Έχει πάντα δίκιο ο λαός;

Έχει πάντα δίκιο ο λαός;

Του Δημήτρη Δημητράκου

Αποτελεί τετριμμένη αλήθεια ότι σε μια δημοκρατική κοινωνία ο λαός θεωρείται ότι έχει πάντα δίκιο στην ετυμηγορία του. Αυτό ισχύει υπό την έννοια ότι σε μια εκλογική αναμέτρηση η βούληση του εκλογικού σώματος εκφράζεται κυρίαρχα με τους θεσμικά προβλεπόμενους τρόπους.

Είναι τόσο αληθές αυτό όσο το ότι το μήκος μιας γραμμής είναι ίσο με εκείνο που προκύπτει από την ορθή μέτρησή της. Είναι επίσης αναγνωρισμένη η αρχή σύμφωνα με την οποία ο πελάτης έχει πάντα δίκιο. Φυσικά και έχει πάντα δίκιο ο πελάτης εκφράζοντας την ικανοποίηση ή την απαρέσκεια του για ένα προϊόν ή μια υπηρεσία που του προσφέρεται. Σημαίνει ότι ή έκφραση αυτή καταγράφεται ως έχει: δεν επιδέχεται «διόρθωση». Ο πελάτης εξ ορισμού ξέρει καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον τι είναι εκείνο που ο ίδιος προτιμάει, τι του ταιριάζει περισσότερο ή λιγότερο.

Η υποστασιοποίηση του λαού

Συχνά, όμως, παρεξηγείται ο ταυτολογικός χαρακτήρας αυτής της πρότασης με αποτέλεσμα να οδηγηθεί κανείς σε πλάνη. Ρίζα αυτής της πλάνης είναι η υποστασιοποίηση του λαού. Ο λαός, δηλαδή το εκλογικό σώμα, αποφαίνεται με ένα θεσμικά προβλεπόμενο τρόπο: τις εκλογές.

Η ετυμηγορία του λαού είναι «ορθή» με την έννοια ότι εκλαμβάνεται για αυτό που είναι, όποια και αν είναι αυτή. Δεν σφάλλει, όπως και η πραγματικότητα δεν σφάλλει, όπως η φύση και τα γεγονότα δεν σφάλλουν. Εμείς, οι παρατηρητές και αναλυτές της φύσης και των γεγονότων, μπορούμε να πέσουμε έξω στις εκτιμήσεις και τις κρίσεις μας. Η μη σφαλερότητα δεν είναι μέρος της «ουσίας» του λαού. Η μη σφαλερότητα που του αποδίδεται έχει την έννοια ότι ο σχολιαστής και ο ερευνητής δεν καλείται να κρίνει αν σωστά ή λανθασμένα εκφράστηκε ο λαός, αλλά να αναλύσει και να εξηγήσει την εκλογική συμπεριφορά, τις συνθήκες που υπαγόρευσαν ορισμένες συμπεριφορές, το σύστημα μέσω του οποίου οι επιλογές αυτές μεταφράζονται σε βουλευτικές έδρες κλπ.

Αυτοί που αναπαυδήτως επαναλαμβάνουν το κλισέ περί της αλάνθαστης ετυμηγορίας του λαού – μη αντιλαμβανόμενοι τον ταυτολογικό χαρακτήρα της δήλωσής τους, πηγαίνουν πιο πέρα. Λένε ότι ο λαός σωστά κρίνει και ότι είναι σοφός. Η θεσμικά αναγνωρισμένη κυριαρχία του λαού –και επομένως η ετυμηγορία του – δεν τους αρκεί. Θεωρούν ότι ο λαός είναι κυρίαρχος και συγχρόνως σοφός.. Ξεκινώντας από μια ταυτολογική αλήθεια – την οποία θεωρούν βαθιά και σημαντική – προχωρούν σε μια εξαγγελία η οποία είναι αυθαίρετη, πομφολυγώδης, και ολιστική. Μέσα από αυτήν ο λαός υποστασιοποιείται ανθρωπομορφικά. Αποδίδεται σ' αυτόν μια συλλογική προσωπικότητα η οποία δρα, βούλεται, σκέπτεται, κρίνει και αποφασίζει πάνω στα πολιτικά πράγματα με απόλυτη αρμοδιότητα.

Η τελευταία δεν του αποδίδεται απλώς συμβατικά, αλλά ουσιαστικά. Η κρίση αυτής της συλλογικής προσωπικότητας δεν θεωρείται μόνο τυπικά, αλλά και ουσιαστικά αλάνθαστη.

Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη για τη δημοκρατία, κάθε εκλογικό αποτέλεσμα εκφράζει το «συλλογικό νου» της συλλογικής προσωπικότητας που αποτελεί ο λαός. Δηλαδή- πάντα σύμφωνα με αυτή την αντίληψη περί του λαού ως συλλογικής προσωπικότητας- κάθε ψηφοφόρος εκφράζει υποκειμενικά την προτίμησή του, ψηφίζει σύμφωνα με την κρίση του, τις αξίες του, το θυμικό του, αλλά δεν είναι παρά ένα μόριο ενός Όλου το οποίο λειτουργεί με άλλες νομοτέλειες και που ακολουθεί τη δική του «λογική». Η τελευταία ταιριάζει στις ανάγκες και τη βούληση αυτής της συλλογικής προσωπικότητας.

Ούτε υπεύθυνος, ούτε αλάνθαστος

Η όλη ιδέα είναι ολιστική και συγχρόνως ανθρωπομορφική. Εκλαμβάνει τον λαό ως μια οντότητα, ως σύνολο που είναι ενιαίο παρά τις διαφοροποιήσεις των μερών μεταξύ τους. Παραθεωρεί το γεγονός ότι ο «λαός» δεν είναι παρά ένα όνομα που δίνουμε σε ένα σύνολο που συμβατικά θεωρείται ενιαία ολότητα. Δεν είναι μια οντότητα που υφίσταται ανεξάρτητα από την σύμβαση να ονοματιστεί έτσι. Δεν υπάρχει κάποιος συλλογικός νους που σκέπτεται, βούλεται, αποφασίζει, εκφράζει προτιμήσεις, αποδοκιμασία, εύνοια ή απαρέσκεια. Συγκεκριμένα άτομα διαμορφώνουν σκέψεις και προβαίνουν σε αποφάσεις που τις εκφράζουν με τις ψήφους τους η συγκταρίθμηση των οποίων εκλαμβάνεται ως ετυμηγορία του εκλογικού σώματος. Συμβατικά και συντομογραφικά χρησιμοποιείται η έκφραση «λαϊκή ετυμηγορία» στη θέση αυτής της περιγραφής.

Στην ίδια ανθρωπομορφική πλάνη περιπίπτουν και όσοι υποστηρίζουν ότι ο λαός «παραπλανήθηκε» στην ψήφο του, ή ότι  «φέρει ευθύνες» για αυτήν. Λειτουργεί η υπόρρητη παραδοχή ότι ο λαός έχει μια προσωπικότητα στην οποία μπορούν να αποδοθούν ευθύνες. Δεν λαμβάνεται υπόψη ότι ο «λαός» δεν υφίσταται ως συλλογικό υποκείμενο. Είναι απλά ένα όνομα, μια νοητική κατασκευή που χρησιμεύει στην εξήγηση της λειτουργίας θεσμών.

Ο λαός δεν φέρει ευθύνες, εφόσον οι αφηρημένες ιδέες ή τα σύνολα, δεν είναι φορείς ευθυνών. Ευθύνες έχουν άτομα. Ο λαός είναι ανεύθυνος. Δεν σφάλλει: όχι διότι είναι πάνσοφος ή πανάρετος, αλλά διότι τα αποτελέσματα των επιλογών του, θετικά ή αρνητικά, τα απολαμβάνει ή τα υφίσταται ο ίδιος. Ως άθροισμα συγκεκριμένων ατόμων ούτε σφάλλει, ούτε δικαιώνεται ο λαός. Αλλά τα πολυάριθμα αυτά άτομα συχνά αντιλαμβάνονται, το καθένα ξεχωριστά, αν διέπραξαν σφάλματα ή όχι. Και ασκούν τότε το δικαίωμά τους να διορθώσουν το αρχικό τους σφάλμα με μια άλλη επιλογή τους. Έτσι λειτουργεί η δημοκρατία. Δεν έχει καμιά ανάγκη από το μύθο του αλάθητου της ετυμηγορίας του λαού ή της υποστασιοποίησής του.

*Ο κ. Δημήτρης Δημητράκος είναι Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.