Χάος και εκβιασμοί με τις κυβερνήσεις μειοψηφίας

Χάος και εκβιασμοί με τις κυβερνήσεις μειοψηφίας

Της Σοφίας Βούλτεψη*

Όσοι τον τελευταίο καιρό φέρνουν ως παραδείγματα – και μάλιστα υποδειγματικά – τις περιπτώσεις της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, υποστηρίζοντας πως οι κυβερνήσεις μειοψηφίας τα πάνε μια χαρά, θα πρέπει να μπουν στον κόπο να ενημερωθούν καλύτερα για τα τεκταινόμενα στην Ιβηρική Χερσόνησο.

Θα πληροφορηθούν έτσι ότι η ισπανική κυβέρνηση έχει πέσει και η πορτογαλική στηρίζεται σε μια ιδιότυπη κατά περίσταση Δεδηλωμένη. Και ότι και οι δύο πρωθυπουργοί των χωρών αυτών έριξαν τους προκατόχους τους στη Βουλή, όπως ακριβώς ο Τσίπρας έριξε την κυβέρνηση Σαμαρά.

Στην Ισπανία, ο σοσιαλιστής Πέδρο Σάντσεθ – αυτός που άφησε στο πόδι του ο Τσίπρας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για να επιστρέψει στην Ελλάδα και να εκφωνήσει την προεκλογική του ομιλία στο Ηράκλειο της Κρήτης, εκεί όπου τον Δεκέμβριο του 2014 έλεγε πως θα βαράει τα νταούλια, τις λύρες και τους ζουρνάδες και θα χορεύουν οι αγορές – πασχίζει να σχηματίσει κυβέρνηση.

Για όσους δεν γνωρίζουν, η κυβέρνηση μειοψηφίας του Σάντσεθ έπεσε όταν οι Podemos δεν ψήφισαν τον προϋπολογισμό και η χώρα οδηγήθηκε σε εκλογές (στις 28 του περασμένου Απριλίου).

Το αποτέλεσμα ήταν ακόμη χειρότερο, διότι το Σοσιαλιστικό Κόμμα του Σάντσεθ εξασφάλισε 123 έδρες, οι Podemos έπεσαν στις 42 έδρες, ενώ από τις 46 καταλανικές έδρες οι 22 ελέγχονται από τους αυτονομιστές, από τις 18 βασκικές έδρες οι δέκα ανήκουν σε εθνικιστές και το ακροδεξιό VOX εξασφάλισε 24 έδρες.

Στις 22 Ιουλίου, λοιπόν, θα αρχίσει στο ισπανικό κοινοβούλιο η διαδικασία των ψηφοφοριών για την εκλογή πρωθυπουργού. Για να εκλεγεί πρωθυπουργός ο Σάντσεθ χρειάζεται 176 βουλευτικές ψήφους. Και καθώς το Λαϊκό Κόμμα και οι Ciudadanos δεν σκοπεύουν να τον διευκολύνουν, θα αναγκαστεί να καταφύγει και πάλι στις ψήφους των Ποδέμος, των Καταλανών αυτονομιστών και των Βάσκων εθνικιστών.

Δηλαδή θα ζητήσει ψήφο ανοχής από αυτούς που επί έναν χρόνο τον κρατούσαν όμηρο, τον εκβίαζαν, δεν του ψήφισαν τον προϋπολογισμό και τελικά τον έριξαν. 

Την προηγούμενη περίοδο, οι Σοσιαλιστές διέθεταν 84 βουλευτές και κυβερνούσαν με την ανοχή των 71 βουλευτών των Podemos και ενός ετερόκλητου συνασπισμού, με τη συμμετοχή των Σοσιαλιστών, των Podemos, των Καταλανών αυτονομιστών και των Βάσκων εθνικιστών.

Σημειώστε ότι μετά τις εκλογές της 20ής Δεκεμβρίου 2015 - το κόμμα του Ραχόι είχε εκλέξει 123 βουλευτές (από τους 350 του ισπανικού κοινοβουλίου), ενώ ο Σάντσεθ με το  Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα της Ισπανίας (PSOE), είχε αποσπάσει 90 έδρες.

Ακολούθησε χάος και ασυνεννοησία, με αποτέλεσμα η χώρα να οδηγηθεί σε νέες εκλογές στις 25 Ιουνίου 2016. 

Αυτή τη φορά το Λαϊκό Κόμμα  του Ραχόι ήλθε και πάλι πρώτο, με περισσότερες αυτή τη φορά έδρες (137), ενώ οι Podemos, με 71 έδρες, δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν την πολυπόθητη δεύτερη θέση. Οι «δεύτεροι», οι Σοσιαλιστές, με 85 έδρες, όπως και οι Ciudadanos, που έπεσαν στις 32 έδρες, ανακοίνωσαν αμέσως πως δεν θα στηρίξουν τον Ραχόι.

Χρειάσθηκε να φθάσουν στο Οκτώβριο του 2016, οπότε οι Σοσιαλιστές ήραν το βέτο και αποφάσισαν αποχή από την ψηφοφορία στη Βουλή, ώστε να σχηματίσει μια εύθραυστη κυβέρνηση ο Ραχόι, ο οποίος τελικά ανετράπη στη Βουλή, όταν έχασε στην ψηφοφορία για ψήφο εμπιστοσύνης στις 31 Μαΐου 2018.

Έπραξε δηλαδή ο Σάντσεθ ό,τι και ο Τσίπρας τον Δεκέμβριο του 2014. Έριξε στη Βουλή τον Ραχόι που είχε ανορθώσει την Ισπανία, όπως ο Τσίπρας έριξε στη Βουλή τον Σαμαρά, με πρόσχημα την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας.

Ψάχνει συμμάχους σ' αυτούς που τον έριξαν!

Ο Ραχόι, με 137 έδρες έπεσε από τον Σάντσεθ με τις 85 έδρες. Και ο Σαμαράς, με 168 «Ναι» στην ψηφοφορία για εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, έπεσε από τον Τσίπρα και τους λοιπούς, με τα 132 «παρών». 

Στις 2 Ιουνίου 2018, ο Σάντσεθ ορκίστηκε πρωθυπουργός με τη γνωστή διαδικασία ανοχής.

Έκτοτε, οι Podemos απειλούσαν, εκβίαζαν, πίεζαν, καθιστώντας όμηρό τους τον Σάντσεθ. Και τον Ιούλιο του 2018, οι Podemos και τα δύο καταλανικά κόμματα αποφάσισαν να απορρίψουν το προσχέδιο του προϋπολογισμού!

Ο Σάντσεθ, για να παραμείνει στην εξουσία, προχώρησε σε αλλαγές στον προϋπολογισμό, κατά τα γούστα των κυβερνητικών του εταίρων, με αποτέλεσμα να μην εγκριθεί από την ΕΕ!

Έτσι, πήγαν στις εκλογές του περασμένου Απριλίου και έκτοτε κυβέρνηση δεν υπάρχει στην Ισπανία.

Τρεις διαφορετικές συμφωνίες!

Τα ίδια γίνονται και στην Πορτογαλία. Και εκεί, ο σοσιαλιστής Κόστα, με τις 86 από της 230 έδρες στον κοινοβούλιο, ανέτρεψε στη Βουλή τον πρωθυπουργό Κοέλιου, που έβγαλε τη χώρα από τα μνημόνια και στηρίζεται στις ψήφους του Αριστερού Μπλοκ, των Κομμουνιστών και των Πράσινων.

Με όλους αυτούς ο Κόστα έχει υπογράψει… τρεις διαφορετικές συμφωνίες! Αλλά και αυτοί συχνά δεν ψηφίζουν στη Βουλή τις προτάσεις της κυβέρνησης μειοψηφίας, με αποτέλεσμα τα νομοσχέδια να περνούν επειδή το κεντροδεξιό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα επιλέγει την οδό της αποχής και αποχωρεί από την αίθουσα για να βγαίνουν τα «κουκιά».

Δηλαδή, όλοι αυτοί που στήριξαν και στηρίζουν τον Κόστα και ανέτρεψαν τον Κοέλιου, κοροϊδεύουν τους ψηφοφόρους τους και συμμετέχουν… καταψηφίζοντας.

Όσο για τον «σύντροφο» Κόστα περνά περισσότερο χρόνο ασχολούμενος με τα καπρίτσια των εταίρων του παρά με την διακυβέρνηση της χώρας.

Δεδηλωμένη δια της αποχής!

Στην Ιρλανδία πάλι, ο Λίο Βαράντκαρ, αρχηγός του κεντροδεξιού κόμματος Φίνε Γκάελ, κυβερνά με βάση μια συμφωνία που ο προκάτοχός του, Έντα Κένι, είχε συνάψει την πρωτομαγιά του 2016 με το κόμμα της αντιπολίτευσης Φιάνα Φέιλ. 

Με βάση τη συμφωνία αυτή, το Φιάνα Φέιλ θα απέχει από τις ψηφοφορίες στο κοινοβούλιο σε κρίσιμα ζητήματα, επιτρέποντας στο κυβερνών κόμμα να περνάει τα νομοσχέδια! Μια πολύ εύθραυστη ισορροπία που παρά λίγο να οδηγήσει στην πτώση της κυβέρνησης.

Όλα αυτά διότι, στις εκλογές του Φεβρουαρίου 2016, ο απερχόμενος κυβερνητικός συνασπισμός που αποτελείτο από το Φίνε Γκαέλ (κεντροδεξιά) και το Εργατικό Κόμμα, ήρθε πρώτος χωρίς ωστόσο να καταφέρει να διατηρήσει την απόλυτη πλειοψηφία. Ο Έντα Κένι δεν έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης, έπεσε στη Βουλή και παραιτήθηκε.

Χρειάστηκε να φθάσουν στον Ιούνιο του 2017, οπότε πρωθυπουργός εξελέγη ο διάδοχός του, Λίο Βαράντκαρ, που κατάφερε να εκλεγεί όταν το μεγαλύτερο αντιπολιτευόμενο κόμμα, το Φιάνα Φέιλ τήρησε – και πάλι - αποχή.

Μάλιστα, τον Νοέμβριο του 2017 η αντιπρόεδρος της κυβέρνησης υποχρεώθηκε σε παραίτηση μετά από απαίτηση των κομμάτων που στηρίζουν την κυβέρνηση. Το κόμμα της είχε λάβει την απόφαση να την στηρίξει (καθώς οι κατηγορίες εναντίον της κρίθηκε ότι μπορεί να ήταν και αποτέλεσμα σκευωρίας), αλλά η ίδια παραιτήθηκε για να μην υπάρξει κυβερνητική κρίση παραμονές της κρίσιμης για την Ιρλανδία συζήτησης με την ΕΕ για το Μπρέξιτ.

Δεδηλωμένη αλά καρτ

Στη Δανία, πρωθυπουργός από τον Ιούνιο του 2015 ήταν ο κεντροδεξιός Λαρς Λόκε Ράσμουσεν, αρχηγός του κόμματος Venstre, που συγκυβερνούσε με τους Φιλελεύθερους και τους Συντηρητικούς. Όλοι αυτοί μαζί, όμως, διέθεταν μόνο 53 βουλευτές από τους 179 της δανικής Βουλής. Ψήφο εμπιστοσύνης είχαν λάβει από το ακροδεξιό Κόμμα του Λαού (DF) που διέθετε 37 βουλευτές και δεν συμμετείχε στον κυβερνητικό συνασπισμό.

Δηλαδή, ο Ράσμουσεν εξηρτάτο από την υποστήριξη άλλων κομμάτων, του DF περιλαμβανομένου, σε κάθε ψηφοφορία χωριστά!

Στη Δανία, η περιπέτεια συνεχίζεται καθώς στις εκλογές της 5ης Ιουνίου, ο Ράσμουσεν έχασε και παραιτήθηκε και πρωθυπουργός ανέλαβε η αρχηγός των Σοσιαλδημοκρατών Μέτε Φρέντερικσεν. Αλλά οι Σοσιαλδημοκράτες είδαν το ποσοστό τους να μειώνεται (25,9%). Και η νεαρότερη πρωθυπουργός στην Ιστορία στηρίζεται στο «κόκκινο μπλοκ». Και η νέα πρωθυπουργός στηρίζεται επίσης στην ψήφο ανοχής αυτής της ετερόκλητης συμμαχίας.

Οπότε, βρισκόμαστε εν αναμονή εξελίξεων…

Ο Κροίσος και οι κομμουνιστές

Στην Τσεχία, πρωθυπουργός από τον Ιούλιο του 2018 είναι ο κεντροαριστερός δισεκατομμυριούχος Αντρέι Μπάμπιτς, που συγκυβερνά με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα και έχει λάβει την ψήφο εμπιστοσύνης των κομμουνιστών βουλευτών της Βοημίας και της Μοραβίας, που δεν συμμετέχουν στην κυβέρνηση συνασπισμού.

Από τότε, η κυβέρνηση ακροβατεί ανάμεσα σε προτάσεις μομφής και κρίσιμες ψηφοφορίες, ενώ ο λαός διαδηλώνει καθημερινά ζητώντας την παραίτησή της.

Ετερόκλητες ακροβασίες

Η Σλοβενία πηγαίνει από κυβέρνηση μειοψηφίας σε κυβέρνηση μειοψηφίας και από κυβερνητική κρίση σε κυβερνητική κρίση. 

Το 2013 είχαμε την διάλυση της προηγούμενης κυβέρνησης μειοψηφίας και τον Αύγουστο του 2018 σχηματίστηκε πάλι κυβέρνηση μειοψηφίας υπό τον κεντροαριστερό πρώην ηθοποιό Μάριαν Σάρετς, ο οποίος για να περνά τα νομοσχέδιά του ψάχνει κάθε φορά πρόθυμους μεταξύ των ανεξαρτήτων!

Στο Βέλγιο, ο πρωθυπουργός Σαρλ Μισέλ είδε επίσης την κυβέρνησή του μειοψηφίας να πέφτει στη Βουλή τον Δεκέμβριο του 2018, καθώς οι Φλαμανδοί εθνικιστές με τους οποίους συνεργαζόταν αποχώρησαν μετά τη διαφωνία τους για το Σύμφωνο Μετανάστευσης του ΟΗΕ. Προηγουμένως είχαν δηλώσει ότι του λοιπού θα υπερψήφιζαν μόνο τα νομοσχέδια που περιλαμβάνονταν στην προγραμματική συμφωνία τους με τον Μισέλ.

Τελικά, ο Μισέλ οδεύει προς τα ανώτατα ευρωπαϊκά αξιώματα και το Βέλγιο ψάχνει πάλι για πρωθυπουργό.

Η κυβέρνηση μειοψηφίας Πελεγκρίνι στη Σλοβακία που βρέθηκε στο τιμόνι της χώρας τον Μάρτιο του 2018 (μετά τις διαδηλώσεις που ακολούθησαν τη δολοφονία δημοσιογράφου) επίσης εξαρτάται από έναν εξαιρετικά ετερόκλητο κυβερνητικό συνασπισμό – Σοσιαλιστές, Ούγγροι μειονοτικοί και Σλοβάκοι εθνικιστές.

Και τέλος, στην Κροατία, μετά την (δεύτερη από το 2015) πτώση της κυβέρνησης Πλένκοβιτς (Δημοκρατική Ένωση) τον Απρίλιο του 2017, όταν αποχώρησε ο κυβερνητικός του εταίρος Bridge of Independent Lists (Most) – οι υπουργοί του κόμματος αυτού υπερψήφισαν την πρόταση μομφής κατά του υπουργού των Οικονομικών και αποπέμφθηκαν από τον πρωθυπουργό – ο νέος κεντροδεξιός κυβερνητικός συνασπισμός υπό τον Αντρέι Πλένκοβιτς διαθέτει τις 75 από τις 151 έδρες της κροατικής Βουλής. 

Κατά περίπτωση, αναζητεί συμμάχους σε άλλα κόμματα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την προώθηση του κυβερνητικού έργου και των προεκλογικών δεσμεύσεων. 

Κάθε άλλο παρά τυχαία η καγκελάριος Μέρκελ, όταν στην Γερμανία πάσχιζαν για σχηματισμό κυβέρνησης – και ο Τσίπρας είχε τηλεφωνήσει στον Σουλτς για να του ζητήσει να… συνεργαστεί με την Μέρκελ –  είχε, τον Νοέμβριο του 2017, δηλώσει ότι θα ήταν προτιμότερη νέα προσφυγή στις κάλπες από μια κυβέρνηση μειοψηφίας…

Κατά συνέπεια, η επίκληση από τον Κυριάκο Μητσοτάκη της ανάγκης για αυτοδυναμία και κυβερνητική σταθερότητα κάθε άλλο παρά εκβιασμός είναι. Αντίθετα, αποτελεί πολιτική επιλογή για να αποφευχθούν οι εκβιασμοί…

* Η Σοφία Βούλτεψη είναι υποψήφια Βουλευτής Β'' Αθηνών, Νότιος Τομέας, πρώην υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και κυβερνητική εκπρόσωπος, δημοσιογράφος