Γιατί έπαθε αλλεργία ο ΣΥΡΙΖΑ με την πώληση του ΔΕΔΔΗΕ

H αγορά του 49% του ΔΕΔΔΗΕ, από τον Αυστραλιανό ενεργειακό κολοσσό Macquarie έναντι 2,1 δισ. ευρώ, είναι ένα γεγονός που μπορεί να χαρακτηριστεί και σαν "game changer". Δηλαδή σαν ένα γεγονός που αλλάζει τους όρους του παιχνιδιού. Το υψηλό τίμημα της εξαγοράς του μειοψηφικού πακέτου, έχει διπλή ανάγνωση.

Η πρώτη ανάγνωση, πιστοποιεί το γεγονός ότι η οικονομική κατάσταση της χώρας μεταβάλλεται αισθητά προς το καλύτερο. Με όρους αποτίμησης, ο ΔΕΔΔΗΕ (Διαχειριστής του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας) αποτιμήθηκε προς 1,5 φορές την αξία της ρυθμιζόμενης βάσης παγίων, τη στιγμή που πριν από 7 χρόνια ο ΑΔΜΗΕ που είναι ο διαχειριστής μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, είχε αποτιμηθεί προς 1 φορά την αξία της ρυθμιζόμενης βάσης. Τι δείχνει αυτή η κατά 50% αύξηση στην αποτίμηση ενός παρόμοιου φορέα υποδομών; Δείχνει ότι ανέβηκε η «αξία της ελληνικής οικονομίας» στα μάτια των ξένων επενδυτών, δηλαδή ότι βελτιώθηκε το οικονομικό και επενδυτικό περιβάλλον.

Μεγαλύτερη ακόμα αίσθηση από το ίδιο το ποσό της εξαγοράς, κάνει η ποιότητα του επενδυτή. Η Macquarie θεωρείται ο μεγαλύτερος διαχειριστής παγίων υποδομών σε ολόκληρο τον κόσμο, έχοντας παρουσία σε 32 διαφορετικές χώρες, απασχολώντας πάνω από 15 χιλιάδες εργαζόμενους. Στους ισολογισμούς της οικονομικής χρήσης του 2020, είχε εμφανίσει έσοδα ύψους 3,61 δισ. ευρώ και καθαρά κέρδη 1,16 δισ. ευρώ.

Η δεύτερη ανάγνωση, έχει να κάνει με τις νέες δυνατότητες που ανοίγονται για τη ΔΕΗ, μέσω του τιμήματος της πώλησης. Αφενός η ΔΕΗ θα μειώσει τον «βραχνά» του δανεισμού της και αφετέρου θα προχωρήσει στο μεγάλο στοίχημα της, που είναι η χρηματοδότηση του επενδυτικού πλάνου στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.

Είναι λοιπόν προφανές, ότι στην περίπτωση της πώλησης του 49% του ΔΕΔΔΗΕ από τη ΔΕΗ, έχουμε μια κλασσική περίπτωση “win - win situation”, δηλαδή μια επενδυτική συμφωνία, που αμφότερα τα μέρη είναι ευχαριστημένα για τους δικούς τους λόγους το κάθε ένα. Και φυσικά, απολύτως ευχαριστημένη είναι η κυβέρνηση και ο επιχειρηματικός κόσμος. Ευχαριστημένοι θα πρέπει να είναι και οι καταναλωτές, οι οποίοι μπορεί και να μην είχαν συνειδητοποιήσει ότι οι ζημιές που είχε καταγράψει η ΔΕΗ το 2018, την είχαν οδηγήσει σε τραγική κατάσταση, η οποία είχε αποτυπωθεί τον Απρίλιο του 2019 στην έκθεση του ορκωτού ελεγκτή (Ernst & Young), που έθεσε ανοικτά ζήτημα βιωσιμότητας της εταιρείας αν δεν λαμβάνονταν άμεσα μέτρα. Και τα μέτρα αυτά τα έλαβε η κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Και επειδή στο Χρηματιστήριο καταγράφεται πάντα η αλήθεια των αριθμών, στα τέλη του 2018 η μετοχή της ΔΕΗ βρισκόταν στο 1,2 με 1,3 ευρώ, ενώ σήμερα βρίσκεται πάνω από τα 10 ευρώ.

Δεν χρειάζεται να θυμίσουμε ότι η κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου, ήταν αυτή που είχε οδηγήσει τη ΔΕΗ προς στα βράχια. Και το χειρότερο απ’ όλα είναι, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα «κουνάει το δάκτυλο», μιλώντας για ξεπουλήματα, ασημικά και άλλα γλαφυρά και γραφικά. Οι δε βουλευτές του, έφτασαν στο σημείο να καταθέτουν ερώτηση, σχετική με την ανάθεση από τον ΔΕΔΔΗΕ σε ανάδοχο, της διενέργειας επιθεωρήσεων και ελέγχου ποιότητας της λευκής και εμποτισμένης ξυλείας του δικτύου. Μη γνωρίζοντας προφανώς, ότι η μέθοδος ανάθεσης σε τρίτους, των μη κομβικών επιχειρηματικών λειτουργιών, το λεγόμενο “outsourcing”, είναι επικερδής για τις επιχειρήσεις και γι’ αυτό την επιλέγουν σε όλον τον κόσμο.

Αλλά επειδή στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σχοινί, ας θυμηθούμε τι είχε συμβεί επί κυβερνήσεως Τσίπρα – Καμμένου, με την πώληση και μεταβίβαση του 100% της ΤΡΑΙΝΟΣΕ στην Ferrovie Dello Stato Italiane S.p.A. Το 100% της ΤΡΑΙΝΟΣΕ είχε πωληθεί έναντι συνολικού τιμήματος μόλις 45 εκατ. ευρώ.

Και λέμε «μόλις», διότι το 2013 όταν η κυβέρνηση Σαμαρά, προωθούσε την ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ έναντι 300 εκατ. ευρώ ο Αλέξης Τσίπρας κατηγορούσε την κυβέρνηση για «προσχεδιασμένο και προμελετημένο έγκλημα», για «στρατηγική ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας» και για «προκλητικά χαμηλή τιμή». Και όταν βρέθηκε στην κυβέρνηση μαζί με τον Πάνο Καμμένο, ιδιωτικοποίησε κανονικότατα την ΤΡΑΙΝΟΣΕ, εισπράττοντας μόλις το 15% του τιμήματος, που είχε επιτύχει η κυβέρνηση Σαμαρά.

Εντάξει, το έχουμε συνειδητοποιήσει ότι η οικονομία και τα μαθηματικά, δεν είναι τα ισχυρά σημεία της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο θα μπορούσαν να συσκοτίσουν αυτήν την άγνοια τους, αν δεν προκαλούσαν με τις δηλώσεις τους.