Κράτος, αυτό το Λάφυρο

Κράτος, αυτό το Λάφυρο

Του Βασίλη Φασούλα*

Αντέχουμε αλήθειες; Η περιθρύλητη κυρία Τασία (Χριστοδουλοπούλου), συνάδελφός μου, δεν σοκάρει κανέναν μας . Λέει απλά ξεδιάντροπα το «αυτονόητο»: «Μάνα είμαι και βόλεψα το παιδί μου». Φυσικά επικαλείται το νομιμοφανές της πράξεως με την έμμεση αναφορά της στην συνέχεια του κράτους και πρότερες ενέργειες και θεωρίες προκατόχων της. Το πρόβλημα και εδώ δεν έγκειται στον ΣΥΡΙΖΑ. Το πρόβλημα έγκειται στο πώς εκλαμβάνουμε οι ίδιοι την ενέργειά της, ασχέτως του προσώπου και της συμπεριφοράς που αυτό φέρει.

Και η ενέργεια αυτή είναι απλά απολύτως κατανοητή. Όχι απλώς ανεκτή ή στα όρια του ανεκτού, είναι απολύτως κατανοητή και σε πολλούς συμπαθής ακόμη. Είναι υποκρισία, τελεία υποκρισία, να ανακαλύψουμε το πελατειακό κράτος επί ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό υπήρξε εξ αρχής της ελληνικής παλιγγενεσίας, όσοι το πολέμησαν η κατάληξή τους λίγο έως πολύ γνωστή. Από τον Καποδίστρια μέχρι τον συμπαθή Μανόλη Δρεττάκη που επί βαθέος πρωτοκυβερνώντος ΠΑΣΟΚ τόλμησε να μην διορίζει ούτε τους στενούς του συγγενείς.

Απλώς, ε, άλλαξαν τη παρόδω του χρόνου οι τρόποι αποβολής μη «συφερτικών». Τον απρόθυμο για ρουσφέτι παλαιότερα μέχρι που τον σκοτώναμε, κατόπιν τον λοιδορούσαμε ως σύστημα, μετά απλώς δεν υπήρχε στην εξίσωσή μας. Και αυτός ο απρόθυμος στο ρουσφέτι πολιτικός, σήμερα ακόμη ευρίσκεται στην σφαίρα του μύθου κάθε πολιτικού προγράμματος με «όραμα». Ένα μυθικό πρόσωπο σχεδόν αναγεννησιακό και σίγουρα μη πιστευτό καν ως ενδεχόμενο από τους όποιους αναγνώστες του όποιου προγράμματος.

Απαύγασμα του πελατειακού κράτους υπήρξε το κράτος ως «λάφυρο». Οι έχοντες πελάτες πολιτικοί δεν πρέπει να απομυζούν τους χυμούς του; Γιατί άραγε έγιναν πολιτικοί; Για να υπουργήσουν; Δηλαδή έχουν πελάτες και δεν θα εκμεταλλεύονται το ίδιο το μαγαζί του οποίου έλαβαν τα κλειδιά; Δεν θα του «διαρρυθμίζουν τον χώρο», δεν θα του “διαφεντεύουν το ταμείο”; Δεν θα διορίζουν αγαπημένα ή εξηρτημένα τους πρόσωπα εντός του; Φυσικά, για τους λίγους πλέον ενδιαφερομένους: Υπουργέω – Υπουργώ σημαίνει διακονώ. Μάλλον όμως μείναμε με τους Μινίστρους του Μαυροκορδάτου και ιδίως του Κωλέττη, του πραγματικού ιδρυτή του μέχρι σήμερον ελληνικού κρατισμού. Τα υπόλοιπα ήσαν πολύ καθαρευουσιάνικα για την δημοτική μας.

Το μόνον που προσθέτει η ανωτέρω πολιτικός είναι ίσως μία κακόφωνη νότα λόγω των πομφολύγων μεγαλοστομιών που το αριστερών φαντασιώσεων κόμμα της εισέφερε στην πολιτική σκηνή ιδίως την τελευταία δεκαετία. Δεν παύει όμως και η ίδια και το κόμμα της να είναι αστή και αστικό αντιστοίχως, όπως και αν περιγράφουν εαυτούς. Η ιδιόμορφη αστική λοιπόν ύπαρξη εν Ελλάδι είναι αμείλικτη, κατηγοριοποιημένη και η αφομοίωση σε αυτήν εκ των ων ουκ άνευ.

Μία εκ των κατηγοριών είναι και η κρατικοδίαιτη «ενασχόληση» με τα κοινά, σε αντίθεση με τους ανθρώπους της πραγματικής εργασίας και της προόδου που δεν θέλουν ούτε να βλέπουν όσους ασχολούνται με τα «κοινά», που δεν θέλουν να βλέπουν πουθενά «κράτος». Και ο αστός δηλαδή το σύνολο του ελληνικού πληθυσμού πλην μερικών τσοπάνων, μερικών αγροτών και μερικών εν ζωή ακόμη εργατών εργοστασίων, έτσι «έχει εκπαιδευθεί» να σκέπτεται. Έτσι καταλαβαίνει ο Έλλην αστός ότι φθάνει στις κοινωνικές πραγματοποιήσεις του. Ο μεν «καπάτσος» διά του Κράτους ο δε φιλοπρόοδος άνευ του Κράτους. Και εκεί αρχίζουν οι αποχρώσεις του ιλαροτραγικού.

Φυσικά δεν είναι όλοι ίδιοι, ούτε πολίτες, ούτε πολιτικοί. Φυσικά όμως υπάρχει ένα σύμπαν ομοιωμάτων και ομοιοτήτων.
Οι επόμενες διακυβερνήσεις δεν έχουν μόνον πολιτικό έργο, έχουν κυριώτατα πολιτισμικό. Κυριώτατα δε, κατά του εαυτού τους.

Τα «αλλιώς …» τα ξέρουμε λίγο έως πολύ . Το πόσο γρήγορα αυτά τα «αλλιώς» θα έλθουν ας τα υπολογίσουμε. Δεν θέλει πάνω από τα δάκτυλα των χειρών μας


*Ο Βασίλης Φασούλας είναι Δικηγόρος, Υπεύθυνος Οργανωτικού της Δημοκρατικής Ευθύνης.