Γιατί αξίζει να θυμόμαστε την 9η Μαΐου;

Γιατί αξίζει να θυμόμαστε την 9η Μαΐου;

Του Γιάννη Στεφανίδη*

Η 9η Μαΐου έχει καθιερωθεί ως «ημέρα της Ευρώπης» (διάβαζε: «της ενωμένης Ευρώπης»), σε ανάμνηση της πρωτοβουλίας των γάλλων Jean Monnet και Robert Schuman για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, το 1950. Ας μου επιτραπεί η υπόθεση ότι πρόκειται για επέτειος κάπως ακαδημαϊκού ενδιαφέροντος που ακόμα δεν αγγίζει τις ευαίσθητες χορδές του μέσου πολίτη. Αξίζει, ωστόσο, να υπενθυμίζεται η σημασία του εγχειρήματος που αποκαλούμε «ευρωπαϊκή ενοποίηση» ή «ολοκλήρωση» για τις ζωές όλων όσοι κατοικούμε σε αυτή την, αξιοζήλευτη από πολλούς, γωνιά του πλανήτη.

Ποια ήταν, λοιπόν, τα κίνητρα του εγχειρήματος; Ας απαριθμήσουμε τέσσερις φόβους και μια προσδοκία που συμμερίζονταν όσοι βρέθηκαν στην αφετηρία του, την επομένη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου:

Πρώτος κοινός φόβος: Τα πολλαπλά τραύματα των ενδοευρωπαϊκών συρράξεων, ιδίως οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι που ξεκίνησαν ως πανευρωπαϊκοί. Σήμερα, τείνει να θεωρείται δεδομένο και να λησμονείται το επίτευγμα της (ενδο)ευρωπαϊκής ειρήνης. Στον εφησυχασμό συμβάλλει και η παρουσία της αμερικανικής αμυντικής ομπρέλας και  του ΝΑΤΟ, που επί 70 χρόνια επιτρέπουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) την πολυτέλεια να λειτουργεί ως πόλος «ήπιας ισχύος», χωρίς να πολυσκοτίζεται να αναπτύξει αυτοδύναμη αμυντική ικανότητα.

Δεύτερος κοινός φόβος: Η βίαιη επιβολή πανευρωπαϊκής ηγεμονίας από μία Μεγάλη Δύναμη ή συνδυασμό Μεγάλων Δυνάμεων, όπως η Γερμανία και, ιδίως, η Σοβιετική Ένωση μετά το 1945. Σήμερα, δεν πρέπει να υποτιμάται η «εξημέρωση» και ενσωμάτωση της γερμανικής ισχύος με όχημα την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Ναι μεν η Γερμανία παραμένει το ισχυρότερο κράτος-μέλος, ωστόσο η προβλεπόμενη μέθοδος με την οποία ασκεί την επιρροή της στις πολιτικές της ΕΕ είναι η συναίνεση και όχι ο εξαναγκασμός. Αν και το ενδεχόμενο ηγεμόνευσης του ευρωπαϊκού χώρου από μία ή περισσότερες Μεγάλες Δυνάμεις είναι αμυδρό, η ΕΕ εξακολουθεί να αντιμετωπίζει εξωτερικές απειλές και προκλήσεις: Ρωσία του Πούτιν, ασύμμετρες απειλές, κρίσεις στον εξωτερικό της περίγυρο. Είναι σαφές ότι οι προκλήσεις αυτές αντιμετωπίζονται αποτελεσματικότερα από κοινού, παρά από τα κράτη μεμονωμένα.

Τρίτος κοινός φόβος: Η οικονομική και πολιτική περιθωριοποίηση της γηραιάς ηπείρου από τις δύο υπερδυνάμεις, ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, μετά το 1945, ή από ανερχόμενες οικονομικές υπερδυνάμεις, όπως η Κίνα, σήμερα. Και πάλι, η φωνή των ευρωπαϊκών κρατών ενισχύεται ασύγκριτα όταν ηχεί μέσω της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς ή της Ευρωζώνης, παρά μεμονωμένα.

Τέταρτος κοινός φόβος: Οικονομική κρίση, ύφεση, ανεργία, ανέχεια και πείνα: Πρόκειται για το οδυνηρό προηγούμενο της περιόδου 1929-1945. Σήμερα, τείνει να λησμονείται η οδυνηρή εμπειρία των ετών της Μεγάλης Ύφεσης, που σε μεγάλο βαθμό οφειλόταν στην αποτυχία των κρατών να συντονίσουν τις προσπάθειες εξόδου από την Κρίση, καθώς τα περισσότερα κατέληξαν σε εσωστρεφείς, beggar thy neighbor, εθνικές πολιτικές αυτάρκειας. Επίσης, η υπεραπόδοση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και ο υπερκαταναλωτισμός που χαρακτηρίζει τις κοινωνίες μας, έχουν εξασθενίσει την ανάμνηση της ανέχειας και της πείνας που γνώρισε η ήπειρος την ίδια περίοδο.

Μια κοινή προσδοκία: Η άντληση απελπιστικά αναγκαίας βοήθειας από το εξωτερικό, δηλαδή το αμερικανικό Πρόγραμμα Ευρωπαϊκής Ανασυγκρότησης (1947-52). Σήμερα, τείνει να λησμονείται ότι το Σχέδιο Μάρσαλ έθετε ως προϋπόθεση την ευρωπαϊκή συνεργασία και, στο μέτρο αυτό, έδωσε τεράστια ώθηση στην υπόθεση της ενοποίησης. Εδώ και δεκαετίες, η ΕΕ έχει αντικαταστήσει τις ΗΠΑ ως ο σημαντικότερος διεθνής δωρητής. Ωστόσο, έχει ανάγκη από αξιόπιστους διεθνείς εταίρους για να παραμείνει στον δρόμο της υγιούς οικονομικής ανάπτυξης. Και πάλι, το ειδικό οικονομικό βάρος κάθε κράτους-μέλους ενισχύεται ασύγκριτα στο πλαίσιο της ΕΕ ως παγκόσμιας οικονομικής υπερδύναμης.

Σήμερα η ΕΕ αντιμετωπίζει πλήθος από κινδύνους ή προκλήσεις. Ας απαριθμήσουμε ορισμένες, ανάλογα με την προέλευσή τους:

Πρώτον, εξωτερικές προκλήσεις:

- Ένοπλες συρράξεις στον περίγυρο της ΕΕ (Ουκρανία, Συρία),

- απρόβλεπτοι ισχυροί γείτονες (Ρωσία, Τουρκία),

- εστίες αστάθειας στον περίγυρο της ΕΕ (Δυτικά Βαλκάνια),

- απειλές για το καθεστώς του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (υποχώρηση της παγκοσμιοποίησης)  και κίνδυνος παγκόσμιου εμπορικού πολέμου

Δεύτερον, εσωτερικές:

- Τα προβλήματα της ευρωζώνης, μετά την κρίση χρέους,

- η σχετική αποτυχία των πολιτικών σύγκλισης και συνοχής μεταξύ κρατών μελών και περιφερειών της ΕΕ,

- το προσφυγικό ζήτημα και η μετανάστευση,

- η διεθνής τρομοκρατία,

- ο ευρωσκεπτικισμός και η άνοδος του λαϊκισμού,

- η απόκλιση κρατών-μελών από το ευρωπαϊκό κεκτημένο,

- το Brexit,

- αποσχιστικά κινήματα στο εσωτερικό κρατών-μελών (Καταλονία, Σκωτία),

- η δημόσια εικόνα της Ευρώπης και το ξεθώριασμα του ευρωπαϊκού ιδεώδους.

Ως προς το τελευταίο, σήμερα, πολλοί τείνουν να λησμονούν ότι σχεδόν όλες οι πτυχές της ζωής μας, σε κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό επίπεδο, παντού στην ΕΕ φέρουν έντονο το αποτύπωμα της Ένωσης. Ο σκεπτικισμός και η αμφισβήτηση, καλοδεχούμενα και εποικοδομητικά στοιχεία καθεαυτά, τείνουν να ξεπεράσουν το όριο της τοξικότητας, επισκιάζοντας μια πραγματικότητα: ότι πολλά από τα αγαθά, υλικά και άυλα, που εμείς απολαμβάνουμε στις κοινωνίες μας και πολλοί από τους «απέξω» ονειρεύονται, αποτελούν «κεκτημένο» της ευρωπαϊκής ενοποίησης, ενός εγχειρήματος που παραμένει σταθερά ανολοκλήρωτο.

* Ο κ. Γιάννης Στεφανίδης είναι καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας στη Νομική Α.Π.Θ.