Λεφτά –ελληνικά– υπάρχουν!

Λεφτά –ελληνικά– υπάρχουν!

Του Ιπποκράτη Χατζηαγγελίδη

Η συζήτηση για τις επερχόμενες –και απολύτως προβλέψιμες, καιρό τώρα– αλλαγές στις διοικήσεις των συστημικών τραπεζών τείνει να συσκοτίσει και να περιπλέξει ακόμη περισσότερο την προσπάθεια(;) διευθετήσεως του προβλήματος των επισφαλών (non-performing loans) δανείων, περισσότερο γνωστών ως «κόκκινων» δανείων.

Δεν είναι της παρούσης το πώς και γιατί των αλλαγών στις διοικήσεις των τραπεζών. Το μόνο που θεωρώ σκόπιμο να επισημάνω είναι ότι η Τράπεζα της Ελλάδος πρέπει να τηρήσει με κάθε αυστηρότητα τον νόμο, αλλά και –κυρίως– να σεβασθεί τη δεοντολογία της αγοράς: ουδείς δικαιούται να φοράει δύο καπέλα! Οι –θεσμικοί και μη– μέτοχοι των τραπεζών δεν μπορούν να συμμετάσχουν στις όποιες αγοραπωλησίες επισφαλών δανείων και αυτό πρέπει να είναι απολύτως σαφές και να ισχύσει για όλους. Όποιοι, ενδεχομένως, έχασαν από τη συμμετοχή τους στην ανακεφαλαίωση των τραπεζών ας αναλάβουν, ως επαγγελματίες και έμπειροι επενδυτές, το κόστος των επιλογών τους. Συμψηφισμοί κάτω από το τραπέζι είναι απαράδεκτοι!

Σε κάθε περίπτωση, το πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων πρέπει να διευθετηθεί. Όμως, η πώληση των δανείων αυτών δεν είναι η πλέον ενδεδειγμένη λύση για την περίπτωσή μας. Εφαρμόζεται με επιτυχία σε ανοιχτές και μεγάλες αγορές, όπου λειτουργεί ο ανταγωνισμός. Κυρίως, όμως, σε αγορές που δεν κατέρρευσε ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα, άρα υπάρχει μεγάλο περιθώριο ανακτήσεως σημαντικού μέρους των επισφαλών δανείων χωρίς να διακινδυνεύσουμε την περαιτέρω καταβύθιση στο υφεσιακό σπιράλ.

Όμως, τι άλλο μένει πριν την πώληση των «κόκκινων» δανείων; Το άρθρο του κ. Θανάση Μαυρίδη επιχειρεί –επιτυχώς, κατά την άποψή μου– να δώσει το πλαίσιο μιας λύσεως:

Οι «παλαιές» τράπεζες βρίσκονται εγκλωβισμένες στη δίνη των «κόκκινων» δανείων και είναι πρακτικά αδύναμες να σηκώσουν μεγάλο «βάρος» νέων δανείων. (…) χρειαζόμαστε επειγόντως νέες και υγιείς τράπεζες (...) Να εξετάσουμε το ενδεχόμενο της δημιουργίας αναπτυξιακών τραπεζών, ακόμη κι αν αυτές είναι μικρές και κλαδικές. (…)Κι επειδή οι τράπεζες γίνονται με λεφτά και όχι με… υποσχετικές, χρειάζεται οι άνθρωποι να επιστρατεύσουν όλη την ευρηματικότητά τους.

Χαίρομαι, γιατί ο Θανάσης Μαυρίδης δικαιώνει απόψεις μου δημοσιευμένες εδώ και 3 χρόνια και μου δίνει τη δυνατότητα να τις παρουσιάσω πάλι προσαρμοσμένες στη σημερινή πραγματικότητα. Επέλεξα τα συγκεκριμένα αποσπάσματα από το άρθρο του όχι μόνον επειδή συμπυκνώνουν την ουσία του προβλήματος, αλλά –και κυρίως– επειδή συμφωνεί με τη δική μου άποψη: η λύση του τραπεζικού προβλήματος απαιτεί ευρηματικότητα, δεν θα είναι συμβατική, αλλά out of the box!

Η πρότασή μου είναι απλή, αλλά εντελώς αντισυμβατική: χρειαζόμαστε έναν εύλογο αριθμό επενδυτικών τραπεζών και funds (distress & private equities), οι οποίες, διαθέτοντας τεχνογνωσία αναδιάρθρωσης (turn around) επιχειρήσεων και μη δεσμευόμενες –εκ φύσεως– από τους περιορισμούς των εμπορικών τραπεζών, με ταχύτατες ιδιωτικοοικονομικές διαδικασίες, να διασώσουν ότι αξίζει να διασωθεί από τις χιλιάδες ελληνικές επιχειρήσεις που παραπαίουν χωρίς ρευστότητα. Αλλά και για όσες μόνη λύση είναι η πτώχευση, είναι καλύτερο να περιέλθουν στη διαχείριση εξειδικευμένων funds, ώστε να υπάρξει η καλύτερη δυνατή αξιοποίηση της πτωχευτικής περιουσίας, παρά να αφεθούν στις αβελτηρίες του πτωχευτικού μας δικαίου. Προφανώς, η όλη διαδικασία απαιτεί νομοθετικές παρεμβάσεις, αλλά αυτό προϋποθέτει μόνο πολιτική βούληση και δεν κοστίζει!

Επίσης, όπως ορθώς σημειώνει ο Θανάσης Μαυρίδης, χρειαζόμαστε και αναπτυξιακές τράπεζες, οι οποίες διαθέτουν την τεχνογνωσία και τα εργαλεία για τη μακροχρόνια χρηματοδότηση της ανάπτυξης, δηλαδή επιχειρήσεων και έργων (projects) με μακροχρόνιο ορίζοντα.

Μένει, λοιπόν, να απαντηθεί:

- Από πού θα βρεθούν τα απαιτούμενα κεφάλαια;
- Με ποια διαδικασία και ποια χρηματοπιστωτικά εργαλεία θα αναμιχθούν δημόσια με ιδιωτικά κεφάλαια και πώς η διαχείρισή τους θα είναι αποτελεσματική;

Το δημόσιο χρήμα

Πρώτη –και σχεδόν αυτονόητη– πηγή είναι κεφάλαια δημοσίου χαρακτήρος, όπως αυτά του Σχεδίου Γιούνκερ, η γερμανική αναπτυξιακή τράπεζα KfW, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (με το E.I.U. και την E.B.R.D.), το IFC της Παγκοσμίου Τραπέζης, τα διάφορα sovereign funds αναπτυγμένων χωρών (π.χ. Νορβηγία) κ.ά.

Όμως, sine qua non για την επιτυχία της προσπάθειας είναι τα δημόσια κεφάλαια να μοχλευθούν με ιδιωτικά και η όλη διαχείριση να γίνει από πεπειραμένους ιδιώτες managers, Έλληνες και ξένους. Βεβαίως, κάτι τέτοιο ίσως να είναι απαράδεκτο για την ευαίσθητη «επαναστατική» συνείδηση των αμετανόητων δήθεν αριστερών και όσων –ανεξαρτήτως ιδεολογίας– συνεχίζουν να πιστεύουν ότι το ανίκανο, ανοργάνωτο, αναποτελεσματικό, διαπλεκόμενο και διεφθαρμένο ελληνικό δημόσιο1 μπορεί να γίνει μοχλός οικονομικής ανάπτυξης και μάλιστα να εμπλακεί ευθέως σε επιχειρηματικές και χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες. Ας πιστεύουν ό,τι θέλουν, η πραγματικότητα είναι αμείλικτη και τους διαψεύδει.

Τα ελληνικά κεφάλαια

Η οικονομική συγκυρία μας δίνει μια εξαιρετική ευκαιρία να λύσουμε –οριστικώς και αμετακλήτως– το πρόβλημα των ελληνικών κεφαλαίων που έχουν τοποθετηθεί εκτός Ελλάδος και –κατά τεκμήριο– δεν πληρούν το κριτήριο του πόθεν έσχες. Όσοι επαναπατρίσουν τα κεφάλαια τους θα λάβουν πλήρη αμνηστία έναντι τοποθετήσεως των κεφαλαίων τους σε μετοχές ή/και ομόλογα επενδυτικών σχημάτων. Τα αξιόγραφα αυτά θα μπορούν, εάν θελήσουν, να διαθέσουν στη δευτερογενή αγορά ομολόγων ή μέσω του χρηματιστηρίου. Η απλή προϋπόθεση της τοποθετήσεώς των σε τίτλους επενδυτικών τραπεζών, οι οποίες θα ιδρυθούν στο πλαίσιο της προτεινόμενης διαδικασίας, είναι εύλογη και εξυπηρετεί τόσο τους ιδιοκτήτες των κεφαλαίων, όσο και το κράτος, το οποίο θα εισπράξει πολλαπλάσιους φόρους από τη λειτουργία των νέων τραπεζικών ιδρυμάτων και των εταιρειών (investee) τις οποίες αυτά θα χρηματοδοτήσουν, παρά από τα όποια πρόστιμα με μεγάλη δυσκολία θα επιβάλλει και θα εισπράξει.

Δίπλα στα αμνηστευόμενα κεφάλαια θα επιστρέψουν και πολλά νομίμως εξαχθέντα, τα οποία θα έχουν την ευκαιρία να απολαύσουν αποδόσεις μεγαλύτερες από αυτές που τους προσφέρουν οι ξένες τράπεζες. Έτσι, σε μικρό χρονικό διάστημα, ένας πολύ σημαντικός όγκος ελληνικών κεφαλαίων θα είναι διαθέσιμος για τη χρηματοδότηση της παραγωγικής δραστηριότητος.

Ταυτοχρόνως, τα ιδιωτικά ξένα κεφάλαια –από κάθε μορφής funds, family offices κλπ– θα έρθουν μόνο για ένα λόγο: τις υψηλές αποδόσεις. Αυτές μπορούν να παραχθούν επειδή η ελληνική οικονομία έχει –λόγω της 6ετούς υφέσεως– αποκτήσει χαρακτηριστικά αναπτυσσόμενης (emerging) αγοράς, άρα μπορεί να προσφέρει και τις ανάλογες υψηλές αποδόσεις, ενώ η μόχλευση με τα δημόσια κεφάλαια αποτελεί ένα ακόμη κίνητρο γιατί οι δημόσιοι φορείς δεν ενδιαφέρονται για τις υψηλές αποδόσεις, άρα μπορούν να εκχωρήσουν μέρος των αποδόσεων υπέρ των ιδιωτικών κεφαλαίων (κάτι ανάλογο με τον μηχανισμό δημιουργίας του Τ.Α.ΝΕ.Ο. Α.Ε. ήδη από το 2002) έναντι εγγυήσεων για την ακεραιότητα των κεφαλαίων τους σε περίπτωση δυσχερούς ρευστοποιήσεως. Βεβαίως, επαναλαμβάνω, για να μπορεί να λειτουργήσει ένα τέτοιο σχήμα, η διαχείριση των κεφαλαίων πρέπει να ανατεθεί σε ιδιωτικές εταιρείες έμπειρων στελεχών, οι οποίες θα λειτουργήσουν εντός συμφωνημένου –χρονικού και νομικού– πλαισίου.

Ο μηχανισμός

Ο μηχανισμός είναι απλός: Ας υποθέσουμε ότι –σε πρώτη φάση– συγκεντρώνεται ένα ποσό δέκα δισεκατομμυρίων –10.000.000.000– ευρώ, από κεφάλαια ευρωπαϊκών & διεθνών οργανισμών, καθώς και επαναπατριζόμενα ελληνικά. Το ποσόν αυτό θα τεθεί σε δημόσιο «πλειστηριασμό» στον οποίο θα κληθούν να συμμετάσχουν ομάδες διαχειριστών/κεφαλαιούχων, οι οποίες θα προσφέρουν αναλογίες δικών τους κεφαλαίων προς δημόσια. Για παράδειγμα, για κάθε δικό τους εκατομμύριο ευρώ θα ζητούν ένα ή δύο ή τρία εκατομμύρια δημόσια κεφάλαια και θα προτείνουν τομείς στους οποίους αυτά θα επενδυθούν. Αντιστρόφως, ο δημόσιος φορέας που θα οργανώσει αυτούς τους ιδιότυπους πλειστηριασμούς μπορεί να ορίζει αναλογίες –ελάχιστες ή μέγιστες– αναλόγως των κλάδων (βιομηχανία, αγροτική παραγωγή, υπηρεσίες) ή/και υποκλάδων (τρόφιμα, χημική βιομηχανία, μεταλλουργία, logistics, μεταφορές, λογισμικό, υψηλή τεχνολογία, ειδικές μορφές τουρισμού κλπ.) στους οποίους επιθυμεί να κατευθυνθούν τα κεφάλαια ή/και επενδυτικών σταδίων (νεοφυείς επιχειρήσεις, αναπτυγμένες επιχειρήσεις, προβληματικές επιχειρήσεις, συγχωνεύσεις επιχειρήσεων κλπ).

Τα χρηματοπιστωτικά εργαλεία

Κάθε ομάδα διαχειριστών θα πρέπει είτε να ιδρύσει ένα επενδυτικό ταμείο (fund) ή/και επενδυτική τράπεζα, με έδρα οπουδήποτε στον κόσμο, αλλά με πεδίο δραστηριότητος αποκλειστικώς στην Ελλάδα, ενώ τα δημόσια κεφάλαια θα είναι δεσμευμένα σε ειδικό λογαριασμό και θα τοποθετούνται σε επενδύσεις (δηλαδή σε ελληνικές επιχειρήσεις), αφού πρώτα έχουν τοποθετηθεί –αναλογικώς– τα ιδιωτικά.

Ένα τέτοιο σύστημα μπορεί να δημιουργηθεί το πολύ εντός 6 μηνών. Τεχνογνωσία υπάρχει, την διαθέτουν τα πρώην στελέχη της Ε.Τ.Ε.Β.Α., η οποία –εγκληματικώς– απορροφήθηκε από την Εθνική για να δημιουργηθούν χρηματιστηριακές υπεραξίες από την καταστροφική διοίκηση Καρατζά! Όμως, εκτός αυτών, υπάρχουν πολλοί περισσότεροι Έλληνες, στις ξένες κεφαλαιαγορές, με μεγάλη εμπειρία σε τέτοιες διαδικασίες, οι οποίοι ευχαρίστως θα συμμετάσχουν σε ένα οργανωμένο εγχείρημα ανακάμψεως της ελληνικής οικονομίας, το οποίο –επιπροσθέτως– θα τους δώσει μεγάλες υπεραξίες για τα κεφάλαια που θα προσελκύσουν. Εκτιμώ ότι αν, αρχικώς, διατεθούν δημόσια κεφάλαια π.χ. πέντε δισεκατομμυρίων –5.000.000.000– ευρώ, στην αγορά θα καταλήξουν κεφάλαια της τάξεως περίπου των δέκα δισεκατομμυρίων –10.000.000.000– ευρώ. Δεν αποκλείεται οι εκτιμήσεις μου να είναι συντηρητικές και να προκύψουν υψηλότερα κεφάλαια. Η επιτυχία της πρώτης φάσεως θα προσελκύσει περισσότερα και φθηνότερα κεφάλαια, τα οποία θα έχουν βρει ένα μικρό επενδυτικό προορισμό που θα προσφέρει σχεδόν τριτοκοσμικές αποδόσεις σε περιβάλλον Ευρωζώνης!

Προσοχή: επ' ουδενί αυτό που προτείνω δεν σημαίνει την μετατροπή –ευθέως ή εμμέσως– των υφισταμένων τραπεζών σε bad banks! Αντιθέτως, το νέο, εναλλακτικό και παράλληλο τραπεζικό σύστημα θα λειτουργήσει ως συγκοινωνούν δοχείο με το υφιστάμενο τραπεζικό σύστημα (των εμπορικών τραπεζών), αποφορτίζοντάς το από τα προβληματικά δάνεια όσων επιχειρήσεων αναδιαρθρώνονται. Ταυτοχρόνως, τα κεφάλαια που θα χρησιμοποιεί θα είναι κατατεθειμένα στις παλαιές τράπεζες ώστε να αποφέρουν την ελάχιστη απόδοση προθεσμίας, άρα θα αυξηθεί η αξιοπιστία τους και θα μειωθεί δραστικώς το υψηλό κόστος χρηματοδοτήσεώς των από τον E.L.A.

Πριν κλείσω, θεωρώ απολύτως απαραίτητο –αλλά και ηθικώς επιβεβλημένο– να προσθέσω μια ακόμη σημαντική παράμετρο: τη δικαίωση και αποζημίωση των Ελλήνων ομολογιούχων που επλήγησαν από το P.S.I. Δεν είναι της παρούσης, ούτε έχει νόημα να εξετάσουμε αν οι άνθρωποι αυτοί ήταν επενδυτές με γνώση των κινδύνων που αναλάμβαναν ή απλοί αποταμιευτές που χρήζουν προστασίας. Η ηθική και λογική των αγορών επιβάλλουν να δεχθούμε το πρώτο, όμως δεν είναι καθόλου βέβαιον ότι η πρωτοβάθμια ελληνική δικαιοσύνη έχει την ίδια άποψη. Πολλώ δε μάλλον που το ελληνικό πολιτικό σύστημα και το οικονομικό περιβάλλον ενήργησαν με τρόπο που μας αναγκάζει να δεχθούμε ως δικαιότερη τη δεύτερη εκδοχή.

Για τη δικαίωσή και αποζημίωσή των Ελλήνων ομολογιούχων –μη δημοσίων φορέων– προτείνω να συμπεριληφθούν ως ειδική κατηγορία στο ανωτέρω σχέδιο και να διαθέσουν τα ομόλογά τους έναντι νέων –ομολόγων ή μετοχών– ύψους όσο ήταν η αρχική τους επένδυση πλέον των διαφυγόντων αποδόσεων από το 2012 μέχρι σήμερα. Τα νέα αυτά ομόλογα ή/και μετοχές, όπως και όλα τα άλλα, θα είναι ελευθέρως διακινούμενα μέσω των αγορών κεφαλαίου, ενώ η –ενδεχόμενη– διακράτησή τους θα πρέπει να συνδεθεί με ένα προνομιακό κουπόνι. Θεωρώ ότι αυτή η ρύθμιση όχι μόνον είναι ζήτημα ηθικής τάξεως έναντι των Ελλήνων ομολογιούχων, αλλά είναι και απολύτως απαραίτητη ως πρόσθετο ηθικό αντιστάθμισμα της αμνηστίας των ελληνικών κεφαλαίων που θα επαναπατρισθούν χωρίς πόθεν έσχες. Άλλωστε, δεν είναι πολύ δύσκολο να δει κανείς τη σχέση μεταξύ των δύο περιπτώσεων: όσο περισσότερα κεφάλαια διέφευγαν αφορολόγητα εκτός Ελλάδος, τόσο μεγαλύτερες ήταν οι δανειακές ανάγκες του Ελληνικού Δημοσίου, που κάλυπταν οι αποταμιεύσεις των Ελλήνων ομολογιούχων. Θα ήταν απολύτως άδικο και παράλογο να αμνηστευθούν όσοι αφενός έχουν μέρος της ευθύνης για την εθνική μας χρεωκοπία και αφετέρου –έστω εμμέσως– ωφελούνται από αυτήν, χωρίς να αποκατασταθούν πλήρως όσοι υπήρξαν ευθέως θύματά της!

Θα μπορούσα να γράψω αρκετά περισσότερα, όμως ο χώρος ενός άρθρου δεν το επιτρέπει. Σκοπός μου είναι να συμβάλλω σε μια δημόσια συζήτηση που έπρεπε να γίνει χθες! Ασφαλώς θα υπάρχουν και άλλες προτάσεις, ίσως πολύ καλύτερες από τη δική μου. Ελπίζω να υπάρξουν ανοιχτά μυαλά που να τις εξετάσουν και να υιοθετήσουν όποια (ή όποιες) μπορεί να δώσει ταχείες διεξόδους στο πρόβλημα της επανεκκίνησης της οικονομίας.

 

1 Προσοχή: αναφέρθηκα στο Ελληνικό Δημόσιο και όχι στους δημοσίους υπαλλήλους, μεταξύ των οποίων υπάρχουν πολλοί περισσότεροι ικανοί, καταρτισμένοι και αποτελεσματικοί από όσους πιστεύουμε. Υπάρχουν και επιμένουν να κάνουν καλά τη δουλειά τους, αλλά τους πνίγει το άθλιο νομικό πλαίσιο και ο κομματικός συνδικαλισμός, που επιβραβεύουν τις μετριότητες, τους ανίκανους και τους διεφθαρμένους!