Βαθιά πολιτική αλλαγή και όχι εναλλαγή

Βαθιά πολιτική αλλαγή και όχι εναλλαγή

Του Γιώργου Φλωρίδη*

Ο δυτικός κόσμος, με σημείο καμπής την τελευταία μεγάλη κρίση του 2008, έχει μπει σ' έναν παρατεταμένο κοινωνικό και πολιτικό αναβρασμό, με απροσδιόριστες συνέπειες και με αμφίβολη εξέλιξη σε βάθος χρόνου. Η εκλογή Τραμπ, το Brexit, η πολιτική και κυβερνητική άνοδος ενός πολύπλευρου λαϊκισμού σε διάφορα σημεία του δυτικού κόσμου, η ιταλική κρίση και, πρόσφατα, τα Κίτρινα Γιλέκα στη Γαλλία είναι μόνον οι ορατές κορυφές της αυξανόμενης πίεσης στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών.

Γενεσιουργός παράγων όλων αυτών είναι η παγκοσμιοποίηση, που ενώ ξεκίνησε με πρωτοβουλία και προς όφελος της Δύσης, αντιστράφηκε ριζικά. Σήμερα, ο πλούτος στο μεγαλύτερο μέρος παράγεται ή μεταφέρεται στην Ανατολή. Δεν πρόκειται για μονοσήμαντη οικονομική εξέλιξη, αλλά για θεμελιακή αλλαγή στην παγκόσμια αναδιανομή, που καθιστά ενδεχόμενη και την υποκατάσταση της δυτικής ηγεμονίας από την ανατολική, γεγονός που θα επιφέρει σοβαρές πολιτισμικές, πολιτικές και κοινωνικές προεκτάσεις στη Δύση.

Αιτήματα και αμφισβήτηση

Σ' αυτό το παγκόσμιο πεδίο, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, διακατεχόμενες από σοβαρές αγωνίες, θέτουν μια βασική δέσμη αιτημάτων: την ανάσχεση της φτωχοποίησης, την ανακοπή των μεταναστευτικών ροών που παίρνουν στα μάτια κάποιων τον χαρακτήρα εισβολής, τη διατήρηση των ταυτοτήτων και τον σεβασμό του εθνικού αισθήματος. Αυτά τα αιτήματα, που διαρκώς πυκνώνουν και πολλαπλασιάζονται, συμπυκνώνονται τελικά στην αμφισβήτηση των πολιτικών συστημάτων, σε ευρωπαϊκή και εθνική βάση.

Ο ευρωσκεπτικισμός, που πολλές φορές γίνεται ευρωαρνητισμός και, κυρίως, η αμφισβήτηση των παλιών διαχωριστικών γραμμών μεταξύ Δεξιάς - Αριστεράς και των μιγμάτων τους, συνιστά τη σημερινή αυξανόμενη κρίση του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος.

Ο παρασιτισμός του λαϊκισμού

Τα παραπάνω αιτήματα των ευρωπαϊκών κοινωνιών, πέρα από την υπερβολή και τη θολότητά τους σε κάποιες περιπτώσεις, κάτι θέλουν να πουν. Είναι ισχυρά μηνύματα για όσους θέλουν ν' ακούσουν και να συντονιστούν, όχι βεβαίως άκριτα. Όπως, επίσης, η βαθιά κρίση των πολιτικών συστημάτων είναι πραγματική κι όχι ένα εφεύρημα του κινήματος που τα αμφισβητεί. Ακριβώς πάνω σ' αυτή την υπαρκτή κρίση παρασιτεί ο κάθε λαϊκισμός, δεξιός κι αριστερός. Ο λαϊκισμός αξιοποιεί τις δυσάρεστες, για τους πολλούς, πραγματικότητες και οικειοποιείται ανεπεξέργαστα αιτήματα, υποσχόμενος δημαγωγικά «εδώ και τώρα» την υλοποίηση του ανεκπλήρωτου και του ανέφικτου.

Όμως, ο λαϊκισμός, όπως σταθερά αποδεικνύεται, δεν έχει να προσφέρει καμία ουσιαστική λύση στο σημερινό πολιτικό πρόβλημα των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Κατά συνέπεια, όσοι τον αντιμάχονται οφείλουν να μην επιχειρούν την παράκαμψή του, αλλά να τον αντιμετωπίσουν ιδεολογικά και να αποκαλύψουν την παρασιτική και δημαγωγική φυσιογνωμία και τον παρωχημένο χαρακτήρα του. Άλλωστε, ο λαϊκισμός δείχνει τα όριά του όταν αναλαμβάνει την πολιτική διαχείριση και την ευθύνη. Εκεί αποκαλύπτεται και καταρρέει μέσα από τις ίδιες τις αντινομίες και τις πάσης φύσεως ανεπάρκειές του.

Όμως, όταν λέμε ότι η λύση του σημερινού πολιτικού προβλήματος υπερβαίνει τις πραγματικές δυνατότητες του λαϊκισμού, εννοούμε ότι η βιώσιμη και ουσιαστική λύση του βρίσκεται στην ανασυγκρότηση και αναγέννηση των πολιτικών και κομματικών συστημάτων που θα επανεκκινήσουν την ευρωπαϊκή δημοκρατία.

Ο διχασμός σ' έναν κόσμο της Δεξιάς και σ' έναν της Αριστεράς, με διάφορα ονόματα και προσωπεία, δεν έχει, πλέον, τίποτα να προσφέρει στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Χρειάζεται επειγόντως νέο πολιτικό και κομματικό σύστημα, που να στηρίξει την Ευρώπη, τη δημοκρατία και την παραγωγή, αλλά και να επεξεργαστεί μια νέα σχέση με τους ευρωπαϊκούς λαούς και τα αιτήματά τους: μια νέα λαϊκότητα, οργανικής έκφρασης και δημοκρατικής αντιπροσώπευσης.

Η ελληνική ευκαιρία

Η χώρα μας, μέσα στις μεγάλες δυσκολίες της, έχει και τις σημαντικές της ευκαιρίες. Βρέθηκε στο επίκεντρο της κρίσης και, ταυτόχρονα, απέκτησε ένα πλεονέκτημα που προκύπτει από την ολοκλήρωση ενός αχρείαστου και καταστροφικού πολιτικού κύκλου. Ο πολιτικός λαϊκισμός, αριστερής προελεύσεως και κοπής, δοκιμάστηκε και απέτυχε παταγωδώς. Θα πρέπει να προσέξουμε εδώ ότι αυτός που απέτυχε είναι ο πολιτικός λαϊκισμός και όχι ο κοινωνικός, ο οποίος επιβιώνει στον κατάλογο των λαϊκών αιτημάτων και συμπεριφορών. Αυτός, λοιπόν, ο αριστερός πολιτικός λαϊκισμός που απέρχεται παταγωδώς, θ' αποτελέσει μοναδικό υπόδειγμα λαϊκιστικής χρεοκοπίας.

Όμως, η ελληνική περίπτωση, ξανά πρωτοποριακή, θα θέσει επί τάπητος το πραγματικό πολιτικό πρόβλημα, που υπερβαίνει τον όποιο αποτυχημένο λαϊκισμό. Μπορούν τελικά οι μεταρρυθμιστικές πολιτικές δυνάμεις να οδηγήσουν σε βαθιά πολιτική αλλαγή κι όχι σε απλή εναλλαγή; Αυτό είναι το επίδικο για τη χώρα και το πολιτικό σύστημα, και το μέγα ζητούμενο για την κοινωνία. Ο λαϊκισμός είναι βέβαιο ότι θα αποδοκιμαστεί πολιτικά. Μπορεί, όμως, ο μεταρρυθμισμός, μέσα από «ένα νέο γνήσιο λαϊκό βλέμμα», να οδηγήσει τη χώρα στην πολυπόθητη ανάκαμψη και ν' ανοίξει μια νέα σελίδα πολιτικής και κομματικής μεταπολίτευσης;

Πεποίθησή μου είναι ότι θα μπορούσε να το κάνει, εκπλήσσοντας ευχάριστα και τους πιο απογοητευμένους συμπολίτες μας, που μέχρι τώρα δεν βλέπουν άλλο δρομολόγιο απ' αυτό μιας αέναης εναλλαγής της ίδιας πολιτικής. Αρκεί αυτή η προσπάθεια να συνδυάσει το λαϊκό μονοπάτι και τις μεταρρυθμιστικές αξίες με τις οποίες πορεύεται μέχρι σήμερα: λόγο αλήθειας, πολιτική συμφιλίωσης, δυναμική ανάπτυξη.

*Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της 14ης Δεκεμβρίου