Ο ασύμμετρος πόλεμος και ο πειρασμός της απόλυτης εξουσίας

Όταν οι Ελυτικοί «νέοι με τα πρησμένα πόδια που τους έλεγαν αλήτες» του 1942, μεταμορφώθηκαν σε Τσιπρικούς «αλήτες με πρησμένα πόδια» του 1965, τότε είναι περιττό να συζητάμε σοβαρά. Κι όταν ο Αλέξης δια του έμμεσου λόγου του (και δια των trolls του) αφήνει να εννοηθεί ότι ο Λιγνάδης διαθέτει πολιτική κάλυψη από την κυβέρνηση, θεωρώ απαξιωτικό να του απαντήσει κανείς υπενθυμίζοντας του την υπόθεση της πρεσβείας της Βενεζουέλας.

Κοντολογίς, όταν η ποίηση, η κατοχή, τα μετεμφυλιακά χρόνια, η Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη και ο Οδυσσέας Ελύτης γίνονται ένας (αστείος και τραγικός μαζί) αχταρμάς ώστε να υπηρετηθεί ο Τσιπρικός λαϊκισμός του 2021, τότε ο κανονικός άνθρωπος δεν απαντά, απλώς σηκώνει τα χέρια με απόγνωση. Αντιστοίχως, όταν το Συριζαϊκό σύστημα (δειλά και υπαινικτικά στην αρχή, συστηματικότερα στην συνέχεια) αποτολμά να τσουβαλιάσει τον Λιγνάδη με την ηθική υπόσταση της ΝΔ, τότε και πάλι ο λογικός άνθρωπος κουνά το κεφάλι του λυπημένος και αλλάζει πεζοδρόμιο.

Θα μου πείτε ότι με την λύπη και την απόγνωση δεν επιβιώνει κανείς. Η πολιτική είναι αρένα, η οποία τα τελευταία χρόνια (με την καθοριστική συνδρομή των social media) κάνει πια το αρχαίο ρωμαϊκό Κολοσσαίο να μοιάζει με παιδική χαρά. Όταν ο άλλος βγαίνει στον αγωνιστικό χώρο κραδαίνοντας χατζάρι, δεν τον αντιμετωπίζεις πετώντας του λουλούδια. Αν σε εξαλλοσύνες απαντήσεις με το «ω αγαπητέ» και σε προβοκάτσιες αντιπαραθέσεις το «η σιωπή μου προς απάντηση σας», τότε θα δεις το κομμένο κεφάλι σου να κατρακυλά στα σκαλιά πριν προλάβεις να πεις κύμινο.

Οπότε –θα πείτε- στους Ελυτο-λαμπρακικούς Τσιπρικούς αχταρμάδες απαντάς μ’ ένα «είσαι στούρνος και αγράμματος» και στης υπόθεση Λιγνάδη απαντάς με ένα ακόμα σκληρότερο «άσε τον Λιγνάδη και πες μας για τον Κιμούλη σου και για τους βιασμούς στην πρεσβεία της Βενεζουέλας». Ναι εντάξει, είναι μια μέθοδος κι αυτή, όμως όλα έχουν και ένα όριο. Ή έστω θα έπρεπε να έχουν ένα όριο. Αλλιώς κατρακυλούμε όλοι εκουσίως σ’ ένα κοινωνικό και πολιτικό βόθρο δίχως πάτο.

Και ποιος πρέπει να βάλει φρένο σε μια τέτοια ξέφρενη κατηφόρα; Πρώτον, αυτός που δεν πιστεύει ότι η μεγάλη αναταραχή είναι μια θαυμάσια κατάσταση, όπως διατεινόταν ο Πρόεδρος Μάο. Δεύτερον, αυτός τούτη την ώρα διαθέτει την κοινωνική ηγεμονία και την πολιτική κυριαρχία, με συνεπακόλουθο την κατοχή και της κρατικής εξουσίας. Αυτός που έχει τα σκήπτρα της χώρας, έχει και την βασική ευθύνη (που είναι και παράλληλο καθήκον) να διατηρήσει τα ήθη και τις συμπεριφορές σ’ ένα ανεκτό επίπεδο. Με δυο λόγια, η ΝΔ και η κυβέρνηση είναι που πρέπει να βάλουν φρένο, η αντιπολίτευση δεν θα το κάνει.

Υπάρχει και ένας ακόμα λόγος. Αν μπούμε σ’ έναν διαρκή ανταγωνισμό αθλιότητας, έτσι και παρασυρθεί αυτός που έχει την εξουσία και το κράτος στα χέρια του μπορεί να κάνει τελικά πολύ μεγαλύτερη ζημιά απ’ αυτήν στην οποία προσπαθεί ν’ αντισταθεί. Όταν αυτός που έχει την εξουσία αντιμετωπίζει έναν ασύμμετρο και ανήθικο πόλεμο, μπαίνει εύκολα στον πειρασμό να αποκτήσει την απόλυτη εξουσία. Και να η εξουσία διαφθείρει, η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα.