Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι: Οι στρατιώτες του Ντζερζίνσκι

Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι: Οι στρατιώτες του Ντζερζίνσκι

Στεκόμαστε

Με τον εχθρό

Μάγουλο με μάγουλο,

Στέκεται και ο θάνατος

Τον θερισμό προσμένοντας.

ΓΚΕ.ΠΕ.ΟΥ -

Γροθιά της δικτατορίας μας

Σφιγμένη.

Στους δρόμους φύλακας και στους ποταμούς

Αίμα

Και σκέπη

Χτύπα τον εχθρό,

Μυστικοί πράκτορες

Και σφάζε,

Τμήμα αντικατασκοπίας!

* * *

Το διάσημο αυτό ποίημα του Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι, άγνωστο στην Ελλάδα, με τίτλο «Οι στρατιώτες του Τζερζίνσκι, συνοδεύεται από την αφιέρωση «Στον Βαλ. Μ». Ο αυτόχειρας ποιητής, το έγραψε τις παραμονές του ιωβηλαίου των 10 χρόνων από την ίδρυση της Πανενωσιακής Έκτατης Επιτροπής (ΤΣΕ.ΚΑ) - Ενιαίας Κρατικής Πολιτικής Διεύθυνσης (Ο.ΓΚΕ.ΠΕ.ΟΘΥ) και δημοσιεύτηκε ταυτόχρονα σε δύο έντυπα, στην εφημερίδα «Κομσομόλσκαγια Πράβντα» και στην εφημερίδα της Τιφλίας «Χαραυγή της Ανατολής» τις ημέρες κατά τις οποίες διεξαγόταν το 15ο συνέδριο του Πανενωσιακού Κομμουνιστικού Κόμματος (Μπολσεβίκοι).

Μία ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια είναι πως ο τότε πρόεδρος της ΓΚΕ.ΠΕ.ΟΥ Βιατσεσλάβ Μενζίνσκι, ο οποίος αντικατέστησε σε αυτή την θέση του «σιδερένιο» Φέλιξ Τζερζίνσκι μετά τον ξαφνικό του θάνατο στις 20 Ιουλίου 1926, υπέγραψε σχετική διαταγή με αφορμή τα 10 χρόνια από την ίδρυση της υπηρεσίας, η οποία δημοσιεύτηκε στην ίδια σελίδα με το ποίημα του Μαγιακόφσκι.

Πολλά χρόνια αργότερα, όμως έγινε γνωστό πως πίσω από τα αρχικά της αφιέρωσης, κρυβόταν το όνομα ενός διακεκριμένου στελέχους των μυστικών υπηρεσιών εκείνης της εποχής, του Βαλέριου Μιχαήλοβιτς Γκοροζάνιν.

Ο Βαλέρι Γκοροζάνιν γεννήθηκε το 1889 στην πόλη Άκερμαν, νυν Μπέλγκοροντ - Ντιεστρόφσκι στην Βεσσαραβία. Ο πατέρας του ήταν ασφαλιστικός πράκτορας, ο οποίος πέθανε πριν ο μικρός Βαλέρι γίνει τριών ετών, ενώ πέντε χρόνια αργότερα, έχασε και την μητέρα του. Έτσι, μη έχοντας πόρους για τα προς το ζειν, αναγκάστηκε να παραδίδει ιδιαίτερα μαθήματα σε ηλικία 10 ετών.

Το 1907 έδωσε εξετάσεις κατ’ εξαίρεση και πήρε το απολυτήριο του λυκείου, ως κατ’ οίκον διδαχθείς και αμέσως μετά, έγινε μέλος του κόμματος των Εσέρων. Το 1908 φυλακίστηκε στην πόλη Τιράσπολ για λίγους μήνες, εξαιτίας της πολιτικής δράσης.

Το 1909 - 1912, φοίτησε την Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Οδησσού, όπου ανέπτυξε δράση στο φοιτητικό, επαναστατικό κίνημα, με αποτέλεσμα την διαγραφή του από το πανεπιστήμιο, την σύλληψη και την φυλάκισή του σε ένα μοναχικό κελί επί ένα χρόνο. Στην συνέχεια και μέχρι το 1914 έζησε εξόριστος στην Βολογκντά. Εκτίοντας την ποινή του, έφυγε στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στο Παρίσι, όπου γίνεται μέλος της ομάδας των Μπολσεβίκων και γνωρίζει τον Ανατόλι Λουνατσάρσκι, λογοτέχνη και θεωρητικό, μετέπειτα υπουργό Παιδείας στην κυβέρνηση των Μπολσεβίκων.

Είναι η εποχή, κατά την οποία ο νεαρός Ρώσος επαναστάτης κυκλοφορεί στους λογοτεχνικούς κύκλους της γαλλικής πρωτεύουσας και γνωρίζει, με την μεσολάβηση του Λουνατσάρσκι τους συγγραφείς Ρομέν Ρολάν και Ανατόλ Φρανς. Τότε, ακριβώς, αρχίζει να σκέπτεται την συγγραφή ενός βιβλίου για το έργο του Γάλλου συγγραφέα.

Τα νέα για την εκθρόνιση του Νικολάου Α’ και την επανάσταση του Φεβρουαρίου 1917, ήταν η αιτία για την άμεση αναχώρηση του Γκοροζάνιν από το Παρίσι. Τον Απρίλιο του 1917 βρίσκεται ήδη στο Πέτρογκραντ και ως μέλος του κόμματος αρχίζει να συνεργάζεται με διάφορες εφημερίδες των Μπολσεβίκων. Είναι οι ημέρες που γνωρίζει τον ανερχόμενο ποιητή και βάρδο της επανάστασης Μαγιακόφσκι.

Μετά την βίαιη κατάληψη της εξουσίας από τους Μπολσεβίκους τον Οκτώβριο του 1917, το κόμμα τον στέλνει στην Ουκρανία, όπου αναλαμβάνει ηγετική θέση στην άρτι συσταθείσα μυστική αστυνομία, την ΤΣΕ.ΚΑ. Αποφασίζει να συνεχίσει, παράλληλα τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο, ενώ συνεργάζεται με εφημερίδες όπως «Η φωνή της επανάστασης», «Η μπολσεβίκικη σκέψη».

Το 1919 γίνεται μέλος του Πανενωσιακού Κομμουνιστικού Κόμματος (Μπολσεβίκοι) και αναλαμβάνει χρέη ανακριτή ιδιαιτέρως σημαντικών υποθέσεων της περιφερειακής διεύθυνσης Οδησσού της ΤΣΕ.ΚΑ.

Την περίοδο της κατοχής της Οδησσού από την στρατιά του Ντενίκιν, τον συνέλαβαν και τον καταδίκασαν σε θάνατο, μα η ανακατάληψη της πόλης από τον Κόκκινο στρατό τον έσωσε.

Στην συνέχεια, ανέλαβε καθήκοντα σε υψηλόβαθμες θέσεις της ΓΚΕ.ΠΕ.ΟΥ. Το 1920 γίνεται επικεφαλής της αντικατασκοπίας και στην συνέχεια διευθυντής του μυστικού-επιχειρησιακού τμήματος και μέλος της διοίκησης της υπηρεσίας στο Νικολάγιεφ. Μία από τις γνωστότερες επιτυχίες του ήταν η «ένταξη» μυστικού πράκτορα στην οργάνωση του Πετλιούρα και η διάλυση της.

Τον Φεβρουάριο του 1921 μετατίθεται ως διευθυντής του μυστικού τμήματος στο Χάρκοβ και στην συνέχεια, μετά από διαδοχικές προαγωγές, φτάνει στον βαθμό του διευθυντή της υπηρεσίας σε όλη την Ουκρανία, θέση στην οποία υπηρέτησε από τις 7 Μαΐου 1924 μέχρι τις 3 Μαΐου 1930.

Κατά την επταετία παραμονής του στο Χάρκοβ, ήταν επικεφαλής της μυστικής αστυνομίας στην Ουκρανία, αλλά ταυτόχρονα ο οικοδεσπότης του Μαγιακόφσκι, «της φωνής της επανάστασης», ο οποίος τον επισκεπτόταν συχνά και, παράλληλα, απήγγειλε δημοσίως τα ποιήματά του στο κοινό.

Η σύζυγος του Γκοροζάνιν, Μπέρθα Γιάκοβλεβνα, πολλά χρόνια αργότερα, θυμόταν: «Ο Μαγιακόφσκι ήταν πάντα καλοδεχούμενος στο σπίτι μας. Συζητούσαν για όλα με τον Γκοροζάνιν. Είχαν βρει κοινή γλώσσα. Αν δεν είχε συμβεί αυτό, είναι αμφίβολο, λόγω του είχαν διαφορετικές δουλειές, διαφορετικά ενδιαφέροντα, αν μπορούσαν να έχουν εκείνη την σταθερή φιλία μεταξύ του. Ο Γκοροζάνιν λάτρευε τον Μαγιακόφσκι και τον βοηθούσε ποικιλοτρόπως. Το ίδιο ενδιαφέρον έδειχνε και ο Μαγιακόφσκι».

Τον Ιανουάριο του 1924 ο Γκοροζάνιν είπε στον Μαγιακόφσκι πως την παραμονή των 80 γενεθλίων του Ανατόλ Φρανς, το Βατικανό συμπεριέλαβε τα έργα του στο κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων και πως ετοιμάζεται να γράψει ένα βιβλίο με τίτλο «Ο Ανατολ Φρανς και το Βατικανό». Το βιβλίο κυκλοφόρησε από τον τοπικό εκδοτικό οίκο «Προλετάριος» και προκάλεσε εντύπωση, εισπράττοντας πολλές θετικές κριτικές.

Ιδιαίτερη εκτίμηση στο πρόσωπο του Γκοροζάνιν, έτρεφε και ο Μαξίμ Γκόρκι, ο οποίος έστειλε το βιβλίο του στον Στάλιν. Εκείνος με την σειρά του, σε κάποιο κεφάλαιο του βιβλίου, έγραψε: «Είναι ότι καλύτερο έχει γραφτεί μέχρι τώρα για τον Ανατόλ Φρανς. Ι. Β. Στάλιν».

Ο Μαγιακόφσκι, το 1927 επισκέφτηκε τέσσερις φορές το Χάρκοφ. Απήγγειλε ποιήματά του στην Λέσχη της ΤΣΕ.ΚΑ. προκαλώντας τον ενθουσιασμό των μελών της μυστικής αστυνομίας.

Η χρόνια εκείνης, όμως, σημαδεύτηκε από την επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ της Αγγλίας και της Ε.Σ.Σ.Δ. με αφορμή τις έρευνες της βρετανικής αντιπροσωπείας σε εταιρεία διασυνδεδεμένη με την Εμπορική Αντιπροσωπεία της σοβιετικής Ρωσίας. Ο Γκροζάνιν διηγήθηκε στον Μαγιακόφσκι με λεπτομέρειες την δράση του για την σύλληψη κατασκόπων, τροτσκιστών και δολιοφθορέων, όπως τους χαρακτήριζε. Οι αφηγήσεις αυτές αποτέλεσαν και το έναυσμα για να γράψει ο ποιητής το ποίημα «Οι άντρες του Τζερζίνσκι», θέτοντας έτσι την γραφίδα του στην υπηρεσία της ΤΣΕ.ΚΑ.

Όταν έμαθε για την αυτοκτονία του Μαγιακόφσκι, τον Απρίλιο του 1930 ο Γκοροζάνιν, πήρε ένα αεροπλάνο και πήγε στην κηδεία του ποιητή στην Μόσχα. Ένα μήνα αργότερα, μετατίθεται στο κεντρικό μηχανισμό της ΓΚΕ.ΠΕ.ΟΥ στην Μόσχα και 3 χρόνια αργότερα αναλαμβάνει καθήκοντα επιτελικής θέσης στην υπηρεσία εξωτερικής κατασκοπίας. Το 1937 τον βρίσκει αναπληρωτή διευθυντή του Ειδικού Τμήματος του Λαϊκού Κομισαριάτου Εσωτερικών Υποθέσεων. Για τις υπηρεσίες του τιμήθηκε με δύο παράσημα της Κόκκινης σημαίας και δύο μετάλλια «Επίτιμο στέλεχος της ΤΣΕ.ΚΑ-ΓΚΕ.ΠΕ.ΟΥ».

Στις 19 Αυγούστου 1937 ο Βαλέρι Μιχαήλοβιτς Γκοροζάνιν, συνελήφθη με την κατηγορία της «συνομωσίας στο Λαϊκό Κομισαριάτο Εσωτερικών Υποθέσεων της Ουκρανικής Σ.Σ.Δ». Ένα χρόνο αργότερα, στις 29 Αυγούστου 1938 με απόφαση του Στρατοδικείου του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Ε.Σ.Σ.Δ. καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε την ίδια ημέρα. Στις 27 Ιουλίου 1957 με απόφαση του ιδίου δικαστηρίου, αποκαταστάθηκε.