Κοινωνική οικονομία: Ο τρίτος τομέας της οικονομίας

Κοινωνική οικονομία: Ο τρίτος τομέας της οικονομίας

Της Βάσως Κόλλια*

Διανύοντας τον έβδομο χρόνο αυτής της σκληρής, πολύπλευρης και χωρίς τέλος κρίσης πρέπει να αντιληφθούμε ότι θα πρέπει να σχεδιάσουμε μια σειρά από διαφορετικούς αναπτυξιακούς και επιχειρηματικούς πυλώνες προκειμένου ο καθένας από αυτούς να συμβάλει με την δική του προστιθέμενη αξία στην ανασυγκρότηση της χώρας.

Η Κοινωνική Οικονομία μπορεί να αποτελέσει έναν από τους κεντρικούς πυλώνες της Οικονομίας. Έναν σημαντικό και ανεκμετάλλευτο πυλώνα της οικονομίας μας, όπως η ψηφιακή οικονομία (έχω αναφερθεί σε προηγούμενο άρθρο στο liberal.gr, 24/7/16), η πολιτιστική οικονομία, που αποτελούν μια σημαντική πρόκληση για την Νέα Δημοκρατία και τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ως σύγχρονο πολιτικό, για την συμβολή τους στην οικονομική ανάπτυξη.

Η Κοινωνική Οικονομία είναι ο διακριτός χώρος της οικονομίας ανάμεσα στον ιδιωτικό - κερδοσκοπικό/ κεφαλαιουχικό τομέα και το δημόσιο τομέα, όπου διεξάγονται οικονομικές δραστηριότητες με κυρίαρχο σκοπό την εξυπηρέτηση κοινωνικών σκοπών και στόχων.

Η διεθνής και ευρωπαϊκή τάση των τελευταίων χρόνων, μας δείχνει ότι το 14% περίπου του ανθρώπινου δυναμικού απασχολείται σε επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας και κοινωνικής επιχειρηματικότητας. Συγκεκριμένα, αποτελούν περίπου το 10% του συνόλου των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και απασχολούν το 8% των εργαζομένων της μισθωτικής απασχόλησης ή 6,5 της συνολικής απασχόλησης. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα της Γαλλίας και της Ισπανίας, όπου οι δραστηριότητες της Κοινωνικής Οικονομίας καταλαμβάνουν ποσοστό πάνω από 10% του ΑΕΠ. Στην Ελλάδα δεν αποτελούν ούτε το 2% του ΑΕΠ.

Η ευρωπαϊκή εμπειρία δείχνει ότι η Κοινωνική Επιχειρηματικότητα έχει σημαντική αναπτυξιακή δυναμική σε όλους τους τομείς της οικονομίας: από τη γεωργία και την παραγωγή τροφίμων μέχρι τη βιομηχανική/βιοτεχνική παραγωγή, την ενέργεια και τις υπηρεσίες υψηλής τεχνολογίας.

Οι επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονομίας στις ποικίλες μορφές τους διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της αποδοτικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας με πολλούς διαφορετικούς τρόπους: κατευθύνοντας διασκορπισμένους και αδρανείς πόρους προς την οικονομική δραστηριότητα, κινητοποιώντας πόρους σε τοπικό επίπεδο, ενισχύοντας το επιχειρηματικό πνεύμα, εξαλείφοντας την ακαμψία της αγοράς, ενθαρρύνοντας την ευελιξία των αγορών, προάγοντας την κατά τόπους προσαρμογή της παραγωγής κ.ά. Οι επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονομίας έχουν επίσης μεγαλύτερη ικανότητα διατήρησης της απασχόλησης και αποφυγής της απώλειας θέσεων εργασίας κατά τη διάρκεια δυσμενών οικονομικών κύκλων, όπως παρατηρείται στην τρέχουσα οικονομική κρίση. Αναμφισβήτητα η κοινωνική οικονομία αποτελεί έναν τομέα που συμβάλλει σημαντικά στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης, στη βιώσιμη ανάπτυξη και στη δικαιότερη κατανομή του εισοδήματος και του πλούτου. Πρόκειται για έναν τομέα ο ποίος μπορεί να συνδυάσει την κερδοφορία με την κοινωνική ένταξη και να εργαστεί παράλληλα με τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα για την προσαρμογή των υπηρεσιών στις ανάγκες. 

Ο χώρος της κοινωνικής οικονομίας έχει μεγάλα πλεονεκτήματα για κάθε εμπλεκόμενη πλευρά. Πέραν από το προφανές κοινωνικό και ανθρωπιστικό όφελος, μπορεί να προσφέρει πολύτιμη εργασιακή εμπειρία και γνώσεις σε νέα άτομα, πριν την είσοδο στον αμιγώς εργασιακό στίβο. Μπορεί να αποτελέσει ένα περιβάλλον κοινωνικής ένταξης, να εμποδίσει την παθητικοποίηση ή και την περιθωριοποίηση της ανεργίας. Μπορεί να αποτελέσει το φυτώριο νεανικής επιχειρηματικότητας και καινοτομίας με κοινωνικό ή οικολογικό περιεχόμενο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η καινοτομία συνδέεται άμεσα με μια πρωτότυπη και εύλογη λύση σε ένα υφιστάμενο πρόβλημα. Και ο χώρος αυτός προσφέρει ένα προνομιακό σημείο εντοπισμού πραγματικών αναγκών της κοινωνίας. Ίσως το πιο πολύτιμο στοιχείο του χώρου της κοινωνικής προσφοράς είναι η ελευθερία σκέψης και δράσης που προσφέρει.

Μια ελευθερία που οδήγησε τις κοινωνίες άλλων εποχών να μεγαλουργήσουν. 

Η ελληνική κοινωνία έχει πολύ μεγαλύτερη εμπειρία στην κοινωνική οικονομία από ό,τι ίσως φανταζόμαστε.

Ας μην συνδέουμε την κοινωνική οικονομία μόνον με την αστική εμπειρία. Η ελληνική οικιακή και αγροτική οικονομία και οικοτεχνία μπορεί να μας δώσει ατέλειωτα καλά παραδείγματα. Τα συνεταιριστικά θαύματα ιστορικών κοινοτήτων όπως τα θεσσαλικά Αμπελάκια, από τον 18ο αιώνα, είναι χαρακτηριστικά. Αλλά και αργότερα, η εμπειρία στον ελληνικό χώρο είναι τεράστια. Τα  «θαύματα» αυτά βασίστηκαν στην προσπάθεια επιβίωσης, και είχαν σημείο αναφοράς το μεράκι και τη χαρά της δημιουργικής εργασίας σε συνεργατικό και φιλικό και οικογενειακό περιβάλλον. Στήθηκαν πάνω και μέσα από τα δίκτυα που ξεπερνούσαν το στενό οικογενειακό κύκλο, για να υποστηρίξουν με αλληλεγγύη μια απαιτητική καθημερινότητα.

Η Κοινωνική Οικονομία και Επιχειρηματικότητα συνεισφέρει στην διατηρήσιμη οικονομική ανάπτυξη σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο ενδυναμώνοντας ταυτόχρονα την κοινωνική συνοχή. Μπορεί να αποτελέσει μια εναλλακτική λύση – ένα νέο παραγωγικό μοντέλο για την αντιμετώπιση της ραγδαίας επιδείνωσης των φαινομένων της ανεργίας και του κοινωνικού αποκλεισμού δημιουργώντας απασχόληση αλλά και να αντιμετωπίσει προβλήματα που έχει επιφέρει η κρίση και ο μετασχηματισμός των συστημάτων κοινωνικής προστασίας καλύπτοντας κοινωνικές ανάγκες.Υπάρχει ανοικτό και πολλά υποσχόμενο πεδίο για δράσεις κοινωνικής επιχειρηματικότητας, ιδίως στο νέο τοπίο που δημιουργούν τα νέα ψηφιακά μέσα και τα εργαλεία κοινωνικής δικτύωσης.

Κλείνοντας θα αναφέρω δύο παραδείγματα σύγχρονων κοινωνικών επιχειρηματιών: Το 2006, ο Blake Myconskie από τις  ΗΠΑ είχε την καινοτόμα ιδέα να ιδρύσει μια εταιρεία παπουτσιών στο Τέξας, την γνωστή πλέον σήμερα TOMS, όπου για  κάθε ζευγάρι που πωλούνταν έκανε δωρεά ένα ζευγάρι σε κάποιον που το είχε ανάγκη. Η ιδέα και ο Blake  έχουν γίνει σήμερα διάσημοι και η εταιρεία έχει αναπτυχθεί και σε άλλους κλάδους. 

Ο Jamie Oliver  ίδρυσε το 2002 το «Fifteen» (το  όνομα  εστιατορίου  και  του κοινωφελούς οργανισμού). Η αποστολή του είναι να εμπνέει κάθε  χρόνο 15 νέους  ανθρώπους – από ευπαθείς ομάδες (άνεργους, ναρκομανής κλπ) ή με ποινικό  μητρώο – να  πιστέψουν στον εαυτό τους και να εκπαιδευτούν ως σεφ προσλαμβάνοντας μάλιστα κάποιους από αυτούς. Στόχος του ήταν να γίνει διεθνές brand και τα κατάφερε. Σήμερα υπάρχουν ένα εστιατόριο στο Λονδίνο, δύο στο Άμστερνταμ, δύο στην Αυστραλία, ένα στο Ηuston και ένα στο St Louis.

Ένα ιστορικό παράδειγμα κοινωνικού επιχειρηματία είναι αυτό του Jean Monnet, ενός εκ των ιδρυτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

* Η κ. Βάσω Κόλλια είναι πολιτικός επιστήμων, πρώην Γενική Γραμματέας Ισότητας των Φύλων του Υπουργείου Εσωτερικών.