Ιδεοληψίες της Φιλελεύθερης Δεξιάς

Ιδεοληψίες της Φιλελεύθερης Δεξιάς

Του Βάϊου Τριανταφύλλου*

Τους τελευταίους μήνες παρατηρούμε ολοένα και περισσότερο τον τρόπο με τον οποίο εκπρόσωποι του φιλελεύθερου χώρου, επιχειρούν την αποδόμηση της εικόνας του πρωθυπουργού και των στελεχών της κυβέρνησης, παρουσιάζοντας τους ως κομμουνιστές και τις πολιτικές τους ως απόρροια μιας υποτιθέμενης αριστερής ιδεοληψίας.

Εικονογράφηση: Κώστας Κοχαϊμίδης

Βαφτίζουν τις μεθόδους με τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ επιλέγει να εφαρμόσει το τρίτο μνημόνιο, δηλαδή την υπερφορολόγηση –ενώ αποφεύγει την περικοπή δημοσίων δαπανών- ως μέτρα αριστερού προσανατολισμού, τα οποία έχουν αυτοσκοπό τους να πλήξουν το επιχειρείν και την ελεύθερη αγορά. Έτσι, ο φιλελεύθερος χώρος με αυτό το επιπόλαιο αφήγημα στρέφεται αφενός εναντίον της κυβερνητικής πολιτικής και αφετέρου κατά των επιχειρημάτων της σοσιαλιστικής σκέψης, καθώς εμφανίζει ως αμετανόητους μαρξιστές πρόσωπα των οποίων ο βίος, η πολιτεία και ο τρόπος με τον οποίο ασκούν εξουσία έχουν όλα τα χαρακτηριστικά ενός ψευδεπίγραφου αριστερού προσανατολισμού.

Η στρεβλή ερμηνεία της κυβερνητικής πολιτικής είναι ξεκάθαρη για όσους γνωρίζουν πώς η μαρξιστική σκέψη δεν αποσκοπεί στην διατήρηση μιας παράλυτης ελεύθερης αγοράς, στην οποία, συμβάλλει η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στην συνολική αντικατάστασή της από μια σοσιαλιστική οργάνωση της οικονομίας. Είναι αυτονόητο ότι η φορολογική λαίλαπα που επιβάλλεται στις μικρές επιχειρήσεις και στους ελεύθερους επαγγελματίες, ακινητοποιεί την αγορά, «ληστεύει» το προϊόν της εργασίας της επιχειρηματικής μεσαίας τάξης και κατ' επέκταση την φτωχοποιεί. Είναι δικαιολογημένη, λοιπόν, η αγανάκτηση του φιλελεύθερου χώρου αλλά η προσπάθεια του να συνδέσει την αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ με πολιτικές δήθεν αριστερού προσανατολισμού δεν έχει καμία βάση.

Η αντιπολιτευτική ρητορική στηρίζεται στην γενίκευση πώς η αριστερά μάχεται εμμονικά την ελεύθερη αγορά, στην πραγματικότητα, όμως, η μαρξιστική κριτική αναδεικνύει ένα πολύ συγκεκριμένο πρόβλημα: τη συσσώρευση και τη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, οι οποίες οδηγούν ολοένα και περισσότερο στην μείωση του λόγου του μεταβλητού προς το σταθερό κεφάλαιο. Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας, σε μεγάλη κλίμακα, είναι η δημιουργία ενός στρατού εργαζομένων, πρόθυμων να εργαστούν υπό συνθήκες εξαθλίωσης. Είναι προφανές ότι ούτε οι μικρές επιχειρήσεις ούτε οι ελεύθεροι επαγγελματίες θα μπορούσαν να θεωρηθούν υπεύθυνοι γι' αυτό.

Βέβαια, «όσο οι δουλειές πηγαίνουν καλά, και όσο ελπίζει πώς αύριο θα πάνε καλύτερα», η μεσαία τάξη αντιδρά σε οποιαδήποτε τάση προοδευτικής αλλαγής. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν μπορεί να θεωρηθεί υπαίτια για οποιαδήποτε αποτυχία της ελεύθερης αγοράς. Αντιθέτως, είναι οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις, και το συσσωρευμένο και συγκεντροποιημένο κεφάλαιο, το οποίο κατηγορείται γι' αυτές τις αποτυχίες.

Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς, εάν η φιλελεύθερη ρητορική σχετικά με την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ είχε βάση, ο κ. Τσίπρας να είναι πολέμιος του κεφαλαίου, το οποίο, σύμφωνα με την μαρξιστική θεωρία, οδηγεί προοδευτικά την πλειοψηφία του εργατικού δυναμικού στην εξαθλίωση. Είναι αλήθεια πώς η φορολογία αυξήθηκε στο 29% και η προκαταβολή του φόρου στο 100% και η εμπορική δραστηριότητα επηρεάστηκε σφοδρά από τους κεφαλαιακούς ελέγχους, όμως τίποτε από αυτά δεν συνιστά τέτοια επίθεση.

Έτσι κι αλλιώς, είναι αδύνατον οι μεγαλοεπιχειρηματίες να δεχθούν επίθεση στα πλαίσια της παγκοσμιοποιημένης ελεύθερης οικονομίας, την οποία ο κ. Τσίπρας στηρίζει και προασπίζεται, έστω με τρόπο ανορθόδοξο ή αντιφατικό. Αυτό, διότι οι μεγάλοι επιχειρηματίες έχουν στη διάθεσή τους τρία πολύ ισχυρά όπλα: τις εξαγωγές στην περίπτωση φθίνουσας εγχώριας ζήτησης, την μετανάστευση, σε περίπτωση που ο επενδεδυμένος εξοπλισμός είναι αρκετά μικρός ώστε να το επιτρέπει, και την μέθοδο της τριγωνικής συναλλαγής, παρουσιάζοντας στην Ελλάδα μόνο μικρό μέρος των φορολογήσιμων κερδών τους.

Ο κ. Τσίπρας λοιπόν, όχι μόνο δεν έκανε καμία κίνηση επίθεσης προς τη μόνη κοινωνική ομάδα την οποία η μαρξιστική θεωρία θεωρεί υπαίτια για την κοινωνική εξαθλίωση, αλλά προσπάθησε και να συνδυάσει τα κομματικά του συμφέροντα με τα συμφέροντα μεγαλοεπιχειρηματιών, όπως για παράδειγμα στο ζήτημα των τηλεοπτικών αδειών.

Αν και το γεγονός αυτό αποτελεί μόνον ένα παράδειγμα των καιροσκοπικών κινήτρων του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη μεγαλύτερη απόδειξη παντελούς έλλειψης αριστερού προσανατολισμού αποτελεί η διαπίστωση, πώς τα αποτελέσματα της πολιτικής λιτότητας, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για τον συνεχή δανεισμό της χώρας, και την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να υπηρετεί, πλήττουν κυρίως εκείνες τις κοινωνικές ομάδες, τις οποίες η σοσιαλιστική σκέψη προασπίζεται.

Το τρίτο τρίμηνο του 2016, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ οι άνεργοι ήταν πάνω από 1.090.000, και πάνω από 70% δεν είχαν δουλειά για περισσότερους από 12 μήνες. Την ίδια περίοδο οι πολιτικές τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ εφαρμόζει, είχαν δραματικές επιπτώσεις στις εργασιακές σχέσεις: Ο κατώτατος μισθός μειώθηκε στα 586 ευρώ, οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας αποδυναμώθηκαν σημαντικά και, σύμφωνα πάλι με την ΕΛΣΤΑΤ, το τρίτο τρίμηνο του 2016 οι μερικώς απασχολούμενοι ξεπερνούσαν τους 360.000, δηλαδή το 9.5% του συνολικού εργατικού δυναμικού, με το 69% να αδυνατεί να βρει πλήρη απασχόληση. Φυσικά, οι πληρωμές τόσο μισθών όσο και επιδομάτων γίνονται εδώ και καιρό με καθυστερήσεις, ακόμη και σε μεγάλες επιχειρήσεις.

Η «σύγχυση» της φιλελεύθερης δεξιάς μπορεί εδώ να γίνει πιο ξεκάθαρη, λαμβάνοντας υπ' όψη μας το «ενδιαφέρον» επιχείρημα το οποίο διατυπώνει ο John Stuart Mill, σύμφωνα με τον οποίο όποιος εργαζόμενος λαμβάνει το μισθό του αφού έχει εργασθεί (σε ελεύθερη μετάφραση) «είναι στην πραγματικότητα καπιταλιστής, αφού επενδύει κεφάλαιο στην επιχείρηση, προσφέροντας κομμάτι των πόρων που χρειάζονται για να λειτουργήσει», ενώ το ίδιο ισχύει σε περίπτωση που λαμβάνει μέρος του μισθού του αφού έχει εργασθεί διότι «δανείζει τη διαφορά στον εργοδότη του, και την παίρνει πίσω με τόκο»1. Δεδομένου αυτού του άθλιου ισχυρισμού από πλευράς της φιλελεύθερης διανόησης, είναι λογική η παρουσίαση του κ. Τσίπρα ως αμετανόητου εχθρού του κεφαλαίου, καθώς συνέβαλλε δραστικά στην εξαθλίωση των «εργαζομένων-κεφαλαιοκρατών» (!).

Είναι ξεκάθαρο πώς η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, και συγκεκριμένα του κ. Τσίπρα όχι μόνο δεν είναι αποτέλεσμα αριστερών ιδεοληψιών, αλλά έρχεται σε πλήρη αντίθεση με όλα τα επιχειρήματα και τις επιδιώξεις της μαρξιστικής σκέψης και του σοσιαλισμού. Δεν είναι σαφές εάν η φιλελεύθερη διανόηση αδυνατεί να το κατανοήσει αυτό, ή απλώς, εμμένοντας αυθαίρετα πως ο κ. Τσίπρας είναι αριστερός, προσπαθεί κακόβουλα με ένα επιχείρημα να αποδομήσει  την εικόνα του κ. Τσίπρα και να σπιλώσει τις ιδέες της αριστεράς.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, εάν έμπαιναν στον κόπο να μελετήσουν αυτές τις ιδέες, θα διαπίστωναν πώς ο ίδιος ο Μαρξ μας προειδοποίησε πως το γεγονός «ότι στην εμφάνισή τους τα πράγματα συχνά παρουσιάζονται ανάποδα, είναι γνωστό σ' όλες σχεδόν τις επιστήμες, εκτός από την πολιτική οικονομία»2. Την ορθότητα της διαπίστωσης αυτής την  αποδεικνύουν οι ίδιοι περίτρανα αποδίδοντας τις καιροσκοπικές πολιτικές του κ. Τσίπρα στην υποτιθέμενη ιδεοληπτική προσκόλλησή του σε αριστερές ιδέες, και στο γεγονός ότι υπήρξε φιλικά προσκείμενος προς αυτές στο μακρινό παρελθόν.

Εάν έμπαιναν στον κόπο να μελετήσουν, θα διαπίστωναν πως η σοσιαλιστική θεωρία πρώτη μας προειδοποίησε, πώς οι περιπτώσεις ΣΥΡΙΖΑ είναι κλασσικές περιπτώσεις ιδεολογικής απάτης, αφού «σε μια περίοδο διασποράς και ταλαντεύσεων […]  δεν υπάρχει τίποτα πιο εύκολο από το να παρασύρει κανείς με τη δημαγωγία το πλήθος, που αργότερα μόνο οι πιο πικρές δοκιμασίες θα μπορέσουν να το πείσουν για το λάθος του»3.

1 Τζ. Στ. Μιλλ, «Αρχές της Πολιτικής Οικονομίας», Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 15, §6

2 Κ. Μαρξ, «Το Κεφάλαιο», Τόμος Ι, Σελ. 554

3Β. Ι. Λένιν, «Τι Να Κάνουμε», Σελ.148

* Ο κ. Βάιος Τριανταφύλλου είναι απόφοιτος της σχολής μηχανολόγων μηχανικών του Χάρβαρντ και συνεχίζει τις μεταπτυχιακές σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια σε θέματα ενέργειας και περιβάλλοντος.