Αντίσταση στη λήθη

Αντίσταση στη λήθη

Της Εύας Στάμου

Είναι σημαντικό να έχουν πρόσωπο και όνομα τα θύματα κάθε κτηνωδίας ώστε να μην αντιμετωπίζονται ως μια άμορφη μάζα ή ως αριθμός. Η ύπαρξη σαφών στοιχείων είναι απαραίτητη από ψυχολογική και πολιτική άποψη για κάθε λαό που σέβεται την ιστορία και το παρελθόν του.

Αν δεν κατανοήσουμε και δεν αποδεχθούμε το παρελθόν μας, δεν θα καταφέρουμε ποτέ να δημιουργήσουμε μια σαφή εικόνα για το ποιοι είμαστε στο παρόν και για το πώς θέλουμε να εξελιχθούμε στο μέλλον.

Η 27η Ιανουαρίου έχει οριστεί ως Ημέρα Μνήμης των Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος. Αυτή η Ημέρα αποτελεί άριστη αφορμή να σκεφτούμε την περίπλοκη σχέση που έχουμε αρκετοί Νεοέλληνες με την πρόσφατη ιστορία μας.

Η απουσία μιας εκπαιδευτικής πολιτικής στη χώρα μας που να διευκολύνει την πρόσβαση των νέων στις ιστορικές πηγές και να διασφαλίζει την ορθή πληροφόρησή τους από επιστημονικούς φορείς, έχει μεταξύ άλλων συμβάλει στην υιοθέτηση αντισημιτικών, ή ευρύτερα, ρατσιστικών ιδεοληψιών.

Η συνωμοσιολογία και η συστηματική παραποίηση της ιστορίας στην οποία καταφεύγουν δημαγωγοί διαφορετικών πολιτικών αποχρώσεων, έχουν σίγουρα παίξει το ρόλο τους στην εξασθένηση της ιστορικής μνήμης. Επιπλέον, η αντιευρωπαϊκή πολιτική που καλλιέργησε ο ΣΥΡΙΖΑ την πρώτη περίοδο της διακυβέρνησής του, κι οι εθνικιστικές κορόνες την εποχή του αντι-μνημονιακού μένους, λειτούργησαν υποστηρικτικά για τη ρητορική της Χρυσής Αυγής.

Τα υψηλά ποσοστά που παίρνει η ΧΑ σε τόπους όπου τελέστηκαν τα ναζιστικά εγκλήματα, όπως το Δίστομο και τα Καλάβρυτα, καθώς και τα περιστατικά βανδαλισμών εβραϊκών μνημείων που αυξάνονται -με πιο πρόσφατα παραδείγματα αυτά των Μνημείων Ολοκαυτώματος στην Καστοριά και τη Θεσσαλονίκη- καταδεικνύουν την ανάγκη να αντιδράσει η Πολιτεία.

Η άρνηση της ναζιστικής θηριωδίας, ακόμη κι από τα έδρανα της ελληνικής Βουλής, πιστεύω ότι καθιστά αναγκαία τη διοργάνωση ταξιδιών για εφήβους και νέους ενήλικες σε τόπους μαρτυρίου όπως το Δίστομο και τα Καλάβρυτα, καθώς και στο Μουσείο Ολοκαυτώματος της Θεσσαλονίκης που αποτελεί φόρο τιμής στην εβραϊκή κοινότητα της πόλης, που μέχρι το 1940 αριθμούσε 50.000 μέλη.

Κάποιοι λαοί δείχνουν να το έχουν κατανοήσει. Ταξιδιωτικά πρακτορεία στις ΗΠΑ, την Αυστραλία και τη Βρετανία διοργανώνουν επισκέψεις σε στρατόπεδα συγκέντρωσης της Ανατολικής Ευρώπης, όπως το Άουσβιτς στην Πολωνία.

Σε έρευνα Ισραηλινών και Αυστραλιανών επιστημόνων της ψυχικής υγείας τονίζεται ότι η επίσκεψη σε ναζιστικό στρατόπεδο επηρεάζει σημαντικά τις υποσυνείδητες σκέψεις και πεποιθήσεις μας. Στην περίπτωση μάλιστα που έφηβοι ή νεαροί ενήλικες επισκέπτονται έναν τέτοιο τόπο μαρτυρίου καλό είναι να συνοδεύονται από ομάδα φίλων ή ανθρώπων με κοινά με τους ίδιους χαρακτηριστικά –όπως η χώρα καταγωγής– ώστε να έχουν την απαραίτητη ψυχολογική υποστήριξη στο σοκ που αναμφίβολα θα υποστούν. 

Τα τραύματα του παρελθόντος επουλώνονται μέσα από τη διαδικασία της ανάλυσης που οδηγεί στην περισυλλογή και όχι με τη μετάθεση, την άρνηση και τη σιωπή – και σίγουρα όχι με τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας με στόχο την ικανοποίηση κομματικών συμφερόντων.

Ας μην παραβλέπουμε όμως μια πικρή αλήθεια: πολίτες που αισθάνονται αποκομμένοι από το κοινωνικό σύνολο, εσωστρεφείς και δίχως οξυμένη ικανότητα ενσυναίσθησης, οργισμένοι και αδύναμοι να επηρεάσουν ή να αλλάξουν μία πραγματικότητα που δεν κατανοούν, εκτονώνουν τα αρνητικά τους αισθήματα μέσω της συμμετοχής σε πράξεις αντικοινωνικού χαρακτήρα.

Στην περίπτωση του Διστόμου και των Καλαβρύτων το «μοντέλο» είναι έτοιμο: υιοθετούν αυτό που έμαθαν από τη μέρα που γεννήθηκαν πως αντιπροσωπεύει για την κοινότητα το απόλυτο κακό. Άλλωστε οι επιπτώσεις του φασισμού είναι μακροχρόνιες στην ψυχολογία των κατοίκων ενός τόπου που έχει ανεξίτηλα σημαδευτεί από το πιο ακραίο φυλετικό μίσος.
Δεν ισχύει, λοιπόν, ότι αγνοούν τις θηριωδίες του ναζισμού ή τη βασική ιστορία της περιοχής τους.

Επιλέγουν όμως το ρόλο του θύτη, αφού στην προσωπική ζωή τους νιώθουν τα θύματα ενός συστήματος στο οποίο δεν κατάφεραν να ενσωματωθούν. Επιλέγουν να εκφοβίζουν την κοινότητα στην οποία ζουν αφού δεν μπορούν να ταυτιστούν με τους συμπολίτες τους.

Γι' αυτούς είναι προτιμότερο να εκπροσωπούν το απόλυτο κακό, από το να αισθάνονται παραγκωνισμένοι και αδύναμοι. Άλλωστε ο φασισμός βασιζόταν ανέκαθεν στο αίσθημα αδικίας και τα συμπλέγματα κατωτερότητας που δεν βρίσκουν θετική διέξοδο.

Μόνο με την ενεργητική εκμάθηση και κατανόηση των ιστορικών γεγονότων, αντιμετωπίζονται ναζιστικά μορφώματα που συστηματικά παραποιούν την αλήθεια. Και μόνο με την επανένταξη των αποκομμένων, οργισμένων νέων στην κοινότητα στερούμε από τέτοιου είδους μορφώματα την ισχύ τους.