Δεν θέλουμε ούτε σωτήρες ούτε πατερούληδες

Δεν θέλουμε ούτε σωτήρες ούτε πατερούληδες

Του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη

Η δημοκρατία και η βία είναι έννοιες αντίθετες. Η βία εμφανίζεται όταν η δημοκρατία δοκιμάζεται. Όταν η βία κυριαρχεί οδηγεί στην κατάργηση της δημοκρατίας.

Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από καθημερινά βίαια φαινόμενα, κοινωνικά απεχθή, φρικαλέα και πολιτικά επικίνδυνα που οδηγούν στον κλονισμό των θεσμών και την διάρρηξη του κοινωνικού συμβολαίου.

Ο τόπος μας δεν αποτελεί εξαίρεση,ιδιαίτερα καθώς ο κόσμος αλλάζει ραγδαία και από μια κλειστή χώρα στην άκρη της Ευρώπης γίναμε ένα από τα πιο θερμά σημεία στον πλανήτη με ροές εκατομμυρίων ανθρώπων να διέρχονται την επικράτεια μας.

Η χώρα μας εξάλλου δοκιμάστηκε στην πρόσφατη πολιτική της ιστορία από δολοφονικά χτυπήματα τρομοκρατικών οργανώσεων που άρχισαν να επιχειρούν την ώρα που η δημοκρατία έκανε τα πρώτη της βήματα μετά τη δικτατορία. Είμαστε συνεπώς, λόγω και των νέων συνθηκών, πολλαπλώς εκτεθειμένοι στα φαινόμενα της βίας, του σκληρού οργανωμένου εγκλήματος, της τρομοκρατίας, της διάδοσης των ναρκωτικών, όπλων κλπ.

Η Ελληνική Δημοκρατία κατόρθωσε και διερεύνησε όλες τις δολοφονικές ενέργειες, οι υπαίτιοι δικάστηκαν από την Ελληνική Δικαιοσύνη με δίκαιη δίκη και έτσι ένα κεφάλαιο αίματος και βίας έκλεισε.

Ωστόσο η δημοκρατία, το κράτος δικαίου, οι κυβερνήσεις οφείλουν να επαγρυπνούν και να αναδιατάσσουν τις δυνάμεις τους για να είναι πάντα αξιόμαχες απέναντι στις δυνάμεις του κακού.

Βρισκόμαστε σήμερα και πάλι προ διλημμάτων που τίθενται στη δημόσιο διάλογο, σαν να μη πέρασε ούτε μέρα από τότε που όλοι οι Έλληνες συνομολογήσαμε ότι δεν άξιζε τον κόπο να παρακολουθούμε με ανοικτό το στόμα διάφορα ανδραγαθήματα της 17Ν που συνήθως συνοδευόταν με αίμα αθώων ανθρώπων. Αντιληφθήκαμε όλοι ότι οι ανίκητοι ήρωες ήταν κατασκεύασμα της φαντασίας μας.

Σήμερα και πάλι κυριαρχούν πλαστά διλήμματα σχετικά με ανεκτές ή όχι μορφές βίας. Δείχνουμε αμετανόητα αδιόρθωτοι. Και τότε παίρνουν την ευκαιρία κάθε μορφής αντικοινωνικά στοιχεία να εκδηλώσουν απίστευτα βίαιες συμπεριφορές.

Είμαστε δυστυχώς μάρτυρες πολλών θλιβερών εικόνων που προσβάλλουν τη δημοκρατία μας και το αίσθημα εκατομμυρίων φιλειρηνικών πολιτών. Η πρόσφατη επίθεση στο Γιάννη Μπουτάρη από δειλούς ψευτοπατριώτες, η επίθεση στον Κωστή Χατζηδάκη πριν λίγα χρόνια από «αυθόρμητους» διαδηλωτές, οι επιθέσεις σε πολιτικά πρόσωπα συστηματικά για πολλά χρόνια, οι σοκαριστικές εικόνες της βίας που είδαμε πρόσφατα σε ιδιωτικούς χώρους και δημόσια κτίρια, συνθέτουν ένα μέρος της βίαιης πραγματικότητας.

Υπάρχει ωστόσο κάτι ακόμη σημαντικό. Και δεν πρέπει να το ξεχνάμε. Ο δράστης στην περίπτωση Μπουτάρη ομολόγησε ότι αμέσως μετά λήστεψε κατάστημα. Δηλαδή η εμπλοκή σε εγκληματικές ενέργειες αποτελεί πια μια συνήθη πρακτική πολλών από αυτούς. Η πρόσφατη δολοφονία του Α. Σταματιάδη, ο θάνατος ενός αγοριού στο Μενίδι πριν λίγο καιρό, η εξάπλωση της εγκληματικότητας στις πόλεις, έχουν την ίδια μήτρα. Είναι η ροπή στην παραβατικότητα, η μη εφαρμογή των νόμων, η ψευδαίσθηση της ατιμωρησίας. Τελικά η βία λειτουργεί εθιστικά και κάτω από τις παραπάνω συνθήκες δημιουργεί μιμητισμό.

Η αποτελεσματική καταπολέμηση της βίας προϋποθέτει κοινωνική συμφωνία ότι δηλαδή είμαστε αποφασισμένοι να υπερασπίσουμε τη δημοκρατία, τα ατομικά μας δικαιώματα και τις ελευθερίες, να διασφαλίσουμε πλήρως ότι η ζωή και η περιουσία κάθε πολίτη είναι αντικείμενο προστασίας από το κράτος δικαίου ως αυτονόητα έννομα αγαθά. Χωρίς ερωτηματικά, χωρίς καμία αίρεση, χωρίς καμία εξαίρεση, παρά μόνο όταν η βία ασκείται στα πλαίσια της προστασίας της ζωής μας η της ζωής των συνανθρώπων μας.

Η αποτελεσματική καταπολέμηση της βίας απαιτεί επικαιροποίηση της νομοθεσίας για την αντιμετώπιση νέων μορφών βίας. Το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο ψήφισε διατάξεις που αφορούν τον αυτοέλεγχο των εταιρειών κοινωνικής δικτύωσης σχετικά με αναρτήσεις που διαδίδουν και προωθούν τη βία, το μίσος και την τρομοκρατία.

Απαιτεί νέο επιχειρησιακό σχεδιασμό και δράση που απαντά στις σημερινές ανάγκες ασφαλείας της χώρας, των πόλεων και των πολιτών.

Είναι μακρύς ο κατάλογος δράσεων και πρωτοβουλιών στο εσωτερικό της χώρας αλλά και το ευρωπαϊκό-διεθνές πεδίο. Ωστόσο δεν είναι της παρούσης.

Αυτό που απαιτείται, μαζί με τα παραπάνω, είναι εδώ και τώρα η αναστροφή της κεκτημένης ταχύτητας που ανέπτυξαν ορισμένοι, πιστεύοντας λίγο πολύ ότι αποστολή τους αποτελεί η σωτηρία μας. Το ίδιο ισχύει και για τους ψευτοπατριώτες που ανέλαβαν να υπερασπίσουν δήθεν την τιμή της πατρίδας, εμφανιζόμενοι ως πατερούληδες.

Η πρόσφατη ιστορία μας είναι γεμάτη από όμοια παραδείγματα.

Εδώ και τώρα το κράτος δικαίου να ορίσει ποιος πληρώνει τις υλικές ζημιές που προκαλούνται από τις βίαιες επιθέσεις, ποιος πληρώνει τη ψυχική οδύνη και τον τρόμο των ανθρώπων που δέχονται τις επιθέσεις, ποιο είναι το κόστος στις διεθνείς σχέσεις και στην εικόνα της χώρας από τις επιθέσεις ενάντια σε διπλωματικά πρόσωπα και εγκαταστάσεις τρίτων χωρών.

Πως απαντά το κράτος δικαίου στην επαναλβανόμενη καταστροφή δημόσιας περιουσίας με ζημιές εκατομμυρίων;

Ποιες διαδικασίες, εκτός των ποινικών, αστικής ευθύνης πρέπει να καθιερωθούν ώστε ο υπαίτιος καταστροφής ξένης περιουσίας να καταβάλει το αντιστοιχούν τίμημα για αποκατάσταση υλικών ζημιών και ηθικής βλάβης;

Με αφορμή την αναθεώρηση του σωφρονιστικού κώδικα είναι χρήσιμο να προβληματιστεί η επιστημονική κοινότητα και η πολιτική ηγεσία, παραδειγματιζόμενη από σύγχρονες δημοκρατίες στην Ευρώπη, να προτείνει νέες μορφές σωφρονισμού που είναι λιγότερο επώδυνες για τον παραβάτη αλλά συμβάλλουν περισσότερο στον αληθινό σωφρονισμό.

Το παράδειγμα της κοινωνικής εργασίας είναι κατά τη γνώμη μου μια μορφή σωφρονισμού που ο παραβάτης ίσως αντιληφθεί πράγματι τι σημαίνει κοινωνικό έργο.

Υπάρχει λοιπόν απάντηση και φραγμός στη βία. Από μια δημοκρατία αποφασισμένη να υπερασπίσει τις αξίες και τους θεσμούς της, από μια συντεταγμένη κοινωνία να υπερασπίσει τις δημοκρατικές της κατακτήσεις και από ένα κράτος δικαίου που ξέρει και μπορεί να επιβάλει την έννομη τάξη στη χώρα.