Δεν έτυχε, πέτυχε

Δεν έτυχε, πέτυχε

Κυκλοφορεί ένα δημοφιλές και ταυτόχρονα ανυπόγραφο κείμενο που ισχυρίζεται πως η προετοιμασία του ελληνικού κράτους και η επιστημονική επάρκεια των υπευθύνων ουσιαστικά δεν έπαιξε κανένα ρόλο στην εξέλιξη της επιδημίας αλλά η μειωμένη εξάπλωση της νόσου στη χώρα μας οφείλεται σε καθαρή τύχη.

Μάλιστα το κείμενο παρουσιάζει ότι ναι μεν είμαστε καλύτερα από την υπόλοιπη Ευρώπη αλλά περίπου στα ίδια επίπεδα με τα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη.

Με την ευκαιρία λοιπόν της απάντησης σε αυτό το κείμενο θα κάνουμε και μια ανασκόπηση του πρώτου γύρου της επιδημίας στη χώρα μας. 

Η Ελλάδα λοιπόν είναι χαμηλότερα από πολλά ανατολικά κράτη, χαμηλότερα από όλα τα Βαλκάνια και στα ίδια επίπεδα περίπου με την απομονωμένη Αλβανία. Χρησιμοποιώ επίτηδες ως δείκτη, τους θανάτους ανά εκατομμύριο γιατί είναι πιο αντιπροσωπευτικοί του αριθμού κρούσματα ανά εκατομμύριο πληθυσμού καθώς το πρώτο δεν μπορεί να επηρεαστεί από τον αριθμό των τεστ.

Και βέβαια κανείς δεν μπορεί να συγκρίνει την Ελλάδα που έχει σαφώς πιο διεθνοποιημένη πρωτεύουσα και μέρη προορισμού, με τα Τίρανα της Αλβανίας, τα Σκόπια ή και το Βελιγράδι, καθώς είναι ένας προορισμός που έχει τουρισμό οποιαδήποτε εποχή. 

Δεν έχει καμία σχέση το αεροδρόμιο της Αθήνας με αυτό οποιασδήποτε ανατολικής χώρας, όχι μόνο λόγω τουρισμού αλλά και εξαιτίας των εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων εργαζομένων αλλά και φοιτητών που ζουν κυρίως στην Μεγάλη Βρετανία αλλά και στα υπόλοιπα μεγάλα ευρωπαϊκά κέντρα της επιδημίας. 

Και ταυτόχρονα με το λιμάνι της Πάτρας και της Ηγουμενίτσας σε συνεχή επικοινωνία με την Ιταλία. 

Με κρουαζιέρες σχεδόν όλο το χρόνο αλλά και μην ξεχνάμε βέβαια και ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά λιμάνια της Ευρώπης τον Πειραιά. Κινεζικών μάλιστα συμφερόντων 

Και δεν πρέπει να ξεχνάμε πως όλα τα Βαλκάνια αφενός πήραν μέτρα νωρίς, ακολουθώντας άμεσα το παράδειγμα μας, αφετέρου οι κύριες οικονομικές τους συναλλαγές είναι με την Ελλάδα. Είναι αυτές οι χώρες χαμηλά γιατί τα πάρε δώσε τους είναι με εμάς, που είμαστε και εμείς χαμηλά.

Η δε σύγκριση της χώρας μας με την απομονωμένη Ουκρανία ή την Λευκορωσία πχ είναι τελείως ατυχής για τους λόγους που γράψαμε παραπάνω. 

Άλλη μια ανακρίβεια που γράφεται στο κείμενο είναι η ημερομηνία λήψης των μέτρων. Αναφέρεται πχ ότι το Βέλγιο που είναι πρώτο σε θανάτους σε σχέση με τον πληθυσμό του έκανε lockdown στις 17 Μαρτίου με πρώτο θάνατο στις 11 Μαρτίου. Η Ελλάδα έκανε lockdown στις 23 Μαρτίου με πρώτο θύμα στις 12 Μαρτίου. Άρα η Ελλάδα ήταν απλώς τυχερή.

Τα πράγματα όμως δεν είναι καθόλου έτσι. Στην Ελλάδα η έναρξη των μέτρων δεν είναι το γενικό lockdown στις 23 Μαρτίου αλλά έγιναν διορθωτικές τοπικές κινήσεις πολύ νωρίτερα μόλις διαπιστώθηκαν τοπικές εστίες. Θα θυμίσω τον άμεσο έλεγχο και κλείσιμο των σχολείων μετά την επιστροφή του πρώτου κρούσματος από Μιλάνο, αλλά κυρίως το καθολικό κλείσιμο των σχολείων και των καταστημάτων σε όλη τη Δυτική Ελλάδα καθώς και την αναβολή του καρναβαλιού της Πάτρας ήδη από τις 3 Μαρτίου. Τα πρώτα καθολικά μέτρα στη χώρα μας που αφορούσαν τοπικούς πυρήνες εξάπλωσης της νόσου λοιπόν δεν ήταν 11 μέρες μετά τον πρώτο θάνατο, αλλά πάνω από 10 ημέρες πριν από αυτόν. 

Αλλά στη χώρα μας έγινε κάτι ακόμα πιο θαυμαστό. Ένας τόπος, σε όλο τον κόσμο, όπου πολλοί άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους με πολλά θύματα, συχνά αβοήθητα, ήταν τα γηροκομεία. Ισπανία, Πορτογαλία, Γαλλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Βρετανία μετρούν χιλιάδες νεκρούς από εκεί και ίσως σε πολλές χώρες δεν έχουν μετρηθεί ακόμα πλήρως.

Στην Ελλάδα δεν συνέβη όμως ούτε ένα περιστατικό. Τυχαίο; Όχι βέβαια καθώς υπήρχε συγκεκριμένη οδηγία του Υπουργείου Υγείας και του ΕΟΔΥ ήδη από τον Φεβρουάριο για αυστηρά μειωμένο επισκεπτήριο σε αυτά τα ιδρύματα και είσοδο μόνο αφού προηγηθούν μέτρα ατομικής υγιεινής και ΜΟΝΟ με γάντια και μάσκα. 

Σε αυτά τα ιδρύματα δεν είχαμε ΚΑΝΈΝΑ θάνατο ενώ στην Ευρώπη μετρούν χιλιάδες. Ακόμα και στην πετυχημένη Γερμανία. 

Ένα από τα αναφερόμενα ως μειονεκτήματα της Ελληνικής αντιμετώπισης είναι τα λίγα τεστ σε σχέση με τον πληθυσμό. Η Ιταλία πχ είναι πρώτη στον αριθμό τεστ ανά 1000 κατοίκους. 

Αλλά και αυτό δεν λέει όλη την αλήθεια.

Διότι η Ελλάδα έχει λίγα τεστ γιατί έχει λίγα κρούσματα και λίγους θανάτους. Και η Ιταλία έχει πολλά τεστ γιατί έχει πολλά κρούσματα και πολλούς θανάτους. Αυτό γιατί η κύρια χρήση των τεστ παγκοσμίως δεν είναι τεστ στο γενικό πληθυσμό, αλλά ως μέρος της ιχνηλάτησης ήδη γνωστών κρουσμάτων.

Και σε αυτόν τον τομέα είμαστε από τους πρώτους στον κόσμο.

Έτσι η Ελλάδα έκανε περίπου 25 τεστ ανά περιστατικό, η Αυστρία 14,2 οι ΗΠΑ 5,5 η Γαλλία 5,2 το Βέλγιο 4,6 και η Βρετανία 3,2. Το ίδιο συμβαίνει αν δούμε τα τεστ ανά θάνατο (εκεί μας ξεπερνά μόνο η Γερμανία) καθώς και ο λόγος θετικά τεστ προς συνολικά τεστ που δείχνουν και αυτά αντικειμενικά το πόσα τεστ κάναμε σε σχέση με την επέκταση της νόσου.

Πχ ενώ η Ελβετία κάνει 27 τεστ ανά 1000 κατοίκους από τους πρώτους στην Ευρώπη μαζί με την Ιταλία και εμείς μόνο 5,5, οι Ελβετοί κάνουν 8 τεστ ανά θετικό κρούσμα ενώ εμείς 25 ανά θετικό κρούσμα. 

Θυμηθείτε επίσης την πολύ πετυχημένη ιχνηλάτηση των πτήσεων από Ισπανία και Βρετανία βάση συγκεκριμένων πρωτοκόλλων και την ταχύτατη απομόνωση των θετικών κρουσμάτων σε ξενοδοχεία παρά τις αρχικές αντιδράσεις. 

Θυμηθείτε το κλείσιμο των εκκλησιών παρά τις τεράστιες επίσης αντιδράσεις όπου θα ήταν το τέλειο εκκολαπτήριο του ιού. Ποιος θα περίμενε πριν ένα μήνα συντηρητική κυβέρνηση να τα βάλει με την εκκλησία; 

Θυμηθείτε τα κρούσματα σε ομάδες χωριών στην Μακεδονία, στην Θράκη, σε δομές μεταναστών, σε οικισμούς τσιγγάνων. Όλες εντοπίστηκαν και απομονώθηκαν άμεσα χωρίς παραπάνω εξάπλωση. 

Ο, τι μπόρεσε να πάει στραβά, πήγε στραβά και αντιμετωπίστηκε επιτυχώς εν τη γενέσει του. 

Συμπέρασμα, η Ελλάδα παρά τα λίγα μέσα της έκανε την καλύτερη αναχαίτιση και την πιο εκτεταμένη ιχνηλάτηση ανά περιστατικό στο Δυτικό ημισφαίριο μαζί με τη Γερμανία.

Δεν τρελάθηκαν λοιπόν όλα τα διεθνή μέσα που εξαίρουν την ελληνική αντιμετώπιση. 

Φυσικά αυτό είναι ο πρώτος γύρος. Κερδίσαμε όλοι μας μια σημαντική μάχη αλλά ο πόλεμος είναι μπροστά. Και απαιτεί συνεχή υπευθυνότητα κράτους και πολιτών με πολλά γρήγορα τεστ, σωστές υποδομές και άμεση παρέμβαση.

Ωστόσο η επιτυχία του πρώτου γύρου δεν είναι τυχαία. Για πρώτη φορά εδώ και καιρό ο κρατικός μηχανισμός αλλά και οι πολίτες, μπροστά στα δύσκολα, δούλεψαν υπεύθυνα. Η επιτυχία αυτή είναι όλων μας αλλά κυρίως αυτών που με τις έγκαιρες και έγκυρες αποφάσεις τους καθοδήγησαν όλους εμάς τους υπόλοιπους σε σωστές συμπεριφορές. 

Κατά τη γνώμη μου πρόκειται για ένα πραγματικό θρίαμβο για την κοινωνία μας και μια παρακαταθήκη που πρέπει να συνεχιστεί. 

Τον πρώτο γύρο λοιπόν τον τελειώνουμε με ψηλά το κεφάλι. 

Γιατί ΔΕΝ ΕΤΥΧΕ. ΠΈΤΥΧΕ.