Με τη Χρυσή Αυγή τελειώσαμε. Και τώρα τι;

Με τη Χρυσή Αυγή τελειώσαμε. Και τώρα τι;

Με την Χρυσή  Αυγή ως συγκεκριμένη οργάνωση, τελειώσαμε. Δεν την τελείωσε βέβαια  κανένα αγωνιστικό αντιφασιστικό κίνημα   από αυτά που ονειρεύονται μετωπικές  συγκρούσεις και ανοιγμένα κεφάλια στους δρόμους, έλκοντας την οργανωτική τους αντίληψη από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα. Την τελείωσε ο λαός που, έστω και στο «παρά τρίχα», δεν την έβαλε στην Βουλή, οι θεσμοί της ελληνικής δημοκρατίας, και η πολιτική βούληση των Σαμαροβενιζέλων. Και καμιά μεγάλη κινητοποίηση κατά των  νεοναζί που λέει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ενώ τω μεταξύ, παρόλη την εύνοια που της έδειξε, εξακολουθεί να εργαλειοποιεί τη ΧΑ  με στόχο αφενός να δικαιολογήσει την αβελτηρία του ( κατά την πιο αθώα εκδοχή), αφετέρου  να  περάσει στην κοινή γνώμη διά της τεθλασμένης,  τη δικαίωση των Πρεσπών.  Συγκεκριμένα το Πολιτικό Συμβούλιο  του ΣΥΡΙΖΑ κατηγόρησε τη ΝΔ ότι «συμπορεύτηκε με τους νεοναζί στις κινητοποιήσεις ενάντια στην συμφωνία τω Πρεσπών».

Κουτοπόνηρη καταγγελία κομμένη στα μέτρα του. Δεν μας αφορά τι έκανε η ΝΔ. Θα μας αφορούσε ως πολίτες μόνο στην περίπτωση  που θα είχε  οργανωτικό συντονισμό με την ΧΑ στις εκδηλώσεις για  το Σκοπιανό, κάτι που δεν ίσχυε, και ούτε το ισχυρίστηκε ο ΣΥΡΙΖΑ. Μίλησε απλά για συμπόρευση. Απλώς  με αυτή την καταγγελλόμενη  συμπόρευση, πέραν της ΝΔ επιχειρεί να δαιμονοποιήσει και τις αντιδράσεις για τις Πρέσπες.

Οι αντιδράσεις αυτές, άσχετα ποιο κόμμα τις υιοθέτησε και γιατί, δεν ανήκουν σε καμιά οργανωμένη πολιτική δύναμη, γιατί αντέδρασε πολύς κόσμος εκτός κομμάτων και ερήμην αυτών. Ήταν η πηγαία αντίδραση του λαού σε μια πρωτοφανή   ιστορική πειρατεία  εκ μέρους των βόρειων γειτόνων, που στην ουσία του (άσχετα αν υπήρχαν και αυτά  σε ομάδες του πληθυσμού) δεν είχε καμία σχέση  με εθνικισμούς και προγονοπληξίες.

Ήταν η αντίδραση στην γεωπολιτικά επεξεργασμένη και αυθαίρετη  καταπάτηση -  οικειοποίηση  που ξεκίνησε με την καλλιέργεια μιας ψευδούς εθνικής συνείδησης για γεωπολιτικούς λόγους.  Στην κατάφαση των Πρεσπών διασταυρώθηκαν τρεις τάσεις:  Τα εγγόνια του Ζαχαριάδη, οι αριστεροί του εθνομηδενιστικού δικαιωματισμού, και οι κοσμοπολίτες «φιλελέδες» που θεωρούν ότι τα κράτη στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, είναι παρωχημένη έκφραση της νεωτερικότητας.

Η ΧΑ  με το μπρουτάλ, πρωτόγονο και  δολοφονικό  χαρακτήρα της βγήκε από το πολιτικό σκηνικό. Όσα αναδείχτηκαν από τη δίκη, κυρίως το αίμα που έχυσε, ήταν  το διαχωριστικό σημείο στην ευρεία  αποδοχή  που έβρισκε σε λαϊκά στρώματα. Γιατί σε αντίθεση με την τριτοδιεθνιστική θεωρία ότι ο φασισμός είναι ένα σύστημα  που το κεφάλαιο βγάζει από το μανίκι του όταν έχει κρίση, εδώ είδαμε ότι κανένα κεφάλαιο δεν την δημιούργησε. Μόνο η λαϊκή αγανάκτηση και η  νομιμοποίηση αυτής της  αγανάκτησης και από χώρους του λεγόμενου συνταγματικού τόξου.     

Με τον φασισμό φυσικά και δεν τελειώσαμε. Όμως άγνωστο αν θα αναδυθεί  από το υπόστρωμα  της ελληνικής κοινωνίας κάτι νέο, που  σαφώς θα είναι κάτι πιο σοφτ και που σαφώς θα κρύβεται. Γιατί όπως έχει ήδη  καταγραφεί, οι κομμουνιστές, οι αριστεροί, οι αναρχικοί, οι σοσιαλδημοκράτες, οι φιλελεύθεροι, οι δεξιοί, όχι απλώς παραδέχονται αλλά διαλαλούν την πολιτική τους ταυτότητα.  Ο μόνοι που την κρύβουν, χρησιμοποιώντας ως λεοντή δανεικές ιδιότητες είναι οι ναζί  (όπως εδώ που η ΧΑ ενεδύθη τη λεοντή του εθνοπατριωτισμού  και της βαθιάς ευλαβικότητας  σε σημείο χριστιανοταλιμπανισμού). 

Δεν αποκλείεται να εμφανιστούν «ναζί με κουστούμια», κατά το σοφτ  πολιτικοποιημένο  (της Μαρί Λεπέν ας πούμε), ή το ραφινάτο και διανοουμενίστικο (του γερμανικού  νεοναζιστικού AfD). Θα εξαρτηθεί από την μελλοντική πορεία των εκλεγμένων κυβερνήσεων και την συμπεριφορά των αντιπολιτεύσεων. Οσον αφορά τις  τελευταίες μην ξεχνάμε  όχι η ΧΑ ανθρώθηκε  με φόντο τις κρεμάλες και τις  ιαχές κατά της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.

Φυσικά η πρώτιστη ευθύνη  ανήκει στις κυβερνήσεις. Εάν θα ακολουθήσουν και θα εμπεδώσουν την ευνομία  στην κρατική διοίκηση, την αποτελεσματικότητα στην οικονομική διαχείριση και την κοινωνική  προστασία στις ευάλωτες  κοινωνικές  ομάδες. Και κυρίως να φερθούν ορθολογικά, χωρίς  ιδεοληψίες στο μέγα πρόβλημα του μέλλοντος, το προσφυγικό.