Η αναθεώρηση του Άρθρου 16: Άλμα στο μέλλον

Η αναθεώρηση του Άρθρου 16: Άλμα στο μέλλον

Του Ιωακείμ Γρυσπολάκη

Ένα από τα πλέον αναχρονιστικά άρθρα του Συντάγματος είναι το άρθρο 16. Προκειμένου η Χούντα να έχει υπό τον απόλυτο έλεγχό της τα κύτταρα της Δημοκρατίας, δηλαδή τα Πανεπιστήμια, μετέτρεψε τα τελευταία σε κρατικά ν.π.δ.δ. και απαγόρευσε τη λειτουργία μη κρατικών πανεπιστημίων. Έκτοτε, ουδεμία κυβέρνηση τόλμησε, μπροστά στο συνδικαλιστικό κίνημα που αναπτύχθηκε και δυνάμωσε μετά την Μεταπολίτευση, να αναθεωρήσει το εν λόγω άρθρο.

Ήρθε όμως πλέον η ώρα αυτό να αλλάξει. Ο πρωτοφανής έλεγχος των Πανεπιστημίων εκ μέρους της Πολιτείας λειτουργεί ως τροχοπέδη στην εξέλιξή τους και στην λήψη πρωτοβουλιών εκ μέρους των ηγεσιών τους. Επιπλέον, η φυγή νέων και πολύ ικανών καθηγητών από τα πανεπιστήμιά μας προς την αλλοδαπή έχει εξελιχθεί σε ακατάσχετη αιμορραγία, που υποβαθμίζει το επίπεδο σπουδών.

Αιτία αυτής είναι οι χαμηλές αποδοχές και η αδυναμία του πανεπιστημίου να τους προσελκύσει με κίνητρα, όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες. Είναι ευτυχής η συγκυρία της σύμπτωσης απόψεων από τις ηγεσίες τόσο της Νέας Δημοκρατίας όσο και της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και του Ποταμιού για την αναθεώρηση του άρθρου 16.

Ας σκεφτούμε ότι το ψευδοκράτος «Βόρεια Κύπρος» οφείλει το 40% του ΑΕΠ στη λειτουργία ιδιωτικών κολεγίων και πανεπιστημίων. Κάτι παρόμοιο τείνει να συμβεί στη Δημοκρατία της Κύπρου. Και εμείς, προσκολλημένοι σε μία σοβιετικού τύπου νοοτροπία, απαγορεύουμε ακόμη και την λειτουργία Προπτυχιακών Προγραμμάτων Σπουδών σε ξένη γλώσσα.

Η πρώτη επιτυχημένη προσπάθεια απαλλαγής από τον – έστω μερικό - έλεγχο των Πανεπιστημίων από το Κράτος, μέσα στο συνταγματικό πλαίσιο, έγινε μέσω του νόμου 4009/2011, με την ίδρυση των Συμβουλίων Ιδρυμάτων, στα οποία πέρασαν πολλές αρμοδιότητες ελέγχου της κυβέρνησης.

Δόθηκε η δυνατότητα ίδρυσης Προγραμμάτων Σπουδών σε μία ξένη γλώσσα, όπως και η δυνατότητα ίδρυσης ν.π.ι.δ., το οποίο θα αξιοποιεί την έρευνα και την περιουσία του ιδρύματος, και θα ιδρύει παραρτήματα στην αλλοδαπή. Όμως, όλα αυτά ισοπεδώθηκαν από τη σημερινή κυβέρνηση για τους λόγους, που έχουμε αναπτύξει κατά κόρον.

Σήμερα, εν όψει της κυβερνητικής πρόθεσης αναθεώρησης του Συντάγματος, είναι εκ των ων ουκ άνευ η συμφωνία όλων των κομμάτων, που επιθυμούν την εναρμόνιση της χώρας με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, να συμφωνήσουν ότι το άρθρο 16 θα είναι αναθεωρητέο στην επόμενη Βουλή.

Η πρόταση, που πολλοί έχουμε κατά κόρον προβάλει από το 2007, είναι η τροποποίηση του άρθρου 16 του Συντάγματος, ώστε τα ΑΕΙ να καταστούν μη κρατικά Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου, τα οποία θα χρηματοδοτούνται μεν και από το Κράτος, αλλά θα μπορούν να ανοίξουν τα φτερά τους στην προσέλκυση ιδιωτικών πόρων, μέσω της παροχής υπηρεσιών προς τρίτους, της εκπόνησης ερευνητικών προγραμμάτων, σύμφωνα με τους κανόνες του κάθε ιδρύματος, της οργάνωσης Προγραμμάτων Δια Βίου Μάθησης με δίδακτρα (το προέβλεπε ο νόμος 4009/2011, αλλά καταργήθηκε μετά το 2015) και της ίδρυσης καινοτόμων εταιριών, κατά τα πρότυπα Πανεπιστημίων της Β. Αμερικής ή και της ΕΕ (π.χ. Politecnico di Milano με δεκάδες εταιριών καινοτομίας ακόμη και στον Καναδά).

Η αλλαγή αυτή θα επιφέρει την πλήρη αυτοδιοίκηση και απαγκίστρωση των ΑΕΙ από την μέγγενη των γραφειοκρατών των υπουργείων και του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ιδιαίτερα, όταν το τελευταίο έχει το δικαίωμα να μην εγκρίνει δαπάνη, που δεν θεωρεί αναγκαία. Επίσης, πρέπει να δοθεί η δυνατότητα ίδρυσης και λειτουργία ιδιωτικών Πανεπιστημίων και ΤΕΙ, υπό τον ποιοτικό και οικονομικό έλεγχο της Πολιτείας. Είναι ντροπή για την Ελλάδα να επιτρέπεται η λειτουργία παραρτημάτων πανεπιστημίων άλλων χωρών, που απονέμουν πτυχία ισοδύναμα με τα των Ελληνικών, αλλά να απαγορεύεται η ίδρυση

Πανεπιστημίων από ιδιώτες ή από κοινωφελή ιδρύματα.

Συνέπεια μιας αναθεώρησης προς αυτή την κατεύθυνση θα είναι:

1. ο σταδιακός επαναπατρισμός χιλιάδων Ελλήνων πανεπιστημιακών, που ζουν και εργάζονται στην αλλοδαπή,

2. η λειτουργία Προγραμμάτων Προπτυχιακών Σπουδών σε μία ξένη γλώσσα με αποτέλεσμα την προσέλκυση δεκάδων χιλιάδων φοιτητών από γειτονικές χώρες,

3. το σταμάτημα της φυγής Ελλήνων φοιτητών προς Πανεπιστήμια της αλλοδαπής (αμφιβόλου ποιότητας σε πολλές περιπτώσεις),

4. η αύξηση του ΑΕΠ κατά 1-2% ετησίως και

5. η δυνατότητα επιβολής διδάκτρων σε φοιτητές εκτός ΕΕ σε περιζήτητα προγράμματα σπουδών τόσο στις θετικές όσο και στις θεωρητικές επιστήμες.