Κι όμως, υπάρχουν τρείς λύσεις για τα κανάλια

Κι όμως, υπάρχουν τρείς λύσεις για τα κανάλια

Ξεσπάθωσε εμφανώς εκνευρισμένος χτες στη Βουλή ο υπουργός Επικρατείας για τα κανάλια. Απευθυνόμενος στην αντιπολίτευση παράθεσε μια σειρά από επιχειρήματα, που άπτονται της προχτεσινής απόφασης του ΣτΕ να κάνει παραδεκτές τις προσφυγές κατά του νόμου του. Παρόλο που τα επιχειρήματά του στρέφονται εναντίον του, υπάρχουν λύσεις!

Χτες στη Βουλή ο υπουργός εξέπεμψε ως απειλή τη διαπίστωση ότι αν το Συμβούλιο Επικρατείας βγάλει αντισυνταγματικό το νόμο του, το τηλεοπτικό τοπίο θα επιστρέψει εκεί που ήταν πριν. Κάθε κοινός νους θα τον προειδοποιούσε ότι μια τέτοια επιχειρηματολογία από το βήμα της Βουλής μπορεί να εκληφθεί και ως έμμεση υπενθύμιση προς τα μέλη του Συμβουλίου που πρόκειται να αποφασίσουν. Και οι οποίοι δεν έχουν ανάγκη καμιάς υπενθύμισης από παράγοντες που δεν νομιμοποιούνται να «συμβουλεύουν» τους δικαστές.

Σε νομική ανάγνωση, αυτή η διαπίστωση επιδέχεται μίας μόνο απάντησης σε επίπεδο νομιμότητας: «Τη Δικαιοσύνη την ενδιαφέρει τι είναι νόμιμο και τι παράνομο. Και όχι οι επιπτώσεις των αποφάσεών της. Επειδή τις επιπτώσεις τις επωμίζονται αυτοί που έχουν παρανομήσει.»

Σε πολιτική ανάγνωση, αυτή η διαπίστωση επιδέχεται πολλών απαντήσεων, αλλά η πλέον λογική κατά την ταπεινή μου γνώμη είναι ότι η επαναφορά του τηλεοπτικού τοπίου στην προ του νόμου Παππά κατάσταση είναι η ιδανική. Γιατί, όπως έχει διαμορφωθεί η αντίληψη και των κομμάτων και της κοινής γνώμης, η επαναλειτουργία του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης είναι όχι απλώς επιθυμητή, αλλά μονόδρομος.

Μονόδρομος για τους ίδιους λόγους είναι και η κανονική και όχι προσωρινή, όπως μέχρι χτές, αδειοδότηση καναλιών. Στα πλαίσια της ομαλότητας είναι μονόδρομος και μια διαδικασία, που θα δίνει το δικαίωμα και στον τελευταίο πολίτη να αποκτήσει άδεια καναλιού, όπως έχει και για άδεια εντύπου κάθε είδους, σύμφωνα με τη ρητή επιθυμία του Συντάγματος, άρθρο 14, παράγραφος 1:

«1. Kαθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και δια του τύπου τους στοχασμούς του τηρώντας τους νόμους του Kράτους.

Οι νόμοι του κράτους παρακάτω μιλάνε για τις προϋποθέσεις και όχι για το παραπάνω ΔΙΚΑΙΩΜΑ, που είναι αναφαίρετο για όλους τους πολίτες.

Επομένως, η κυβέρνηση έχει την υποχρέωση και την ευκαιρία να βάλει

Α. τις ποιοτικές προϋποθέσεις συμμετοχής σταθμών στην πανελλαδική εμβέλεια καθώς και Β. το πραγματικό οικονομικό κόστος της χρήσης συχνότητας και όχι της λειτουργίας σταθμού (!), όπως έκανε τώρα εντελώς αυθαίρετα.

Και να προσκαλέσει τους πολίτες όπου γης, που επιθυμούν και πληρούν τα κριτήρια, να αποκτήσουν άδεια πανελλαδικής εμβέλειας, θεματικής ταυτότητας, περιφερειακής και όποιας άλλης έχει ανάγκη ο καθένας «για να εκφράζει και να διαδίδει τους στοχασμούς του», όπως επιτάσσει το Σύνταγμα.

Το οποίο, όπως βλέπει καθένας, δεν βάζει ούτε ιδεολογικούς ούτε πειθαναγκαστικούς φραγμούς στους στοχασμούς. Να μη βρίζεις θέλει, να μην προσβάλεις άλλον, να μη συκοφαντείς, αλλά και αυτά δεν τα απαγορεύει. Σε παραπέμπει στα αρμόδια δικαστήρια.

Αλλά, εδώ ερχόμαστε στο επόμενο μεγάλο πρόβλημα, που έβαλε από μόνη της στον εαυτό της η κυβέρνηση. Το πρόβλημα των χρημάτων!

Χτες, σε υψηλούς τόνους στη Βουλή ο υπουργός Επικρατείας, απευθυνόμενος στην αξιωματική αντιπολίτευση την προκάλεσε να απαντήσει αν θα ζητήσει πίσω τα λεφτά από τους καναλάρχες, σε περίπτωση, που βγει αντισυνταγματικός ο νόμος του!

Όπως καταλαβαίνει καθένας, ο υπουργός έκανε εδώ τη δεύτερη, κατ αυτόν, προειδοποίηση στους δικαστές του Συμβουλίου Επικρατείας, πως σε τέτοια περίπτωση θα υπάρξει θέμα επιστροφής χρημάτων από τον δημόσιο κορβανά και ως εκ τούτου έλλειμμα και δυσαρέσκεια μέρους της «περιρρέουσας ατμόσφαιρας»…

Και εδώ η νομική και πολιτική απάντηση είναι μία: Ας μην έκανες το διαγωνισμό έτσι που να κινδυνεύει η νομιμότητά του. Κάθε παρενέργεια από ενδεχόμενη αντισυνταγματικότητα του νόμου βαραίνει εκείνον που έφτιαξε αυτόν το νόμο και εκείνους που τον ψήφισαν. Απλά πράγματα.

Στην Αθηναϊκή Δημοκρατία και για όσους αιώνες λειτουργούσε, ο υπουργός στην αντίστοιχη περίπτωση θα υποχρεωνόταν να πληρώσει από την περιουσία του τη βλάβη του δημόσιου ταμείου. Αν δεν έφτανε η περιουσία του θα εξοριζόταν και ό,τι είχε και δεν είχε θα δημευόταν.

Στην εποχή της δυτικότροπης και παγκοσμιοποιημένης δημοκρατίας έχουν αλλάξει τα ήθη. Οι κυβερνήτες έχουν ασυλία. Μπορούν να διαχειρίζονται τα χρήματα των πολιτών όπως θέλουν χωρίς καμμία επίπτωση. Αλλά, και οι πολίτες δεν κυβερνούν. Δεν υπάρχει λαϊκή κυριαρχία. Υπάρχει λαϊκή συμμετοχή σε εμποροπανήγυρη υποσχέσεων, όποτε το αποφασίσει εκείνος που κυβερνάει.

Υπάρχει, όμως και κάτι πιο επώδυνο μπροστά στο οποίο έχει βρεθεί ο υπουργός και η κυβέρνηση: Στις απαιτήσεις των ξένων δανειστών, τις οποίες έχουν υπογράψει και επομένως έχουν αποδεχτεί. Και αυτές οι απαιτήσεις, όσον αφορά στα κανάλια είναι δύο:

  1. Να χορηγηθούν κανονικές και όχι προσωρινές άδειες, μετά από διεθνή διαγωνισμό
  2. Να συγκεντρωθούν 350 εκατομ. ευρώ από την πώληση αυτών των αδειών, τα οποία είναι εγγεγραμμένα στον προϋπολογισμό έναντι του χρέους.

Αυτά προβλέπονται ήδη από το πρώτο μνημόνιο, και εξακολουθούν και βαραίνουν ως υποχρεώσεις εκείνους που υπέγραψαν και το τρίτο, στο οποίο γίνεται σαφής μνεία ότι όσον αφορά στις υποχρεώσεις είναι συνέχεια των άλλων δύο.

Ρωτάει, λοιπόν ευλόγως ο υπουργός στη Βουλή την αντιπολίτευση, αλλά στην πραγματικότητα τους δικαστές: Τι θα γίνει μ αυτά τα λεφτά, που έχουν εγγραφεί στον προϋπολογισμό εδώ και χρόνια και μεταφέρονται κάθε χρόνο στον επόμενο; Θα τα γυρίσουμε πίσω στους επιχειρηματίες; Και, κλείνοντας το μάτι σε όσους ακόμα πιστεύουν στα παραμύθια, φωνάζει: Να δώσουμε πίσω τόσα εκατομμύρια στους πλούσιους, την ώρα που τους τα πήραμε για να τα δώσουμε σε σας;

Πραγματικά είναι μεγάλο το πρόβλημα για την κυβέρνηση και τον υπουργό. Όχι της λειτουργίας των καναλιών. Της λειτουργίας των καναλιών με όρους τρόικας και με την ταυτόχρονη επιθυμία της συγκυβέρνησης για λεφτά και έλεγχο με προπαγάνδα.

Κατά τη γνώμη μου οι λύσεις είναι τρείς:

  1. Προχωράς με βάση το Σύνταγμα, με νόμιμες, ανοιχτές και ελεύθερες διαδικασίες και συγκρούεσαι ή διαπραγματεύεσαι με την τρόικα αν φέρει αντιρρήσεις.
  1. Παραιτείσαι και ξαναγυρίζεις εκεί που είναι η θέση της αριστεράς, στις διαμαρτυρίες και στην πίεση δια του λαού. Με κίνδυνο να μη σε πιστεύει πια κανείς.
  1. Όπως έστρωσες θα κοιμηθείς. Ενδεχομένως με πραγματικούς εφιάλτες.

 

Γ. Παπαδόπουλος-Τετράδης