Ελληνοτουρκικά: Κρύο, ζέστη και απορίες

Ελληνοτουρκικά: Κρύο, ζέστη και απορίες

Η περασμένη εβδομάδα τελείωσε με τα ΜΜΕ να μεταδίδουν πληροφορίες που δημιουργούσαν την εντύπωση ότι είχε πλησιάσει η ώρα της λήξης του πολεμικού συναγερμού και της αποκλιμάκωσης της μεγαλύτερης μετά το 1974 διάρκειας έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Ο ίδιος ο Ερντογάν φερόταν να καλεί τα στελέχη του κόμματός του να προετοιμάσουν την τουρκική κοινή γνώμη για τη στροφή του σε διάλογο με την Ελλάδα. Τα σενάρια που τον ήθελαν να επιχειρεί στο διάστημα του μηνός που είχε προηγηθεί απλώς έναν επικοινωνιακό αντιπερισπασμό, ο οποίος αφενός θα αποπροσανατόλιζε το πολιτικό ενδιαφέρον και θα το αποσπούσε από τη ραγδαία επιδεινούμενη τουρκική οικονομία, αφετέρου θα ενίσχυε τη θέση του σε διπλωματικό επίπεδο ανοίγοντας όσο περισσότερα θέματα μπορούσε ώστε την τελευταία στιγμή να αποσύρει όσα δεν προσφέρονταν για ανατολίτικο παζάρι, έμοιαζαν να επιβεβαιώνονται. Κι ας μας είχαν αφήσει με την απορία πώς ήταν δυνατόν να γαλβάνιζε με τόσο πάθος, φανατισμό, ανθελληνισμό και μεγαλοϊδεατισμό την κοινή του γνώμη για να της ζητήσει εν συνεχεία να αντιληφθεί το νόημα του διαλόγου με έναν τόσο ανίκανο, αναξιόπιστο και πανούργο εχθρό. Ευτυχώς για την κοινή λογική, τα παραδόξως αισιόδοξα σενάρια δεν επιβεβαιώθηκαν. Δυστυχώς για την εκτόνωση της κρίσης, οι προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν, ματαιώθηκαν.


 

Μέσα σε λιγότερες από 24 ώρες το κλίμα άλλαξε και από ελπιδοφόρα ζεστό έγινε ψυχρό, παγώνοντας και τις προσπάθειες των επίδοξων διαμεσολαβητών. Από το μεσημέρι κιόλας του περασμένου Σαββάτου ο Ερντογάν επανήλθε δριμύτερος, με δηλώσεις αυξανόμενης προκλητικότητας, ιταμές αναφορές στην Ελλάδα και επαναλαμβανόμενες ευθείες απειλές. Την ίδια ημέρα, τουρκικές εφημερίδες δημοσίευαν την «είδηση» ότι άρματα μάχης μεταφέρονταν από τα τουρκο-συριακά σύνορα στην Αδριανούπολη, για να διευκρινίσουν την επομένη ότι δεν επρόκειτο για έκτακτη αλλά για «προγραμματισμένη» μετακίνηση στρατιωτικών δυνάμεων. Ταυτόχρονα, η «Yeni Şafak», το φερέφωνο της οικογένειας Ερντογάν, έστελνε μήνυμα για πολύμηνη παράταση τόσο των τουρκικών Navtex όσο και των ερευνών στο Νότιο Αιγαίο και εντός της Κυπριακής ΑΟΖ αντιστοίχως από τα σεισμογραφικά «Oruç», αφήνοντας παράλληλα ανοιχτό το ενδεχόμενο αδειοδότησης της εταιρείας πετρελαίων της Τουρκίας (ΤΡΑΟ) για άλλες έρευνες, ακριβώς δίπλα από ελληνικά νησιά, στα όρια των ελληνικών χωρικών υδάτων.

Αυτή η εβδομάδα άρχισε στο ίδιο και χειρότερο κλίμα και τελειώνει με σχεδόν πλήρη απομείωση των ελπίδων -για να μην πω αυταπατών- όσων περίμεναν από εμπρηστής ο Ερντογάν να μεταμορφωθεί σε πυροσβέστη που θα έσπευδε να σβήσει τις φωτιές που άναβε εδώ και μήνες δεκαπέντε ημέρες πριν από τη Σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών για την επιβολή ή όχι κυρώσεων εις βάρος της Τουρκίας. Όσο αφελές θα ήταν να πιστέψει κανείς ότι μια τέτοια μεταμόρφωση θα μπορούσε να συντελεσθεί μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο, άλλο τόσο απορίας άξιον είναι το γεγονός ότι εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμη γνώστες της τουρκικής πραγματικότητας που εκπλήσσονται με τις εξελίξεις, όπως είναι, για παράδειγμα, αυτή που σημειώθηκε με την κάλυψη που πρόσφερε επισήμως η κυβέρνηση Ερντογάν στην παρέλαση που πραγματοποίησε την Τετάρτη στη Σμύρνη η νεολαία του συγκυβερνώντος υπερεθνικιστικού κόμματος εορτάζοντας την ημέρα της Ανεξαρτησίας της γείτονος και διεκδικώντας την επιστροφή των Δωδεκανήσων και όχι μόνον.


 

Μου θύμισαν τους καθόλου τυχαίους ανθρώπους που γνωρίζοντας τον Ερντογάν από παλιά τούς άκουσα να λένε αιφνιδιασμένοι ότι ο σημερινός είναι ένας «άλλος Ερντογάν». Οτι δεν έχει πλέον καμία σχέση με το παρελθόν του. Δεν νομίζω ότι έχουν δίκιο. Το πιθανότερο είναι ότι απλώς δεν πέρασε από το μυαλό τους ότι ο δήμαρχος που μετέτρεψε την Κωνσταντινούπολη σε υπερσύγχρονη ευρωπαϊκή μεγαλούπολη και ο πρωθυπουργός που συνέδεσε το όνομά του με το τουρκικό οικονομικό θαύμα και την ένταξη της χώρας του στους G20 θα μπορούσε ταυτόχρονα να κοιμάται και να ξυπνάει με το όνειρο της κατάλυσης του κεμαλικού κοσμικού κράτους και της ανασύστασης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Διότι πού να φανταστούν ότι θα ήταν επί των ημερών του που η Τουρκία θα ενίσχυε -αν δεν καθοδηγούσε κιόλας- τη δημιουργία του Χαλιφάτου του ISIS, που θα εισχωρούσε στις απανταχού μουσουλμανικές κοινότητες, που θα χρηματοδοτούσε τα θρησκευτικά σχολεία τους, που θα ενθάρρυνε τη ριζοσπαστικοποίηση των μαθητών τους, θα στρατολογούσε φονταμενταλιστές, θα τους κάλυπτε τα έξοδα μετάβασης και διαμονής σε δικά της σχολεία ώστε να εμπεδώσουν την κατήχησή τους, θα υποδαύλιζε αποσχιστικά κινήματα, όπως του Κασμίρ, θα υποκινούσε ταραχές στο εσωτερικό χωρών εντός ή εκτός μουσουλμανικού κόσμου, όπως π.χ. η Ινδία, ώστε να αποσταθεροποιήσει χώρες ή συμμαχίες-εμπόδια των επεκτατικών βλέψεών της, θα χρησιμοποιούσε ακραίες ισλαμιστικές οργανώσεις σε διατεταγμένες υπηρεσίες πολύ πριν αυτές αρχίσουν να εκτελούνται στα αλλεπάλληλα μέτωπα που ο Ερντογάν θα άνοιγε εντός του τριγώνου Μεσοποταμία - Μέση Ανατολή - Κεντροβόρεια Αφρική;

Πού να σκεφθούν ότι εννιακόσια σαράντα εννιά χρόνια μετά την επικράτηση των Σελτζούκων προγόνων του ο Ερντογάν θα ετοιμαζόταν να γιορτάσει τη νίκη τους επί των Βυζαντινών στη μάχη του Ματζικέρτ, ωσάν να ήταν εθνική εορτή;
Πώς να μαντέψουν ότι εκατό χρόνια μετά την εξάλειψη του ιστορικού δημιουργήματος των Οσμανλήδων επιγόνων τους θα αφυπνιζόταν μέσα στο μυαλό κάποιων από τους απογόνους τους το πνεύμα των ιερών πολέμαρχων του ισλαμικού τζιχάντ που για τετρακόσια χρόνια επέβαλαν την κυριαρχία τους επί τριών ηπείρων (Ασία, Βόρεια Αφρική, ΝΑ Ευρώπη);

Και πώς να προβλέψουν ότι κάποιος γεννημένος στις φτωχογειτονιές της Κωνσταντινούπολης και μεγαλωμένος στις αλάνες της, ονόματι Ερντογάν, θα φιλοδοξούσε να επαναλάβει το επίτευγμά τους, επεκτείνοντάς το μάλιστα στα πέρατα της οικουμένης, ή έστω μέχρι τη… Λατινική Αμερική, όπως ο ίδιος υπονόησε πριν από λίγες μόλις ημέρες μιλώντας για την σημερινή ισχύ και τις αυριανές δυνατότητες της πατρίδας του;

Δεν ήταν ίσως εύκολο να υποθέσουν ότι στην αρχή της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα θα ήταν το ίδιο πρόσωπο που θα σκόπευε να ξαναπιάσει το νήμα της παράδοσης των οθωμανικών κατακτήσεων από εκεί που το άφησε, στις αρχές της τρίτης δεκαετίας του 16ου αιώνα, ο σουλτάνος Σουλεϊμάν Α' ο Μεγαλοπρεπής, ο τελευταίος που είδε την αυτοκρατορία που ίδρυσε τον 13ο αιώνα ο Οσμάν Α' να ακμάζει;

Ίσως να είχαν κάνει μια κοντινότερη στην πραγματικότητα υπόθεση, αν ήξεραν ότι κατά διαβολική σύμπτωση τη στιγμή της συμπλήρωσης των εκατό χρόνων από τον διαμελισμό της και την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης του 1923 θα έληγε και η εκατονταετής προθεσμία που δίνει η ισλαμική θρησκευτική παράδοση για την αναβίωσή της.


 

Κάθε καλός μουσουλμάνος -και σίγουρα ο Ερντογάν είναι ένας από αυτούς- γνωρίζει τι σημαίνει αυτό για την πίστη του και την κοινότητα των ομοθρήσκων του. Ο Προφήτης το είχε πει καθαρά και οι σουνίτες μαθητές του το έβαλαν από τότε βαθιά μες στην καρδιά τους: «Στο τέλος κάθε εκατό χρόνων ο Αλλάχ θα τοποθετεί ανάμεσά τους κάποιον που θα ανανεώνει (αναβιώνει) τη θρησκεία τους». Γιατί στη διάρκεια των εκατό χρόνων υπεισέρχονται μορφές «άγνοιας» και εξωγενή στοιχεία που αλλοιώνουν την ουσία του ισλαμισμού, παραμορφώνουν την αλήθεια του μουσουλμανισμού και θέτουν σε κίνδυνο τις κοινότητές του (umma), οδηγώντας τες σε κρίση και παρακμή. Γι' αυτό και το κήρυγμα του Μωάμεθ παραγγέλλει τη «διαρκή ανανέωσή του» (tajdid). Την αναβίωση των αληθειών της. Την αποκάθαρσή τους από τις παραφθορές του χρόνου και της ζωής. Πρόκειται για καθήκον που αναλογεί σε χαρισματικές προσωπικότητες που αναλαμβάνουν ρόλο «αναβιωτή» (mujaddid) του Ισλάμ, φροντίζοντας να εκπληρωθούν οι διαδικασίες επαναφοράς των κοινοτήτων του στον δρόμο της επιστροφής στις θεμελιώδεις αρχές του Κορανίου.

Γιατί, λοιπόν, εκατό χρόνια μετά την εκκοσμίκευση του τουρκικού κράτους από τον Κεμάλ και την παρέκκλισή του από τον δρόμο του μοναδικού αληθινού Θεού να μην πιστέψει ο Ερντογάν ότι μπορεί να είναι ο Αλλάχ που τον καλεί να γίνει στον 21ο αιώνα ένας αναβιωτής του Ισλάμ και ένας συνεχιστής του ιερού πολέμου που έκαναν οι Σελτζούκοι πρόγονοί του εναντίον των απίστων που αρνούνταν να υποταγούν ή αλλόθρησκων στον Νόμο και τον Οίκο του Αλλάχ;

Πάντως, ούτε ως Σαούλ στον δρόμο προς τη Δαμασκό είδε ξαφνικά μπροστά του να λάμπει η αλήθεια του σουνιτικού Ισλάμ, ούτε μετά το 2016 φαίνεται να άλλαζε επί το μεσσιανικότερο και αυταρχικότερο η συμπεριφορά του, ούτε ήταν μετά την πραγματική ή στημένη απόπειρα πραξικοπήματος που εμφανίστηκε ο γεωστρατηγικός αταβισμός του.

Από το 2011 έχει αποκαλύψει ο Νίκος Μελέτης στο Liberal της 28ης Φεβρουαρίου 2020 ότι έχει εγκριθεί από το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας της Τουρκίας ο χάρτης επί του οποίου οργανώνει την περικύκλωση του μουσουλμανικού κόσμου και των τριών ηπείρων. Έκτοτε, δεν έχει πάψει να επαναλαμβάνει ότι η ασφάλεια της χώρας του ξεκινά πολύ πέρα από τα σύνορά της και ότι τα συμφέροντά της βρίσκονται όπου οι πρόγονοί μας έγραψαν ιστορία.

 *Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο του Σαββατοκύριακου 12-13 Σεπτεμβρίου.