Κλαίγοντας στην αποφοίτηση: Β. Μπορομπόκας, εκπαιδευτής σκύλων

Σήμερα έχουμε τη χαρά να συνομιλούμε με τον γνωστό εκπαιδευτή σκύλων Βασίλη Μπορομπόκα. Τον ευχαριστώ θερμά για τον χρόνο του. Όπως και εσάς για τις κοινοποιήσεις αυτής της συζήτησης, που ξέρουμε ότι θα είναι πολλές.

* * *

— Κάνετε την καλύτερη δουλειά του κόσμου, κύριε Μπορομπόκα;

Β.Μπ.: Κάποιες φορές νιώθω ειλικρινά ότι όντως κάνω την καλύτερη δουλειά του κόσμου. Κάνω τη δουλειά που με γεμίζει, μου ταιριάζει, με εκφράζει και με κάνει να σηκώνομαι όσο το δυνατόν πιο χαρούμενος τα πρωινά. Νομίζω πως το κλισέ «έκανε το χόμπι του επάγγελμα» γράφτηκε για εμένα. Δυο επαγγέλματα πιστεύω πως θα έκανα με τεράστια χαρά: το δικό μου, και το να παίζω ποδόσφαιρο. Ευτυχώς για τους οπαδούς των αντιπάλων ομάδων, με κέρδισαν οι τετράποδοι φίλοι μας.

Για να βρεθώ εδώ βέβαια έπρεπε να αποφασίσω και να διαλέξω μεταξύ της «ασφάλειας» και του ονείρου μου. Τελικώς αποχώρησα από την οικογενειακή μας επιχείρηση, μια πολύ δύσκολη απόφαση (συναισθηματικά και οικονομικά) και με πολύ μεγάλο ρίσκο. Ήθελα όμως να μπορέσω να εστιάσω και να εξελίξω τη δουλειά μου και τον εαυτό μου. Με λίγα λόγια, κυνήγησα το όνειρό μου και είμαι ευγνώμων για αυτό. Βέβαια, για να είμαι απολύτως ειλικρινής, υπάρχουν σαφώς και δύσκολες στιγμές, γεμάτες με άγχος, ματαίωση, πίεση και στενοχώρια. Ακόμη μαθαίνω να τις διαχειρίζομαι και να προχωρώ.

— Πότε ανακαλύψατε αυτή την κλήση σας; Αγαπούσατε και ασχολούσασταν από πάντα με τα σκυλιά;

Β.Μπ.: Νομίζω από πολύ μικρός, σχεδόν από το Δημοτικό τώρα που το σκέφτομαι. Ναι, τα σκυλιά τα λάτρευα από παιδάκι, ένιωθα πολύ ευχάριστα και όμορφα δίπλα τους. Θα σας αναφέρω ένα παράδειγμα: Θυμάμαι χαρακτηριστικά έναν σκύλο τον οποίο αρκετοί συμμαθητές μου τον φοβόντουσαν, όμως εγώ τον πλησίαζα και τον χάιδευα χωρίς να αισθάνομαι καμία ιδιαίτερη απειλή. Επίσης θυμάμαι καθαρά έναν από τους πρώτους μου καβγάδες στο Γυμνάσιο. Κάποια παιδιά πείραζαν και έφτυναν έναν αδέσποτο σκυλάκο που είχε μπει στο προαύλιο. Τότε λοιπόν αποφάσισα να αναλάβω χρέη… δικηγόρου του, μιας και κανείς άλλος δεν είχε συγκινηθεί ιδιαίτερα. Ε, δεν χρειάζονται περισσότερες λεπτομέρειες καθώς ο διαξιφισμός εξελίχθηκε πολύ γρηγορά σε «μάχη» για τα μάτια ενός αδέσποτου. Τέλος, είμαι σίγουρος ότι έπαιξε σαφώς μεγάλο ρόλο το ότι μεγάλωσα μεν με σκύλους και γάτες, αλλά και με ζώα του αγροκτήματος (κατσίκες, κότες, κουνέλια, πρόβατα), καθώς ο παππούς μου είχε «μεταφέρει» το χωριό του στο πατρικό μας στο Νέο Ηράκλειο.

— Πολύ ωραία. Πάμε στα της δουλειάς σας τώρα. Καταρχάς, πόσοι εκπαιδευτές υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα;

Β.Μπ.: Ειλικρινά δεν ξέρω τον ακριβή αριθμό. Σαφώς τα τελευταία δέκα χρόνια υπάρχει μια πολύ μεγάλη αύξηση ενδιαφέροντος για το συγκεκριμένο επάγγελμα, κάτι που από τη μια είναι ελπιδοφόρο, καθώς πάντα υπάρχει χώρος για ευγενικούς, καλλιεργημένους και φιλόζωους συνάδελφους, αλλά από την άλλη δεν σας κρύβω πως το αντιμετωπίζω όλο αυτό με σκεπτικισμό καθώς δεν είμαι και πολύ φίλος τής… μόδας. Για να γίνει κάποιος «σωστός» εκπαιδευτής, χρειάζεται πρωτίστως ταλέντο, πάρα πολλή εμπειρία με πολλά και διαφορετικά σκυλιά, διάθεση για μετεκπαίδευση, χρόνος και υπομονή, χρήματα για εκπαιδευτικά ταξίδια στο εξωτερικό και φυσικά και ένας καλός δάσκαλος που θα είναι δίπλα του για να τον κοουτσάρει και να τον στηρίζει.

— Ο καθένας μπορεί να δηλώσει εκπαιδευτής; Δεν υπάρχει κάποιου είδους πιστοποίηση;

Β.Μπ.: Δυστυχώς, «στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις». Όχι, δεν υπάρχει ένας επίσημος φορέας πιστοποίησης και αξιολόγησης, πολύ κακώς κατ’ εμέ. Τα τελευταία χρόνια πολλοί νέοι άνθρωποι εισχωρούν στον χώρο και πραγματικά εύχομαι ολόψυχα να έχουν την τύχη να καθίσουν δίπλα σε καλούς, πιστοποιημένους και έμπειρους συναδέλφους ώστε να πάρουν όλα τα σωστά εφόδια που είναι απαραίτητα για αυτή την δουλειά.

Εγώ ξεκίνησα δειλά-δειλά τα πρώτα μου βήματα το καλοκαίρι του 1999 ως βοηθός ενός εκπαιδευτή, σε μια πολύ διαφορετική περίοδο από τη σημερινή, όπου εκπαιδευτές γίνονταν συνήθως οι γιοι των συναδέλφων. Πήρα την εμπειρία και τις εικόνες που χρειαζόμουν, έκανα πολλή «λάντζα», άκουσα με προσοχή, δούλεψα με δεκάδες σκύλους και τότε κατάλαβα ότι έχω πράγματι ταλέντο στην επικοινωνία μαζί τους.

Παρά ταύτα, δεν βολεύτηκα σε αυτά που είχα μάθει και ξεκίνησα τα ταξίδια (οχτώ τον αριθμό) σε διάφορες χώρες της Ευρώπης. Διδάχτηκα και έκατσα δίπλα σε μερικά από τα «ιερά τέρατα» του χώρου, σε συναδέλφους από Ευρώπη και Αμερική, αλλά και σε διαφορετικούς ως προς τη φιλοσοφία δασκάλους, ώστε να έχω μία όσο το δυνατόν πιο αντικειμενική άποψη, μια καθαρή εικόνα και πλουραλισμό στην προσέγγιση μου. Ήθελα και θέλω τη γνώση, την πιστοποίηση, το να πάω παρακάτω, να μη μένω στάσιμος, να κάνω τη διαφορά, να εξελιχτώ. Ήθελα να βλέπουν οι πελάτες μου και όσοι μού απευθύνονται πως έχουν να κάνουν με έναν σοβαρό επαγγελματία. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι αυτή η αναζήτηση, η εξειδίκευση και οι γνώσεις με βοήθησαν να εκπαιδεύσω τη Sugar, το πρώτο Diabetic Alert Dog στην Ελλάδα, αλλά και να δεχτώ προτάσεις για να διδάξω συναδέλφους μου (Ιταλία) ή να συμμετάσχω σε επιστημονικές έρευνες (Αυστρία). Σαφώς όμως με βοήθησαν και στο καθημερινό κομμάτι της δουλειάς και των εκπαιδεύσεών μου.

— Ποια είναι τα 5 κυριότερα χαρακτηριστικά που ξεχωρίζουν έναν καλό εκπαιδευτή από έναν όχι ακριβώς κατάλληλο;

Β.Μπ.: Είναι τα εξής:

1) Η διάθεση για γνώση. Ένας εκπαιδευτής κολλημένος σε δόγματα, ξεπερασμένες τεχνικές, ανεφάρμοστα τσιτάτα, copy paste συμβουλές και παρωχημένες αντιλήψεις, παύει να είναι αποτελεσματικός και αποδοτικός.

2) Η ικανότητα να είναι μεταδοτικός. Η σύγχρονη εκπαίδευση βασίζεται κατεξοχήν στην κατ’ οίκον διδασκαλία. Δεν γίνεται να είναι κάποιος ελλιπής και ανεπαρκής στη μετάδοση των απαραίτητων πληροφοριών, του πλάνου και των ασκήσεων που χρειάζεται ο κάθε κηδεμόνας.

3) Η τιμιότητα. Να μη λέει δηλαδή στους πελάτες του ανεφάρμοστα πράγματα και όμορφες θεωρίες απλώς επειδή ηχούν ωραία στα αυτιά τους. Η θετική προσέγγιση στην εκπαίδευση δεν έχει να κάνει με το τι λέμε τη μια ώρα που κάνουμε μάθημα, αλλά με το τι διδάσκουμε για να ζει καλά ο σκύλος τις 23 ώρες που λείπουμε.

4) Η εμπειρία. Πιστέψτε με, η θεωρία από την πράξη απέχει πάρα πολύ. Συνάδελφοι που δεν έχουν δυσκολευτεί, δεν έχουν δοκιμάσει νέες τεχνικές, δεν έχουν ηττηθεί, δεν έχουν «τριφτεί» με διαφορετικά σκυλιά, δεν έχουν προσπαθήσει να δουλέψουν στο περιβάλλον που ο σκύλος πιέζεται, δεν καταφέρνουν ούτε τον σκύλο να βοηθήσουν ούτε να εξελιχθούν και οι ίδιοι. Θυμίζω ότι είναι πολύ της μόδας η συμβουλευτική και τα tips, και όχι η πράξη, με αποτέλεσμα να μένουν τελικά ανεκπαίδευτοι οι σκύλοι.

5) Η επαφή με τα συναισθήματά του. Να μην κουβαλά στη δουλειά τα προσωπικά του θέματα, να προστατεύει τον σκύλο, να βλέπει με ειλικρίνεια πού κάνει λάθος, να έχει το θάρρος να ξεβολευτεί, να ξέρει να ακούει προσεκτικά, να παίρνει την ευθύνη των λόγων του, να κατεβαίνει από τη θέση του ειδικού και να παλεύει κάθε μέρα για να κάνει καλύτερο τον σκύλο που εκπαιδεύει.

— Από όσο ξέρουμε, όλο και περισσότεροι ιδιοκτήτες σκύλων απευθύνονται σε εκπαιδευτές. Είναι κι αυτό κάτι σαν μόδα, όπως είπατε και πριν; Ή ήρθε για να μείνει;

Β.Μπ.: Ισχύει αυτό. Ασφαλώς και δεν υπήρχε τόση ζήτηση πριν από είκοσι χρόνια, για παράδειγμα. Προσωπικά εύχομαι να ήρθε για να μείνει, όπως λέτε, γιατί οι σκυλογονείς χρειάζονται βοήθεια και καθοδήγηση, τουλάχιστον οι περισσότεροι από αυτούς. Θα σας πω ότι εν μέσω Κρίσης και Μνημονίων η δουλειά μου δεν μειώθηκε. Αυτό δείχνει πολλά. Βλέπω ανθρώπους διαφορετικών τάξεων, που όλοι τους προσπαθούν για το καλύτερο — κάτι στ’ αλήθεια συγκινητικό. Κατανοούν πόσο σημαντικό είναι να μαθαίνουν από έναν εκπαιδευτή τι ανάγκες έχει ο σκύλος τους, τι χρειάζεται να κάνουν οι ίδιοι, τι πρέπει να αλλάξουν, πού να εστιάσουν. Ο σωστός εκπαιδευτής βλέπει καθαρά και λέει την αλήθεια, και δεν κρύβει τα προβλήματα κάτω από το χαλί.

— Πόσο καλοί, ή καλύτεροι, γινόμαστε απέναντι στα σκυλιά μας όσο περνούν τα χρόνια;

Β.Μπ.: Προσπαθούμε να γινόμαστε όλο και καλύτεροι. Σιγά-σιγά και σταθερά, με τα σωστά και τα λάθη μας. Και, πιστέψτε με, δεν είμαι και ο πιο αισιόδοξος άνθρωπος στον κόσμο αναφορικά με το συγκεκριμένο θέμα. Όμως βλέπω εξαιρετικές και όμορφες κινήσεις δίπλα μου. Από το νερό που θα φέρει ο σερβιτόρος στην καφετέρια, από τα ζεστά βλέμματα των γονιών την ώρα που θα πάω με τη σκυλίτσα μου να πάρω τον γιο μου από το σχολείο, από πελάτες μου που παρ’ όλα τα θέματα που αντιμετωπίζουν προσπαθούν και το παλεύουν, από νέα ζευγάρια που θεωρούν τον σκύλο παιδί τους, από τους ανθρώπους που βγάζουν το σακουλάκι από την τσέπη για να μαζέψουν τις ακαθαρσίες, από τα ολοένα και αυξανόμενα pet friendly spots. Σαφώς και έχουμε πολύ δρόμο ακόμη μέχρι να γίνουμε Στοκχόλμη, για παράδειγμα, αλλά τουλάχιστον είμαστε σε καλό δρόμο.

— Από την άλλη, ακούμε διαρκώς για κρούσματα κακοποίησης σκύλων; Πιστεύετε ότι υπάρχει κάποια έξαρση στο φαινόμενο, ή γίνεται τόσο μεγάλος θόρυβος λόγω των social media;

Β.Μπ.: Κοιτάξτε, σαφώς υπάρχουν πραγματικά αρρωστημένοι άνθρωποι. Πάντοτε υπήρχαν άλλωστε, απλώς πλέον τα άσχημα νέα διαδίδονται γρηγορότερα λόγω του διαδικτύου. Επίσης κάτι που ίσως παλιότερα να «κουκουλωνόταν» τώρα θα βγει μπροστά, από έναν συμπολίτη, από έναν δημοσιογράφο, από την αστυνομία… Από την άλλη, υπάρχει ξεκάθαρα βαθύ έλλειμμα κουλτούρας και παιδείας, και αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα. Από εκεί πρέπει να ξεκινήσουμε αν θέλουμε σε λίγα χρόνια να είναι παρελθόν οι άσχημες ειδήσεις, οι κακοποιήσεις και οι δολοφονίες σκύλων. Ευτυχώς πολλοί συνάδελφοι έχουν πλέον πρόσβαση σε σχολικές αίθουσες ώστε να γίνεται σωστή, κατάλληλη ενημέρωση στα παιδιά, στη ρίζα του θέματος δηλαδή.

— Εξακολουθούν οι Έλληνες να παρατούν τα σκυλιά τους στον δρόμο όταν βλέπουν ότι για τον ένα ή τον άλλο λόγο δεν τα θέλουν πια;

Β.Μπ.: Δυστυχώς ναι. Είμαστε ανυπόμονος και ξεροκέφαλος λαός, τι να σας πω… Με το παραμικρό ο σκύλος θα βρεθεί στον δρόμο. Δεν υπάρχει δέσμευση, βαθιά αγάπη, υπομονή, αντίληψη και, εννοείται, ενσυναίσθηση. Δεν μπορώ να διανοηθώ, δεν το χωράει το μυαλό μου πως ένας άνθρωπος θα πάει στο βουνό και θα αφήσει το σκύλο του, ότι θα ανοίξει την πόρτα του σπιτιού και θα τον πετάξει έξω, ή θα τον επιστρέψει το καταφύγιο. Ειλικρινά πιστεύω ξεκάθαρα πως χρειάζεται ψυχολογική βοήθεια όποιος συμπεριφέρεται έτσι…

— Ναι… Αλλά ας ξαναγυρίσουμε καλύτερα στα της δουλειάς σας: Λοιπόν, όλοι οι σκύλοι μπορούν να εκπαιδευτούν; Και μέχρι ποίου σημείου;

Β.Μπ.: Όλοι οι σκύλοι μπορούν να εκπαιδευτούν! Είμαι κάθετος ως προς αυτό. Δεν υπάρχουν περιορισμοί, φύλο, ηλικία, φυλή. Φέτος εκπαίδευσα μια σκυλίτσα 11 ετών και ήταν μια από τις καλύτερες, ουσιαστικότερες και συγκινητικότερες εκπαιδεύσεις της ζωής μου.

Η ουσία όμως κρύβεται στο ερώτημά σας: «Μέχρι ποίου σημείου». Θα επιστρέψω λίγο πίσω, εκεί που προανέφερα ότι ένας εκπαιδευτής χρειάζεται να διαθέτει εμπειρία και τιμιότητα. Εγώ θα πω ανοιχτά στον πελάτη μου πως «ο σκύλος σου μπορεί να φτάσει μέχρις εκεί». Είτε γιατί δεν είναι, π.χ., food motivated, είτε γιατί έχει συγκεκριμένα ή δυσεπίλυτα θέματα, είτε γιατί έχει χτίσει κακές συμπεριφορές που σπάνε δύσκολα, είτε γιατί εκτιμώ ότι, αν τον πιέσω περισσότερο από όσο πρέπει, θα χάσω περισσότερα από όσα θα κερδίσω. Ξέρετε, υπάρχει πάντοτε και αυτός ο παράγοντας. Όμως θα μάθει, θα βελτιωθεί, θα γίνει πολύ καλύτερος κι ας μην καταφέρει να γίνει «του 10».

Εξίσου σημαντικό όμως είναι πως θα μάθει τα λάθη του ο κηδεμόνας του, θα εστιάσει σε νέες συνήθειες του σκύλου του, σε ασκήσεις κινητοποίησης, σε αλλαγή του προγράμματός τους κλπ. Επίσης, όσο περίεργο κι αν σας φαίνεται, υπάρχουν και περιπτώσεις όπου ο σκύλος «βαριέται» να δουλέψει. Στην καθημερινότητα μου χρησιμοποιώ ένα μότο, «Ηelp me to help you». Αν λοιπόν και ο σκύλος βάλει το χέρι του, ή την πατούσα του τέλος πάντων, τότε δεν φοβάμαι τίποτα! Έχω δει, για παράδειγμα, λιγότερο έξυπνα σκυλιά να τα πηγαίνουν πολύ καλύτερα από άλλα, λόγω της διάθεσης, του χαρακτήρα ή της σκληρής δουλειάς των κηδεμόνων τους.

— Θέλετε να μας πείτε ένα αστείο περιστατικό από τη δουλειά σας; Κάποια παράξενη επιθυμία, ας πούμε, ενός πελάτη σας — ή οτιδήποτε.

Β.Μπ.: Αστεία; Πάρα πολλά! Γενικά με τους πελάτες μου γελάμε και το διασκεδάζουμε πολύ στα μαθήματα. Δεν μπορώ αλλιώς, το χιούμορ είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά μου. Κάνουμε πλάκες, μιλάω με τη «φωνή» του σκύλου τους, διασκεδάζουμε, περιγράφω αστεία σκηνικά με τη Sugar… Μερικές φορές το παρακάνουμε και πρέπει να το μαζέψω φωνάζοντας, «Ελάτε, παιδιά, τέλος τώρα, έχουμε μάθημα». Το μάθημα είναι το βασικό, αλλά θα το κάνουμε με τον πιο ευχάριστο τρόπο.

Ένα περιστατικό που θυμάμαι ήταν πριν από λίγα χρόνια με μια πελάτισσα μου. Είχε το κλασικό θέμα ότι αρκετές φορές ο σκύλος της την τραβούσε με το λουρί. Κανονίσαμε λοιπόν να βρεθούμε, αλλά σε στιλ κατασκοπικής ταινίας, ώστε να μη γίνω αντιληπτός από τον σκύλο της για να καταλάβω τι δεν πάει καλά και να τους διορθώσω. Την ακολουθούσα σαν τον… αστυνόμο Μπέκα και είμασταν σε επαφή με τα Bluetooth μας. Εννοείται πως είχαμε ξεκαρδιστεί στα γέλια!

Μια παράξενη επιθυμία τώρα… Προσωπικά μου φαίνεται παράξενο αυτό που μου ζητούν οι περισσότεροι: «Δεν θέλουμε κάτι σπουδαίο, κάτι σημαντικό, κύριε Μπορομπόκα. Απλώς να τον έχουμε χωρίς λουρί, να τον φωνάζουμε και να έρχεται, να μην τρώει από κάτω, να σταματάει όταν βλέπει γάτες, τέτοια». Δηλαδή αυτά που αντικειμενικά είναι τα πολύ σπουδαία, τα δύσκολα, τα σημαντικά και γενικώς η πεμπτουσία της σωστής εκπαίδευσης πάρα πολλοί άνθρωποι τα θεωρούν piece of cake… Εννοείται πως τους εξηγώ με υπομονή. Τι άλλο να κάνω!

— Δένεστε με τους μαθητές σας; Και τι γίνεται μετά; Σας επισκέπτονται ποτέ;

Β.Μπ.: Δένομαι πάρα πολύ… Ακόμη, δυστυχώς, δεν έχω συνηθίσει το γεγονός ότι κάποια στιγμή προφανώς ο μαθητής μου θα αποφοιτήσει. Οι περισσότεροι πελάτες μου με φροντίζουν σε τέτοιο βαθμό που η γυναίκα μου συγκινείται. Αλλά κι εγώ άλλο τόσο. Υπάρχουν φορές που επιστρέφω στο σπίτι από τα μαθήματα με μέλι από το χωριό τους, με κρασιά, σπανακόπιτες, φρούτα, τσίπουρο, γλυκά, με κεντήματα, βιβλία, αντικείμενα για το σπίτι, δώρα για τον γιο μου, προσκλήσεις σε γιορτές και σε γάμους… Εκεί, ξέρετε, νιώθω πολύ μεγάλη πληρότητα, προφανώς ανεξαρτήτως του δώρου ή της αξίας του. Και βλέπω πως, ναι, τελικά νά που κάτι έκανα — νά που κάτι καταφέραμε όλοι μαζί.

Όσο για το μετά… Ναι, πάντα στο τέλος υπάρχει έντονη συγκίνηση και ανάμεικτα συναισθήματα, καθώς όλα τα σκυλιά τα θεωρώ παιδιά μου. Υπάρχει φυσικά η χαρά, η ικανοποίηση και η υπερηφάνεια που τα καταφέραμε, ενώ στον αντίποδα βρίσκονται η συγκίνηση, η θλίψη, τα δάκρυα του αποχαιρετισμού. Με τους περισσότερους ανθρώπους όμως κρατάμε φιλικές σχέσεις, βγαίνουμε για καφέ, γνωρίζουν την οικογένειά μου, βρισκόμαστε σε πάρκα με τα σκυλιά μας. Έτσι είμαι άλλωστε σαν άνθρωπος εγώ, γενικώς δένομαι πολύ και εύκολα.

— Υπέροχα όλα αυτά. Ωραίο τέλος. Αγαπητέ κύριε Μπορομπόκα, σας ευχαριστώ θερμά!

Β.Μπ.: Εγώ σάς ευχαριστώ πολύ, κύριε Αθανασιάδη, και θέλω να σας πω ότι οι ερωτήσεις σας ήταν εξαιρετικές. Πραγματικά την απόλαυσα τη συγκεκριμένη συνέντευξη! Να είστε καλά!