Έχει τόση σημασία τι δείχνει κάθε φωτογραφία;

Έχει τόση σημασία τι δείχνει κάθε φωτογραφία;

Της Βίβιαν Ευθιομιοπούλου

Τις πρώτες πρωινές ώρες του Σαββάτου 7 Δεκεμβρίου το επιτελείο του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη πρέπει να πήγε για ύπνο ανακουφισμένο. Οι πορείες για την επέτειο της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου είχαν τελειώσει χωρίς προβλήματα. Για άλλη μια φορά «δεν κάηκε η Αθήνα». Ήταν το δεύτερο στοίχημα, μέσα σε είκοσι μέρες, μετά την επέτειο του Πολυτεχνείου που κέρδισε η κυβέρνηση: «αφεντικό» στην Πρωτεύουσα της χώρας αποδείχθηκε το οργανωμένο κράτος και όχι οι χούλιγκαν. Καθόλου αμελητέο το κατόρθωμα.

Τις πρώτες πρωϊνές ώρες του Σαββάτου 7 Δεκεμβρίου λοιπόν η κατάσταση ήταν υπό έλεγχο.

Είχε όμως τελειώσει η δουλειά του επιτελείου του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη;

Όχι.

Γιατί λίγες ώρες αργότερα, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είχαν γεμίσει από μία φωτογραφία που έδειχνε ένα νεαρό, περικυκλωμένο από πάνοπλους άνδρες των ΜΑΤ που τον τράβαγαν από τα ρούχα ενώ ο ίδιος προσπαθούσε να προστατεύσει το κεφάλι και το πρόσωπό του.

Η καταγγελία που συνόδευε τη φωτογραφία αφορούσε τον ισχυρισμό ότι τα ΜΑΤ επιχειρούσαν να ξεγυμνώσουν τον άντρα που είχαν περικυκλώσει.

Την καταγγελία υιοθετούσαν και δηλωμένοι πολιτικοί φίλοι της κυβέρνησης, φιλελεύθεροι βέβαια.

Να σημειώσουμε ότι όλες τις προηγούμενες εβδομάδες, κυκλοφορούσαν καταγγελίες, χωρίς να έχουν απαντηθεί από το Υπ.ΠροΠο ότι η ΕΛΑΣ και ειδικά τα ΜΑΤ έχουν υιοθετήσει ως μέτρο καταστολής το ξεγύμνωμα των διαδηλωτών.

Όλη η συζήτηση που ακολούθησε με τις κατηγορίες ότι συριζαίοι, συνεπικουρούμενοι από φιλελεύθερους διακινούσαν fake news και ότι η φωτογραφία δεν έδειχνε απόπειρα ξεγυμνώματος αλλά ένα διαδηλωτή (;) που προσπαθούσε να διαφύγει της σύλληψης «γιατί ποιος ξέρει τι έγκλημα είχε διαπράξει!», δεν αφορά το παρόν σημείωμα.

Γιατί όλα αυτά για την πολιτική επικοινωνία είναι αδιάφορα.

Η φωτογραφία κυκλοφορούσε επί ώρες παντού και αμαύρωνε ή έστω «θόλωνε» την επιτυχία της κυβέρνησης και οι συνεργάτες του Υπουργού Μιχ.Χρυσοχοίδη αντέδρασαν μόλις αργά το μεσημέρι. Αν ήταν σε επιφυλακή και είχαν αντιληφθεί τι συνέβαινε θα μπορούσαν να διεμβολίσουν την αρχική πληροφορία με μια διάψευση ή με τη δική τους εκδοχή στα γεγονότα. Διαχείριση επικοινωνιακής κρίσης, ονομάζεται αυτό.

Είτε αρέσει στους υπερδεξιούς οπαδούς της Νέας Δημοκρατίας και τις «Αντισύριζα Μαινάδες» που προέρχονται από το πρώην κραταιό ΠΑΣΟΚ και τις γραφικές οντότητες που κρίνουν σκόπιμο, εξήντα χρονών άνθρωποι, να δηλώνουν στο βιογραφικό τους ότι υπήρξαν μέλη του «Ρήγα Φεραίου», είτε δεν τους αρέσει, οι κεντρώοι-φιλελεύθεροι ψηφοφόροι αποτελούν πλέον ένα σημαντικό κομμάτι του κυβερνητικού χώρου. Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του, αξιολογούν αυτό το κομμάτι ως σημαντικό. Γι αυτό και προσπαθούν να το ενσωματώσουν στο κόμμα με διάφορους τρόπους, μέχρι και με διαρκείς αναφορές στον Ελευθέριο Βενιζέλο.

Αυτός ο κόσμος λοιπόν απεχθάνεται σταθερά δύο πράγματα: την πολιτική βία και τη διάχυτη ανομία (γι αυτό έχει γυρίσει την πλάτη στον ΣΥΡΙΖΑ που αρνείται να την αποκηρύξει) και την κρατική αυθαιρεσία. Η αστυνομική βία συνιστά κρατική αυθαιρεσία και την αξίωση οι φιλελεύθεροι να απαρνηθούν θεμελιώδεις πεποιθήσεις τους για να γίνουν αρεστοί στις «Αντισύριζα Μαινάδες», θα την αφήσουμε ασχολίαστη.

«Μα, ήταν fake news!». Πιθανώς ναι αλλά ας ήταν κι εκείνοι «εκεί» από την πρώτη στιγμή για να δώσουν τη μάχη της επικοινωνίας. Μην ξεχνάμε ότι η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας βρίσκεται στη δύσκολη φάση της ενσωμάτωσης μεγάλων ομάδων ψηφοφόρων στο κόμμα χωρίς, την ίδια στιγμή, να θίξει τον παραδοσιακό του χαρακτήρα ο οποίος παραδοσιακός χαρακτήρας της ΝΔ όμως, οφείλουμε να θυμίσουμε ότι είναι απολύτως δημοκρατικός και δεν έχει καμία σχέση με τον αυταρχισμό.

Η δουλειά για το επικοινωνιακό επιτελείο του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη δεν τελειώνει όταν οι διαδηλωτές διαλυθούν αλλά πολλές ώρες αργότερα, όταν βεβαιωθεί ότι κάθε επιχείρηση της αστυνομίας δεν λήγει μόνο ομαλά αλλά ότι το γεγονός της επιτυχούς ολοκλήρωσης καταγράφηκε από τα Μήντια και «πέρασε» στην κοινή γνώμη. Η δουλειά για το επικοινωνιακό επιτελείο του Υπ.ΠροΠο τελειώνει όταν βεβαιωθεί ότι δεν έχει μείνει αναπάντητο ο,τιδήποτε μπορεί να αμαυρώσει την εικόνα της αποτελεσματικής και ταυτόχρονα δημοκρατικής αστυνομίας που επιθυμεί να δείξει η κυβέρνηση.

Ελπίζουμε ότι πλέον το κατάλαβαν.