Γιατί δεν αλλάζει το κράτος;

Γιατί δεν αλλάζει το κράτος;

Του Γιώργου Γεωργακόπουλου*

Έχουν γραφτεί αμέτρητες σελίδες για την λειτουργία του κράτους στην χώρα μας. Η κατάσταση όμως πάει από το κακό στο χειρότερο, έχει φθάσει στο απροχώρητο. Όλα τα συστήματα του κράτους δεν δυσλειτουργούν απλώς, είναι εντελώς μπλοκαρισμένα. Αρκεί να δει κάποιος τι συμβαίνει στο δικαστικό σύστημα της χώρας. Χιλιάδες υποθέσεις λιμνάζουν στα δικαστήρια. Πρόκειται στην ουσία για μια κατάσταση πραγματικής αρνησιδικίας. Το αυτό συμβαίνει και με τα υπόλοιπα συστήματα του κράτους. Η πραγματικότητα είναι γνωστή δεν χρειάζεται να επεκταθώ. Το θέμα είναι ότι μ' ένα τέτοιο κράτος είναι αδύνατο να προωθήσεις τη παραμικρή μεταρρύθμιση, είναι αδύνατο να στηρίξεις την ανάπτυξη της οικονομίας, είναι αδύνατο να βγούμε από τη κρίση. Υπάρχει όμως και ένα επιπρόσθετο πρόβλημα. Στο χάος της πραγματικότητας του κρατικού μηχανισμού έρχεται να προστεθεί και το χάος του λόγου.

Χαμένοι στη μετάφραση

Έχουμε στην κυριολεξία κατακλυστεί από παράδοξες αναλύσεις. Ο δημόσιος λόγος επιδεικνύει μια ιδιαίτερη εμμονή στις ταυτολογικές ερμηνείες, στο επουσιώδες, στην περιπτωσιολογία, στις λεπτομέρειες του προβλήματος, κάτι που επιτρέπει σε πολλούς να νομίζουν ότι όχι μόνο κατανοούν το πρόβλημα αλλά κατέχουν και τη λύση του. Πριν λοιπόν απαντήσουμε το ερώτημα πρέπει να καθαρίσουμε την πραγματικότητα από την ανοησία του λόγου, πρέπει να δούμε τι είναι αυτό που εμποδίζει τη σκέψη να πάει προς τη σωστή κατεύθυνση, αυτό που μας εμποδίζει να δούμε το προφανές. Ας δούμε λοιπόν ορισμένες από τις πιο διαδεδομένες ερμηνείες.

Κακούργα κοινωνία

Φταίνε οι πολίτες που δεν στηρίζουν τις μεταρρυθμίσεις. Ένα επιχείρημα εκτός πραγματικότητας το οποίο το βάζουμε σε κάθε συζήτηση και σε κάθε σάλτσα, όπως άλλωστε και το γνωστό «είναι θέμα παιδείας», ενώ είναι απολύτως προφανές ότι το σημαντικό είναι η λειτουργία των θεσμών, οι κανόνες που θέτουν, εάν εφαρμόζονται με αποτελεσματικό τρόπο και κυρίως εάν γίνονται σεβαστοί από τους ίδιους τους θεσμούς. Είναι γεγονός ότι η κοινωνία έχει αντιφατική συμπεριφορά. Αυτό όμως δεν είναι γνώρισμα μόνο της δικής μας χώρας. Είναι αλήθεια επίσης ότι οι πολίτες αντιδρούν σε πολλά πράγματα. Ποτέ όμως δεν είδα να αντιδρούν για τη διοικητική μεταρρύθμιση της χώρας. Ποτέ δεν είπαν μην πειράζετε τη διοίκηση, αφήστε την όπως είναι. Ποτέ δεν είπαν εμείς προτιμούμε το μπάχαλο και την ταλαιπωρία. Ποτέ δεν είπαν ότι θέλουμε να πληρώνουμε τις εισφορές μας για υγεία αλλά γουστάρουμε ταυτόχρονα να δίνουμε και το φακελάκι, ότι θέλουμε ένα άχρηστο εκπαιδευτικό σύστημα και μας αρέσει ταυτόχρονα να πληρώνουμε τα ιδιωτικά σχολεία και τα φροντιστήρια, ότι θέλουμε να διεκπαιρεόνται οι δικαστικές μας υποθέσεις μετά από δέκα με δεκαπέντε χρόνια και μας αρέσει ταυτόχρονα να πληρώνουμε και τους δικηγόρους και πάει λέγοντας. Ας ξεκαθαρίσουμε το θέμα μία και καλή. Η κοινωνία δεν έχει κανένα αντικειμενικό λόγο να αντιδρά σε τέτοιου είδους μεταρρυθμίσεις, σε άλλες παρεμβάσεις αντιδρά, κυρίως σε αυτές που έχουν επίπτωση στην αγοραστική της δύναμη. Όμως και εδώ το κακό ξεκινά από αλλού. Ξεκινά από τον άκρατο λαϊκισμό και την έξαλλη δημαγωγία των κομμάτων, των οργανωμένων ομάδων συμφερόντων και των περίφημων συνδικάτων που έχουν μάθει να υποτάσσουν τα πάντα στις δικές τους σκοπιμότητες. Κλασσικό παράδειγμα ο νόμος Γιαννίτση για το ασφαλιστικό το 2001. Όπως λέει και ο ίδιος «δεν υπήρξε ένα κόμμα να τις υποστηρίξει, μια κοινωνική δύναμη, ούτε καν τα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος, ούτε καν υπουργοί».

Αν πονάς, μάλλον από το πόνο θα είναι

Μια άλλη διαδεδομένη πρακτική του δημόσιου λόγου είναι να λαμβάνει τα συμπτώματα της δυσλειτουργίας της διοίκησης ως την αιτία και στην συνέχεια να τα προτείνει ως τη λύση. Δεν έχουμε καλούς νόμους. Πρέπει να βελτιώσουμε τη νομοθέτηση. Το πώς μπορούμε να βελτιώσουμε τη νομοθέτηση εάν διατηρούμε ταυτόχρονα αυτή την περίφημη ελληνική πατέντα του κυβερνώ δια των τροπολογιών που εφαρμόζουν κατά κόρον όλα τα κόμματα το αφήνουμε για μετά. Δεν υπάρχει αξιολόγηση στη δημόσια διοίκηση. Πρέπει να αξιολογήσουμε τους δημοσίους  υπαλλήλους. Τώρα τι νόημα έχει η αξιολόγηση εάν συνεχίζεις να διοικείς το κράτος με κομματικά στελέχη τα οποία τα εξαιρείς επιπλέον από αυτήν το αφήνουμε και αυτό για μετά. Το δημόσιο είναι μεγάλο (που δεν είναι πλέον). Πρέπει να άρουμε τη μονιμότητα και να  απολύσουμε δημοσίους υπαλλήλους. Το θέμα της ποιότητας της λειτουργίας του μας φαίνεται δευτερεύον. Ότι και τώρα μπορούν να γίνουν απολύσεις (βλ. το γνωστό θέμα με τους περίφημους «επίορκους» υπαλλήλους) το αφήνουμε και αυτό για μετά. Ας το πούμε λοιπόν ξεκάθαρα. Το βασικό πρόβλημα του ελληνικού κράτους δεν είναι το μέγεθος αλλά η ποιότητα του. Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχει δομηθεί για να εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, αλλά την εσωτερική λογική του ίδιου του κρατικού συστήματος. Είναι σπάταλο όχι γιατί έχει πολλούς υπαλλήλους αλλά γιατί δουλεύει στον αέρα, γιατί δεν παράγει αυτό που πρέπει να παράξει. Κατά συνέπεια αλλαγή του κράτους δεν σημαίνει παρεμβαίνω με αποσπασματικό τρόπο στα επιμέρους προβλήματα θεωρώντας ότι κάτι κάνω. Αλλαγή σημαίνει παρεμβαίνω και αλλάζω τα δομικά χαρακτηριστικά του συστήματος.

Υπάρχει λύση;

Βεβαίως και υπάρχει, αρκεί να την θελήσουμε. Ποια μπορεί να είναι αυτή; Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.

Καταρχάς πρέπει να παραδεχτούμε το αυτονόητο. Η ανάκαμψη της οικονομίας, η ποιότητα του κράτους δικαίου αλλά και της ίδιας της δημοκρατίας εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την ποιότητα του κράτους. Αν το αποδεχθούμε αυτό τότε πάμε στο επόμενο.

Τι σημαίνει μεταρρυθμίζω το κράτος; Σημαίνει ότι φτιάχνω ένα επιτελικό κράτος ικανό να σχεδιάζει, να υλοποιεί και να αξιολογεί πολιτικές, ικανό να παράγει ποιοτικές υπηρεσίες για τους πολίτες, ικανό να διευκολύνει την επιχειρηματικότητα, τις επενδύσεις και την οικονομία της χώρας. Αυτό είναι το ζητούμενο.

Ποιο είναι το θεμελιώδες πρόβλημα της δυσλειτουργίας του κράτους; Οι κομματικές παρεμβάσεις. Είναι γνωστό ότι στη διοίκηση της χώρας λειτουργούν δύο παράλληλα συστήματα. Αυτό των γραφείων των υπουργών και αυτό της ίδιας της διοίκησης. Το πρώτο λαμβάνει τις αποφάσεις το δεύτερο ασχολείται με τα διαδικαστικά.Είναι γνωστό επίσης ότι τα κόμματα επιδίδονται με εντυπωσιακή εμμονή στο παιχνίδι του ελέγχου της διοίκησης. Τοποθετήσεις κομματικών φίλων παντού. Αυτός ο τρόπος λειτουργίας διαχέεται με μεγάλη ευκολία προς τα κάτω. Οι κολλητοί των κομμάτων επιλέγουν και αυτοί τους δικούς τους κολλητούς και πάει λέγοντας. Τα κόμματα αρνούνται να αποδεχθούν ότι αυτή η πρακτική έχει στην κυριολεξία παραλύσειτη διοίκηση, αρνούνται να κατανοήσουν ότι και η διοίκηση με την σειρά της παίζει το ίδιο ακριβώς παιχνίδι, σήμερα είναι με κάποιον, αύριο είναι με κάποιον άλλον. Αρνούνται να αποδεχθούν ότι οι συμμετέχοντες στο παιχνίδι αυτό,είναι αυτοί με τα λιγότερα προσόντα και ότι καταφέρνουν με μεγάλη ευκολία να εξοστρακίζουν τους ικανούς. Αρνούνται τέλος να αποδεχθούν ότι το παιχνίδι έχει αρνητικό αποτέλεσμα για όλους, ότι κρατά στην ουσία την ίδια τη χώρα καθηλωμένη.

Ποια είναι η πρώτη παρέμβαση που πρέπει να κάνουμε, αυτή από την οποία εξαρτώνται όλες οι υπόλοιπες; Προφανώς το σπάσιμο της κομματικής παρέμβασης. Αν δεν το αποφασίσουμε αυτό ως το πρώτο και θεμελιώδες βήμα της μεταρρύθμισης του κράτους, δεν χρειάζεται να κάνουμε τα υπόλοιπα βήματα για τον απλούστατο λόγο ότι δεν θα αποδώσουν. Δεν χρειάζονται οι ατέρμονες συζητήσεις,χαμένος κόπος. Σ' αυτήτην περίπτωση η καλύτερη επιλογή είναι να αποδεχτούμε (και κυρίως να το αποδεχθούν ξεκάθαρα τα κόμματα) ότι έτσι μας αρέσει και να κλείσουμε τη συζήτηση. Τουλάχιστον θα αποφύγουμε την κατασπατάληση του χρόνου σε ανεδαφικές συζητήσεις, σε άτοπες αναλύσεις,σεπαρεμβάσεις, σε σκιαμαχίες.

Αν όμως αποφασίσουμε ότι αυτή η κατάσταση δεν πάει άλλο, τότε χρειάζεται το εξής.

Θέσπιση μίας ανεξάρτητης αρχής μεταρρύθμισης του κράτους.

Προσέξτε μιας πραγματικά ανεξάρτητης αρχής συνταγματικά κατοχυρωμένης με ισχυρές αρμοδιότητες (και κυρωτικές ταυτόχρονα), με υψηλού επιπέδου προσωπικό και με όλα τα υπόλοιπα εργαλεία που χρειάζεται για να κάνει τη δουλειά της. Είναι προφανές ότι δεν αρκεί μόνο η ανεξαρτησία αλλά απαιτείται και ισχυρή ικανότητα δράσης.Είναι κεφαλαιώδους σημασίας το πώς θα συγκροτηθεί η αρχή αυτή στην πράξη. Εάν αυτό γίνει αλά ελληνικά, δηλαδή θέτουμε επικεφαλή ένα κομματικό στέλεχος και επιλέγουμε στη συνέχεια με τα γνωστά κριτήρια τους ''αρίστους'' για τη στελέχωσή της τότε το παιχνίδι είναι χαμένο από χέρι.Κατά συνέπεια δεν θα πρέπει να υπάρξει καμία παρέμβαση τόσο κατά την φάση συγκρότησης της, όσο και στη συνέχεια κατά τη φάση της λειτουργίας της. Το πολιτικό πεδίο πρέπει να ελέγχει αποκλειστικά και μόνο την αποτελεσματικότητα του έργου της.Μόνο μια τέτοια αρχή θα καταφέρει, και αυτό σε βάθος χρόνου, να μετακινήσει όλο αυτό το χάος. Μόνο η συνταγματική της κατοχύρωση θα είναι η πραγματική απόδειξη ότι τα κόμματα αποφάσισανεπιτέλους να εκχωρήσουν μέρος της παράδοξηςεξουσίας που διαθέτουν, αυτή που διατηρεί τον πυρήνα της ελληνικής ιδιαιτερότητας έναντι των υπολοίπων ευρωπαϊκών κρατών που δεν είναι άλλη από το κομματικό/πελατειακό κράτος. Αυτό θα είναι η απόδειξη ότι η χώρα αποφάσισε να αλλάξει σελίδα.