Ν. Μηταράκης: Μια απάντηση στον Δημήτρη Μάρδα για τις επενδύσεις

Ν. Μηταράκης: Μια απάντηση στον Δημήτρη Μάρδα για τις επενδύσεις

Του Νότη Μηταράκη*

Με ιδιαίτερη έκπληξη διάβασα το άρθρο του κ. Δ. Μάρδα στην Αυγή που φέρει τον πολλά υποσχόμενο τίτλο «Η νέα στρατηγική προσέλκυσης μεγάλων ξένων επενδύσεων».

Καταρχήν «θετική» έκπληξη διότι ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ξόρκιζε τις μεγάλες επενδύσεις, αναγνωρίζει επιτέλους ότι «σήμερα, εξαιρουμένης της Β. Κορέας, όλα τα κράτη επιδιώκουν να προσελκύσουν ξένους επενδυτές».

Τα όσα περιγράφει στο άρθρο του ο Υφυπουργός Εξωτερικών, ούτε νέα είναι, ούτε συνιστούν μια ολοκληρωμένη στρατηγική. Αντίθετα, σε αρκετές περιπτώσεις καταδεικνύουν άγνοια του διεθνούς επιχειρηματικού περιβάλλοντος αλλά και του νομικού πλαισίου που έχει διαμορφωθεί στη χώρα μας για τη δημιουργία ενός φιλικού επενδυτικού περιβάλλοντος.

Ο κ. Μάρδας αναγνωρίζει τον πολύ μεγάλο ανταγωνισμό που υπάρχει για την προσέλκυση επενδύσεων. Το πώς θα τον αντιμετωπίσει όμως δεν το περιγράφει. Η λέξη «κίνητρο» απουσιάζει εντελώς από το κείμενο του. Παραγνωρίζει επίσης, ότι η Κυβέρνηση του δεν πιστεύει στον ιδιωτικό τομέα, πολύ περισσότερο δε στις μεγάλες επενδύσεις. Και δη στις ξένες τις οποίες οι συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ μάχονται λυσσαλέα. Σε επίπεδο διακηρύξεων η κυβέρνηση μπορεί να λέει ότι θέλει. Στην πράξη όμως πολεμάει τον ιδιωτικό τομέα.

Πως αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι χρειάστηκε 17 μήνες για να θέσει σε δημόσια διαβούλευση τον νέο αναπτυξιακό νόμο (ο παλαιός έχει λήξει από το τέλος του 2014).

Πως αλλιώς να εξηγηθεί ότι η κυβέρνηση του κωφεύει στις αγωνιώδεις εκκλήσεις των εξαγωγέων να ανοίξει η σιδηροδρομική γραμμή στα βόρεια σύνορα της χώρας.

Οι εξαγωγικές εταιρίες για να ανταποκριθούν στις προθεσμίες των πελατών τους στην Κεντρική και τη Δυτική Ευρώπη είναι αναγκασμένες να προωθούν τα φορτία μέσω Βουλγαρίας. Αυτή η διαδρομή επιφέρει επιπλέον κόστος 30%, αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί και καθυστερήσεις στους χρόνους παράδοσης. 

Ισχυρίζεται επίσης, ότι οι υπηρεσίες του υπουργείου του χαρτογραφούν τις ξένες επενδύσεις που γίνονται στις γειτονικές ανταγωνιστικές χώρες. Και πάλι όμως δεν αναφέρει τίποτα  για το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας. Για το γεγονός ότι η Κυβέρνηση αυξάνει το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων – φορολογικό και ασφαλιστικό – ενώ αντίθετα οι γειτονικές χώρες είναι εμφανώς πολύ πιο ανταγωνιστικές από την Ελλάδα. Για το γεγονός ότι εντείνεται η μετανάστευση ανθρώπων και επιχειρήσεων σε άλλες χώρες. Ότι η κατάσταση στην Ειδομένη πλήττει ευθέως τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα.

Αρνητική εντύπωση δημιουργούν οι αναφορές του ότι «ουδείς έδωσε την δέουσα προσοχή στην διαδικασία έγκρισης μιας ξένης επένδυσης». Δεν έχω δει την πρόταση του προς το ΚΥΣΟΙΠ, την οποία δεν έχει κοινοποιήσει στους Βουλευτές. Ο στόχος που θέτει 6 - 8 μήνες για την αδειοδότηση ξένων επενδύσεων, από νομική άποψη, με τον Ν. 4146/2013 για τις Στρατηγικές Επενδύσεις είναι εφικτός. Αλλά απαιτεί συνεργασία των συναρμόδιων υπουργείων η οποία σήμερα δεν υπάρχει. Αυτό αποδεικνύεται με συγκεκριμένα στοιχεία και συμπεριφορές. Πρώτον, από τις παλινωδίες με την Cosco. Δεύτερον, από την πολύμηνη καθυστέρηση στην ιδιωτικοποίηση των αεροδρομίων. Τρίτον, από το γεγονός ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ χρειάστηκε όχι έναν ή δύο αλλά πάνω από δώδεκα 12 ολόκληρους μήνες για να εκδώσει μια απλή απόφαση χαρακτηρισμού μιας ξένης επένδυσης ως «στρατηγική»! Συγκεκριμένα η κυβέρνηση μετά από πολύμηνη καθυστέρηση ενέταξε στο Fast Track - στο οποίο είχαν παλαιότερα ιδεολογικά αντιταχθεί - ένα μεγάλο ξενοδοχειακό έργο στα Κεράμεια της Χίου, το οποίο είχε κατάθεση σχετικό ενδιαφέρον υπαγωγής προς τα τέλη του 2014!

Το Νομικό πλαίσιο που δημιουργήθηκε με τον Ν. 4146/2013 για την προσέλκυση νέων επενδύσεων και τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου Φιλικού Αναπτυξιακού Περιβάλλοντος» υπάρχει αλλά δεν εφαρμόζεται. Διότι όλοι οι Υπουργοί της σημερινής κυβέρνησης είναι αγκυλωμένοι σε παρωχημένες ιδεοληψίες. Γιατί στο βωμό της «πρώτης φοράς αριστερά» θέλουν να γκρεμίσουν αντί να αξιοποιήσουν την δουλειά των προηγούμενων.

Αντί λοιπόν να ψάχνουν την ανακάλυψη της πυρίτιδας, τα βήματα που οφείλουν να κάνουν οι υπουργοί της κυβέρνησης για τη διευκόλυνση των επενδύσεων είναι απλά:

Πρώτον, να συνεδριάζει και να εξετάζει άμεσα η διυπουργική επιτροπή τον χαρακτηρισμό μιας επένδυσης ως Στρατηγική και να εκδίδει σύντομα το σχετικό ΦΕΚ. Σήμερα προτείνουν ένα απλούστερο καθεστώς για τις εταιρείες που υπάγονται στο Ειδικό Καθεστώς του Αναπτυξιακού, πιθανόν αυτό όμως να αντιμετωπίσει νομικά κωλύματα.

Δεύτερον, να αξιοποιηθεί το νέο εργαλείο των ειδικών Προεδρικών Διαταγμάτων ΕΣΧΑΣΕ (Ειδικά Σχέδια Χωρικής Ανάπτυξης Στρατηγικών Επενδύσεων), που καθορίζουν τον χωροταξικό προσδιορισμό, την επενδυτική ταυτότητα, την χρήση γης και την χωροθέτηση των Στρατηγικών Επενδύσεων. Ο έλεγχος των Π.Δ. από το ΣτΕ δίνει την απαιτούμενη δικαστική βεβαιότητα που απαιτείται για την υλοποίηση των μεγάλων επενδύσεων.

Τρίτον, η ανεμπόδιστη λειτουργία της Κεντρικής Αδειοδοτικής Αρχής, στο Υπουργείο Οικονομίας, για την έκδοση των απαιτούμενων αδειών. Η σύσταση της αποτέλεσε κατά κοινή ομολογία μια επανάσταση σκέψης για την Δημόσια Διοίκηση καθώς μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στην άρση των εμποδίων και των αντικινήτρων για τους επενδυτές καθώς συγκεντρώνει σ' ένα σημείο την αδειοδοτική διαδικασία και υπογράφει όταν τα συναρμόδια υπουργεία καθυστερούν. Η Κεντρική Αρχή περιλαμβάνει και ειδικό Πολεοδομικό Γραφείο στο Υπουργείο Οικονομίας ώστε να εκδίδει τις άδειες οικοδομής, παρακάμπτοντας συνήθη τοπικά εμπόδια.

Ο αρμόδιος για τις επενδύσεις Υφυπουργός Εξωτερικών δεν παρέλειψε στο άρθρο του να μιλήσει για μια μεγάλη τουριστική επένδυση (χωρίς να αναφέρει περισσότερα στοιχεία) που παραμένει εγκλωβισμένη στα συρτάρια μιας και μόνο δημόσιας υπηρεσίας. Αγνοεί προφανώς ότι για να αντιμετωπίζονται θεσμικά αυτά τα φαινόμενα δημιουργήθηκε από το καλοκαίρι του 2013 ο «Διαμεσολαβητής του Επενδυτή» με σκοπό να εξυπηρετήσει τους επενδυτές σε σχέση με τα γραφειοκρατικά εμπόδια που αντιμετώπιζαν. Ο Διαμεσολαβητής μέχρι το τέλος του 2014 είχε δεχθεί συνολικά 245 αιτήματα και το 72% από αυτά επιλύθηκαν θετικά για τον επενδυτή.

Υπάρχουν πολλά ακόμη συγκριτικά στοιχεία που θα μπορούσε κάποιος να αναφέρει την περίοδο 2012 -2014. Όπως για παράδειγμα τις 66 αποστολές στο εξωτερικό, που έφεραν 1930 συγκεκριμένες επαφές μεταξύ επιχειρήσεων.  Μόνο στην Κίνα έγιναν πέντε αποστολές με 170 επιχειρήσεις, πραγματοποιήθηκαν πάνω από 1200 B2B (Business to Business) συναντήσεις, και ακολούθησαν οι υποδοχές 37 αποστολών στην Ελλάδα. Στον αντίποδα η σημερινή κυβέρνηση είναι ικανοποιημένη για «τις 100 συναντήσεις με επενδυτικούς οίκους και επενδυτές που έγιναν το τελευταίο πεντάμηνο»!

Το κυνήγι των επενδύσεων δεν είναι απλή υπόθεση. Ιδίως για τη χώρα μας που βιώνει μια πρωτοφανή οικονομική κρίση. Ιδίως τώρα που θα φορτωθεί με νέα υφεσιακά  μέτρα θα γίνει ακόμα πιο δύσκολο. Σε κάθε περίπτωση όμως δεν χρειάζεται παραμορφωτικούς κομματικούς φακούς. Χρειάζεται ευθύνη και ξεκάθαρες αρμοδιότητες για το ποιος κάνει τι και ποιος είναι τελικά υπεύθυνος. Χρειάζεται ισχυρή βούληση της πολιτικής ηγεσίας ώστε να μην συμβιβάζεται με τις παθογένειες της δημόσιας διοίκησης. Θέλει κίνητρα, σταθερότητα και φυσικά αξιοπιστία. Θέλει ένα ελκυστικό φορολογικό περιβάλλον για τις επιχειρήσεις και αυτήν την προοπτική ο ΣΥΡΙΖΑ την απεχθάνεται.