Έρχεται η χρονιά των «αρκούδων»;

Έρχεται η χρονιά των «αρκούδων»;

Της Μαριάννας Σκυλακάκη

Η συζήτηση για το αν έχουμε εισέλθει ήδη ή αν ετοιμαζόμαστε να μπούμε σε «φάση αρκούδων», το επονομαζόμενο «bear market» σε ό,τι αφορά τις αγορές μετοχών παγκοσμίως, καλά κρατεί. Αν όμως το 2019 όντως αποδειχθεί μια χρονιά των «αρκούδων», τι τρόποι υπάρχουν για να προφυλαχθεί κανείς, ή ακόμη και να επωφεληθεί από την πτώση στις αγορές μετοχών;

Πώς ορίζεται η έλευση μιας «αγοράς αρκούδων»; Σε αντίθεση με μια διόρθωση, η οποία συνήθως αφορά μια πτώση της τάξεως του 10%, εισερχόμαστε σε μια πτωτική μεσοπρόθεσμη φάση, όταν η αγορά μετοχών σημειώνει πτώση άνω του 20% από τα προηγούμενα υψηλά της. Μια πτώση ύψους 20% ή παραπάνω σε μια σειρά από δείκτες, όπως ο Dow Jones ή ο S&P 500, σε μια περίοδο περίπου 2 μηνών, σηματοδοτεί συνήθως το γύρισμα σε εποχή «αρκούδων».

Αντιθέτως, μια διόρθωση στις αγορές μικρότερης έκτασης δεν σηματοδοτεί αλλαγή στη μεσοπρόθεσμη τάση τους. Δεν είναι βέβαια όλες οι αρκούδες... πολικές. Υπάρχουν ασφαλώς bear markets που συμπίπτουν με μια οικονομική ύφεση, όπως συνέβη με τη μεγάλη κρίση του 2008, όμως δεν πάνε πάντα μαζί. Επίσης, δεν έχουν όλες οι «αγορές αρκούδων» την ίδια διάρκεια.

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που προειδοποιούν ότι η μακρύτερη περίοδος «ταύρων» στην ιστορία θα έρθει στο τέλος της τη χρονιά που μας έρχεται. Η επενδυτική τράπεζα Natixis έκανε έρευνα σε 500 θεσμικούς επενδυτές και διαπίστωσε ότι σε ποσοστό 65% θεωρούν ότι έρχεται μια αλλαγή, φωτογραφίζοντας τις γεωπολιτικές εντάσεις και τα αυξανόμενα επιτόκια ως τις μεγαλύτερες διαφαινόμενες απειλές.

Γιατί όμως ολοένα και περισσότεροι αναλυτές περιμένουν τις «αρκούδες»; Γιατί βλέπουν μια σειρά από ποιοτικούς δείκτες να κινούνται με τρόπο που προμηνύει αλλαγή φάσης. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι τα επίπεδα αποτιμήσεων των μετοχών είναι υπερβολικά.

Άλλοι βλέπουν μακροοικονομικούς κινδύνους στον ορίζοντα, όπως την υπερθέρμανση που έχει προκαλέσει στην αμερικανική οικονομία η φορολογική πολιτική Τραμπ, την άνοδο των επιτοκίων ύστερα από μια παρατεταμένη περίοδο χαλαρής νομισματικής πολιτικής ή την επίδραση ενός κλιμακούμενου εμπορικού πολέμου με την Κίνα. Υπάρχουν κι αυτοί που επικαλούνται έναν συνδυασμό παραγόντων.

Μπορεί κανείς να δει την υπόθεση και από την οπτική γωνία της στατιστικής. Σύμφωνα με την ερευνητική εταιρεία Ned Davis Research, από το 1900 μέχρι το 2013 είχαμε στην αμερικανική αγορά μετοχών 123 διορθώσεις (γύρω στη μία κάθε χρόνο) και 32 «αγορές αρκούδων» (περίπου μία κάθε 3,5 χρόνια). Από την κρίση του 2008 έχει περάσει μια δεκαετία, οι «αρκούδες» δεν μπορεί λοιπόν παρά να κοντοζυγώνουν και να δούμε τις πρόσφατες διορθώσεις των αγορών να μεταμορφώνονται σε κάτι πιο απειλητικό.

Πώς προστατεύονται οι επενδυτές από τις «αρκούδες»;

Έστω λοιπόν ότι πιστεύουμε πως το 2019 τα πράγματα θα είναι πιο σκοτεινά στις αγορές των μετοχών, κι ας είναι σχεδόν αδύνατο να εξειδικεύσουμε πότε ακριβώς θα έρθει η στιγμή που θα γίνει το μεγάλο μπαμ. Πώς μπορούμε να κινηθούμε έτσι ώστε η πτώση, όποτε κι αν συμβεί, να μας επηρεάσει όσο το δυνατόν λιγότερο;

Η απάντηση εξαρτάται από μια σειρά από παράγοντες. Για αρχή, έχει σημασία ποιος είναι ο ορίζοντας του κάθε επενδυτή - όσο πιο μακροπρόθεσμος τόσο λιγότερο ανησυχεί για τα βραχυπρόθεσμα και τα μεσοπρόθεσμα σκαμπανεβάσματα. Εξίσου σημαντική είναι και η διάθεσή του σε ό,τι αφορά την ανάληψη ρίσκου, αλλά και οι στόχοι του - δεν μπορεί να πάρει τα ίδια ρίσκα ένα hedge fund με ένα συνταξιοδοτικό ταμείο ή έναν ιδιώτη.

Η γενική οδηγία, αν κανείς περιμένει «αγορά αρκούδων», είναι να μειώσει το ρίσκο του. Μπορεί να το κάνει αυτό με μια σειρά από τρόπους. Για αρχή, θα μπορούσε να πουλήσει κάποιες μετοχές τώρα αντί να το αφήνει για αργότερα και να κοιτάξει πώς θα τοποθετήσει τα χρήματα αυτά με τρόπο που να τον προφυλάσσει καλύτερα. Πιθανώς να τον συμφέρει να αυξήσει το ποσοστό του χαρτοφυλακίου του που διατηρεί σε ρευστό (το λεγόμενο cash allocation), ενώ κάποια από τα χρήματα μπορεί να τα τοποθετήσει στις αγορές ομολόγων, που κατά κανόνα είναι λιγότερο άστατες και μπορούν να του αποφέρουν και ένα κουπόνι - πάλι ανάλογα με το ρίσκο που επιθυμεί.

Αν πάλι θέλει να κρατήσει την έκθεσή του στην αγορά μετοχών -είτε μερικώς είτε ολικώς- μπορεί να επιλέξει μετοχές πιο ασφαλείς στους κραδασμούς, τις λεγόμενες «defensive» μετοχές, που δεν ακολουθούν με την ίδια ένταση τα πάνω και τα κάτω του οικονομικού κύκλου. Σκεφτείτε παραδείγματα εταιρειών και κλάδων που δεν επηρεάζονται τόσο από μια ύφεση: εταιρείες ηλεκτρισμού, νερού και τηλεφωνίας, βασικά καταναλωτικά αγαθά, εταιρείες στον κλάδο της υγείας. Επιζητεί κανείς πιο «ασφαλείς» μετοχές, οι οποίες ιστορικά έχουν δώσει καλά μερίσματα.

Πιο έμπειροι επενδυτές μπορεί να προστατεύσουν το χαρτοφυλάκιό τους και με τη βοήθεια παραγώγων - παίρνοντας παραδείγματος χάριν ανάποδες θέσεις, που τους επιτρέπουν να επωφεληθούν μερικώς όταν η αγορά αρχίσει να πέφτει, περιορίζοντας έτσι κάποιες από τις απώλειες που προκαλούνται στο χαρτοφυλάκιό τους από την πτώση στην αξία των μετοχών τους.

Αντιστοίχως, μπορούν να αντισταθμίσουν τον κίνδυνο της πτώσης της αγοράς και μέσα από το σορτάρισμα, επενδύοντας παραδείγματος χάριν σε διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια (Exchange Traded Funds ή ETFs) που κινούνται σε ανάποδη κατεύθυνση από την αγορά, έτσι κερδίζουν κατά τη διάρκεια μιας πτώσης. Το αν οι κινήσεις αυτές είναι σπεκουλαδόρικες ή όχι εξαρτάται τελικά από τις θέσεις που έχει κάποιος στο σύνολο του χαρτοφυλακίου του.

Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Παρασκευής 21 Δεκεμβρίου