αυτά που προσπαθεί να πουλήσει η κυβέρνηση στο εσωτερικό, μέσω της γνωστής προπαγανδιστικής μηχανής της. Ποια είναι η πραγματική συζήτηση και τι μπορούμε να αναμένουμε;

Το ΔΝΤ στην τελευταία Ανάλυση Βιωσιμότητας του Ελληνικού Xρέους ( Debt SustainabilityAnalysis) της 14ης Ιουλίου 2015 γράφει ότι “το χρέος έχει καταστεί απολύτως μη βιώσιμο. Η μη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους οφείλεται στη χαλάρωση πολιτικών στη διάρκεια του τελευταίου χρόνου και στην χειροτέρευση των μακροοικονομικών δεδομένων λόγω του κλεισίματος των τραπεζών. Το χρέος αναμένεται να προσεγγίσει το 200% του ΑΕΠ τα επόμενα δύο χρόνια”.

Παρότι συνήθως η συζήτηση επικεντρώνεται  στην εξέλιξη του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ, από µόνο του το µέγεθος αυτό δεν αποτελεί επαρκές κριτήριο, ούτε υπάρχει ένα κοινά αποδεκτό όριο βιωσιµότητας. Το χρέος της Ιαπωνίας πχ είναι  200% του ΑΕΠ αλλά δεν τίθεται ζήτημα βιωσιμότητας του, ενώ άλλες χώρες έχουν χρεωκοπήσει με χρέος λιγότερο από 100% του ΑΕΠ.

?ς πιο αντιπροσωπευτικό κριτήριο βιωσιµότητας προκρίνεται η εξέλιξη των ετήσιων χρηµατοδοτικών αναγκών (Gross Financing Needs). Kαι το ?ΝΤ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξετάζουν το λόγο των ετήσιων χρηµατοδοτικών αναγκών της γενικής κυβέρνησης προς το ΑΕΠ. Όριο ασφαλείας θεωρείται το 15% του ΑΕΠ. Σύµφωνα µε εκτιµήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος υπέρβαση του ορίου του 15% του ΑΕΠ αναμένεται αµέσως µετά τη λήξη της συµφωνίας χρηµατοδότησης µέσω ΕΜΣ και ιδιαίτερα στις αρχές της επόµενης δεκαετίας.

Σήμερα το μέσο επιτόκιο για τα διμερή δάνεια των 53 δις από τις άλλες χώρες και για τα δάνεια του EFSF είναι 1.65% ενώ για τα δάνεια του ΔΝΤ το επιτόκιο είναι 3.7%. Η εξυπηρέτηση του χρέους απορροφά  το 3.7% του ΑΕΠ από το 2015-20 και το 4.3%από το 2021-24. Συγκριτικά, από το 2015-20 η Ιταλία θα δαπανήσει για την πληρωμή τόκων το 3.4% του ΑΕΠ και η Πορτογαλία το 4.3%.

Το πρόβλημα αναμένεται να γίνει πολύ έντονο  μετά το 2025 και κυρίως μετά το 2030, όταν θα χρειαστεί με βάση τις προβλέψεις  να δαπανηθεί ετησίως πάνω από το 20% του ΑΕΠ (τόκοι κι αποπληρωμή κεφαλαίου), ποσοστό ανέφικτο.  Αυτό που συζητείται λοιπόν είναι η σημαντική επέκταση της περιόδου χάριτος  και της διάρκειας αποπληρωμής,''ισως και κάποια μείωση επιτοκίων (κι όχι το ονομαστικό κούρεμα όπως έλεγε αρχικά η κυβέρνηση) ώστε οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες να είναι κάτω από 15% του ΑΕΠ.

Η μη βιωσιμότητα λοιπόν αναγκάζει το ΔΝΤ να πιέζει για αναδιάρθρωση, ενώ τον Νοέμβριο του 2012 όταν είχε γίνει η δεύτερη ελάφρυνση, είχε αποφασιστεί στο Eurogroup να ληφθούν περαιτέρω μέτρα αν κριθεί απαραίτητο. Η κυβέρνηση λοιπόν “κάθεται” πάνω σε αυτά που έχουν γίνει στο παρελθόν δίχως να έχει να επιδείξει καμιά απολύτως επιτυχία πέραν του ότι με το 3ο Μνημόνιο της και το νέο χρέος που δημιούργησε έκανε την ανάγκη αναδιάρθρωσης ακόμη πιο ξεκάθαρη. Στο τραπέζι έχει κατατεθεί πρόταση από αμερικανικό Think Tank, να συμφωνηθεί μείωση των επιτοκίων που αφορούν δάνεια της ευρωζώνης τα επόμενα τρία χρόνια κατά το 1/4. Έτσι θα εξοικονομηθεί περίπου 1 δις ευρώ το χρόνο, το οποίο θα μπορεί να διατεθεί για την πρόσληψη σε ειδικά προγράμματα (δημόσια έργα, κοινωνικό κράτος κλπ) 135.000 ανέργων με το βασικό μισθό.

Η συζήτηση για το χρέος θα γίνει. To ΔΝΤ παρά τις κυβερνητικές κορώνες, θα πιέσει  ώστε οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες να μειωθούν. Η Ελλάδα πρέπει να προσέλθει στη συζήτηση με αξιοπιστία και σχέδιο. Δυστυχώς η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν διαθέτει ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Αντιμετωπίζει το ζήτημα με το γνωστό της τρόπο: Ως παραμύθι με δράκους με τον καλό πρωθυπουργό να   εξουδετερώνει τους κακούς και στο τέλος πάντα να βγαίνει νικητής. Το story έχει γίνει απολύτως προβλέψιμο. Γι αυτό και δεν πουλάει πια.

* Ο Δημήτρης Τσιόδρας είναι δημοσιογράφος, Εκπρόσωπος Τύπου του Ποταμιού