Να φοβόμαστε αν τα «σπάσει» ο Ερντογάν με ΝΑΤΟ - Ευρώπη

Να φοβόμαστε αν τα «σπάσει» ο Ερντογάν με ΝΑΤΟ - Ευρώπη

Τους επόμενους μήνες θα έχουμε συνεχιζόμενη ένταση με την Τουρκία, αλλά πιθανότατα χωρίς σύγκρουση, ωστόσο σε βάθος χρόνου, δίχως ενίσχυση της αποτρεπτικής μας ικανότητας, ποτέ δεν θα μπορέσουμε να είμαστε ήσυχοι απέναντι στη δομική απειλή που συνιστούν οι γείτονες, δηλώνει στο liberal.gr ο Κώστας Λάβδας, καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πάντειο.

Σχολιάζοντας την καθημερινά αυξανόμενη τουρκική προκλητικότητα, σημειώνει ότι η εξάρτηση της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, χρησιμεύει στο μέτρο που η Άγκυρα έχει τις αναστολές και αισθάνεται το κόστος για να προχωρήσει πιο επιθετικά.

«Αν τελικά το πράξει λόγω δική μας μειωμένης αποτρεπτικής ικανότητας ή και δικής της ερμηνείας ότι δεν χρειάζεται να σκέφτεται το κόστος, τότε θα είμαστε ούτως ή άλλως μόνοι μας», τονίζει με νόημα, χαρακτηρίζοντας ανοησίες τα περί «Ευρωστρατού» που στο μέλλον θα μας προστατεύει, και προσθέτοντας ότι ασφαλώς και είναι επιτακτική ανάγκη να ενισχύσουμε το Πολεμικό Ναυτικό και την Πολεμική Αεροπορία. 

Ερωτηθείς, με αφορμή τις επαφές Αγκύρας-Ουάσινγκτον για κοινή ομάδα εργασίας που θα συζητήσει το θέμα των S-400, τι θα σήμαινε για την Ελλάδα το σενάριο να έρθουν σε συμβιβασμό ΗΠΑ και Τουρκία, εξηγεί γιατί η απόλυτη ρήξη των σχέσεων της τελευταίας με τη Δύση, δεν συμφέρει την Ελλάδα. 

«Όσο η Τουρκία αποτελεί μέλος του ΝΑΤΟ και έχει οικονομική εξάρτηση από την ΕΕ, ζυγίζει και το κόστος να καταφύγει σε στρατιωτικά μέσα, άρα αυτό λειτουργεί αποτρεπτικά για την Άγκυρα. Αν η Τουρκία τα σπάσει οριστικά με το ΝΑΤΟ, οι αναστολές της να καταφύγει σε στρατιωτικά μέσα θα είναι πολύ μικρότερες. Από αυτή την άποψη, η σχετική βελτίωση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων θα είναι, υπό προϋποθέσεις, θετική, και όχι όπως ορισμένοι νομίζουν απαραίτητα αρνητική για τα ελληνικά συμφέροντα", αναφέρει χαρακτηριστικά. 

- Τι θα σήμαινε για την Ελλάδα αν ΗΠΑ και Τουρκία έρθουν κάποια στιγμή σε συμβιβασμό, με αποτέλεσμα να μειωθεί η μεταξύ τους ένταση; Το ρωτώ με αφορμή τη δημιουργία κοινής ομάδας εργασίας με τις ΗΠΑ η οποία θα υπολογίσει τις επιπτώσεις της αγοράς του ρωσικού πυραυλικού συστήματος S-400 από την Τουρκία, όπως είπε ο τούρκος ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου…

sΠρέπει να συνηθίσουμε να σκεφτόμαστε την μεθεπόμενη ημέρα. Όπως έχουμε πει κατ' επανάληψη, η Τουρκία επιδιώκει να σύρει την Ελλάδα σε μια εφ' όλης της ύλης διαπραγμάτευση, και αυτό προσπαθεί να το κάνει με διάφορους τρόπους αναλόγως με την συγκυρία.

Την Ελλάδα την ευνοούν συγκυρίες όπου το κόστος για τους τουρκικούς σχεδιασμούς είναι υψηλό, άρα λειτουργεί αποτρεπτικά για την Άγκυρα, δημιουργώντας αναστολές και ενθαρρύνοντας την αυτοσυγκράτηση.

Επειδή ο μακροπρόθεσμος Τουρκικός στόχος είναι η εκβιαστική συνεκμετάλλευση του Αιγαίου, δεν μας συμφέρει η απόλυτη ρήξη των σχέσεων της Τουρκίας με τη Δύση. Η απόλυτη ρήξη θα μείωνε τα κόστη και τις αναστολές από πλευράς Τουρκίας. Τώρα ως προς αυτό που συμβαίνει αυτή την στιγμή με τους S-400 πέρα από τις επίσημες δηλώσεις είναι ότι και οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται να μελετήσουν σε μεγαλύτερο βάθος το σύστημα των S-400, αλλά και η Ρωσία θα ήθελε να μελετήσει περισσότερο την λειτουργία των F-35. Κατά συνέπεια ούτε είναι στα συμφέροντα μας, αλλά ούτε είναι λογικά πιθανό, με αφορμή το πρόβλημα των S-400, να δούμε μια πραγματική ρήξη των σχέσεων Τουρκίας-Δύσης.

- Άρα θεωρείτε πιο πιθανό το σενάριο μιας συνδιαλλαγής;

Ακριβώς. Και αυτό υπό προϋποθέσεις συμφέρει την Ελλάδα. Δηλαδή μια συγκυρία, όπου η Τουρκία θα έχει αυξημένο κόστος αν επιλέξει στρατιωτικές ενέργειες. Αν η Τουρκία τα σπάσει οριστικά με το ΝΑΤΟ, οι αναστολές της να καταφύγει σε στρατιωτικά μέσα θα είναι πολύ μικρότερες. Το ίδιο θα συμβεί σε ένα βαθμό και αν αυξηθούν τόσο πολύ οι οικονομικές της σχέσεις με την Κίνα ώστε πάψει να χρειάζεται την ΕΕ την οποία σήμερα έχει ανάγκη.

Από αυτή την άποψη, η σχετική βελτίωση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων θα είναι, υπό προϋποθέσεις, θετική, και όχι όπως ορισμένοι νομίζουν απαραίτητα αρνητική για τα ελληνικά συμφέροντα. Διότι υπάρχει Τουρκία μετά τον Ερντογάν, όπως και ΗΠΑ μετά τον Τραμπ, και θα εξαρτηθεί από την ελληνική στρατηγική και διπλωματία κατά πόσο η Ελλάδα θα αντλήσει το μέγιστο δυνατό από το ΝΑΤΟ αλλά και από την ΕΕ, την οποία η Άγκυρα έχει ανάγκη για την οικονομία της.

- Αν ωστόσο βελτιώνονταν κάποια στιγμή οι σχέσεις της Ουάσινγκτον με την Άγκυρα, τότε αυτό δεν θα λειτουργούσε υπέρ του Ερντογάν; Δεν θα ένοιωθε ότι μπορεί να γίνει ακόμη πιο προκλητικός, αφού η στάση των ΗΠΑ θα γίνονταν απέναντί του πιο ήπια, και ενδεχομένως θα σταματούσαν αμερικανικές δηλώσεις καταδίκης των τουρκικών παραβιάσεων, σαν τις πρόσφατες;

Δεν πρέπει να θεωρούμε ότι η βελτίωση των σχέσεων ΗΠΑ-Τουρκίας, σημαίνει αυτόματα επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ-Ελλάδας. Εκτιμώ ότι η Τουρκία θα παραμείνει σε στενή σχέση με το ΝΑΤΟ και θα προσπαθήσει να βελτιώσει τις σχέσεις της με την ΕΕ, καθώς και η οικονομική της κατάσταση οδηγεί λογικά σε αυτό συμπέρασμα. Επομένως η Ελλάδα πρέπει αφενός να βελτιώσει την επιχειρηματολογία της εντός του ΝΑΤΟ για τις τουρκικές απαιτήσεις, αφετέρου να συμβάλλει με πρωταγωνιστικό ρόλο στη συζήτηση για το μελλοντικό καθεστώς των σχέσεων Τουρκίας-ΕΕ. Η Τουρκία, παρά τα όσα ανέφερε στο χαρακτηριστικό προχθεσινό του άρθρο στο Politico ο κ. Τσαβούσογλου για ανάγκη επανεκκίνησης της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας στην ΕΕ, δεν πρόκειται ποτέ να γίνει πλήρες μέλος. Θα μπορούσε όμως να αποκτήσει ένα ειδικό καθεστώς οικονομικών και εμπορικών σχέσεων με την ΕΕ, κάτι που μας συμφέρει ως Ελλάδα. Όσο αγνοούμε αυτό το σκέλος, τόσο θα χάνουμε με βάση τις προβλέψεις της επόμενης ημέρας. 

- Σε κάθε περίπτωση, σε ένα σενάριο κλιμάκωσης της έντασης, κινδυνεύει Ελλάδα να βρεθεί την “κρίσιμη ώρα” μόνη της ;  'Η μήπως ούτως ή άλλως, είμαστε μόνοι μας; 

Πολύ καλή ερώτηση, ειδικά καθώς τις τελευταίες ημέρες ακούγονται και διάφορες ανοησίες περί “Ευρωστρατού” που στο μέλλον θα μας προστατεύει.

Η πραγματικότητα είναι ότι τα πυκνά δίκτυα αλληλεξαρτήσεων της Τουρκίας με το ΝΑΤΟ και την ΕΕ χρησιμεύουν θετικά για τα ελληνικά συμφέροντα, στο μέτρο που η Άγκυρα αντιλαμβάνεται το κόστος μιας περισσότερο επιθετικής προσέγγισης. 

Εάν όμως τελικά το πράξει, λόγω δική μας μειωμένης αποτρεπτικής ικανότητας ή/και δικής της ερμηνείας ότι δεν χρειάζεται να σκέφτεται το κόστος, τότε θα είμαστε ούτως ή άλλως σε τελική ανάλυση μόνοι μας. Εννοείται, συνεπώς, ότι πρέπει να ενισχύσουμε την αποτρεπτική μας δύναμη. Εννοείται ότι είναι επιτακτική ανάγκη να ενισχύσουμε το Πολεμικό Ναυτικό και την Πολεμική Αεροπορία γιατί ο χρόνος κυλάει εις βάρος μας. 

Ακόμη και στο υποθετικό σενάριο μιας Τουρκίας εκτός ΝΑΤΟ που τελικώς έρχεται σε πολεμική σύγκρουση με την Ελλάδα, η στην πράξη – πέρα από τις δηλώσεις και τις τυχόν κυρώσεις – στρατιωτική εμπλοκή της συμμαχίας θα μπορούσε να αποφασιστεί μόνο μετά από την εκτίμηση για το εάν η Τουρκία υπήρξε επιτιθέμενη, τις συνθήκες της σύρραξης κλπ. 

- Τι θα συμβεί σε μερικούς μήνες από σήμερα αν η Τουρκία επιμείνει να δημιουργεί τετελεσμένα, να αμφισβητεί εμπράκτως τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα; Έχουμε ένα σενάριο;

Η σύγκλιση των τριών πεδίων: Ενεργειακό, Κυπριακό και ελληνοτουρκικά, σημαίνει συνεχιζόμενη ένταση. Η ελληνική αποτρεπτική ισχύς θα πρέπει να ενισχυθεί σταδιακά, και σε μεγάλο βαθμό στο μεταξύ η εξέλιξη θα εξαρτηθεί από το συνδυασμό οικονομικών και εσωτερικών εξελίξεων στην Τουρκία μετά την 23η Ιουνίου, οπότε και οι κρίσιμες για τον Ερντογάν επαναληπτικές εκλογές για το Δήμο Κωσταντινούπολης. Πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να μην αντιδρούμε σπασμωδικά αλλά μόνο βάσει σχεδιασμού. Σε διαφορετική περίπτωση θα είναι η Τουρκία που θα καθορίσει με προκλήσεις το χρόνο της πιθανής σύγκρουσης. Σε αυτή την περίπτωση, ο χρόνος τότε θα είναι αυτός που συμφέρει την Τουρκία. 

Είναι πολύ πιθανό μέσα στο πλαίσιο της προεδρίας Ερντογάν, δηλαδή ως το 2023, να υπάρξουν νέες πολιτικές πρωτοβουλίες, είτε από τον Γκιούλ, είτε και από τον Τσαβούσογλου, που θα επιχειρήσουν και εντός του ευρύτερου χώρου του AKP να βελτιώσουν τις σχέσεις με την ΕΕ.

- Εν κατακλείδι ποιο είναι το τελικό συμπέρασμα;

Βραχυπρόθεσμα οι οικονομικές ανάγκες της Τουρκίας σε συνδυασμό με την έναρξη της τουριστικής περιόδου σημαίνουν ότι θα έχουμε συνεχιζόμενη ένταση αλλά πιθανότατα χωρίς σύγκρουση. Αλλά μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, χωρίς ενίσχυση της αποτρεπτικής μας ισχύος και ικανότητας ως κράτους, ποτέ δεν θα μπορέσουμε να είμαστε ήσυχοι απέναντι στη δομική απειλή που συνιστά η Τουρκία.