Αμαλία Μεγαπάνου: Μια ζωή σε «10 λεπτά»

Αμαλία Μεγαπάνου: Μια ζωή σε «10 λεπτά»

«Η Έλλη κάθισε με μεγάλη ανακούφιση στη βαθιά πολυθρόνα της κάμαράς της. Κοίταξε την ώρα. Σε δέκα λεπτά θα έπρεπε να φύγει. Ας κλείσω τα μάτια μου αυτά τα λίγα λεπτά που μου μένουν, σκέφτηκε. Δε χρειάζεται πάντα να νικάω το χρόνο. Θυμήθηκε τον εαυτό της το περασμένο βράδυ…»

Το μεγάλο προσόν της συγγραφέως Αμαλίας Μεγαπάνου, την οποία οι περισσότεροι γνωρίζαμε λόγω καταγωγής (ανεψιά Παναγιώτη Κανελλόπουλου) και εξαιτίας του γάμου της με τον αείμνηστο Κωνσταντίνο Καραμανλή, είναι τα εξαιρετικά ελληνικά της και η ενσυναίσθηση. Η μεγάλη της αίσθηση περί κοινωνικής και ατομικής ευθύνης, έκδηλη και παρουσιαζόμενη με το υποδεκάμετρο, κρυστάλλινα και με αίσθηση του μέτρου στο λογοτεχνικό της έργο, με το οποίο ερχόμαστε σε επαφή πια στα σοβαρά στις εκδόσεις του Φιλελεύθερου, που αποτελούν και τη μεγάλη του λογοτεχνική προσφορά.

Στα «10 λεπτά», κοινωνικό και ιστορικό, τρόπον τινά, μυθιστόρημα που θα έχουν την ευκαιρία να αποκτήσουν οι αναγνώστες του Φιλελεύθερου το Σάββατο στις 17 Σεπτεμβρίου, η ηρωίδα της η Έλλη, είναι μια μεσήλικη γυναίκα στην Αθήνα που υπεραγαπά και την βλέπει μαζί της να φθίνει και να γερνά.

«Την αγαπούσε την Αθήνα από τότε που ήταν μικρούλες. Και εκείνη και η πόλη. Αλλά ακόμα και τώρα, το 1991, την αγαπούσε. Τώρα που είχαν μεγαλώσει κι οι δυο τους και τη μια την είχε γεράσει ο χρόνος και την άλλη την είχε ασχημύνει ο νεοπλουτισμός των κατοίκων της, που οι περισσότεροι  μάλλον δεν την αγαπούσαν. Βούρκωσε.  

»Τι πάθαμε; αναρωτήθηκε. Μόλις φάγαμε δυο μπουκιές παραπάνω, αλλοιώσαμε το χαρακτήρα μας; Όχι μόνο χάσαμε το μέτρο, όχι μόνο σπιλώνουμε κάθε αίσθηση του ωραίου, αλλά, σαν να μην έφταναν όλα αυτά, απωλέσαμε και τη μνήμη μας; Πώς καταντήσαμε τόσο ουδέτεροι σε ό,τι δε μας αφορά άμεσα, σε ό,τι δεν αγγίζει την τσέπη μας ή, μάλλον, σε ό,τι δεν τη γεμίζει».

Το 1991, χρονιά που περίπου γράφτηκαν και πρωτοεκδόθηκαν τα «10 λεπτά», η Αμαλία Μεγαπάνου, γόνος Κανελλοπούλου, πρώην κυρία Καραμανλή, δόκιμη ήδη συγγραφέας, είχε περίπου την ηλικία της ηρωίδας της. Δεν ήταν η ηρωίδα της. Είναι γνωστό ότι ποτέ της δεν εξέθεσε τη ζωή της σε κοινή θέα, τίποτε απ’ όσα έζησε, ως πρώτη κυρία της χώρας και ως γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας, δεν μπήκε ποτέ της σε βιβλίο, αυτό που μια ζωή απαιτούσε ή περίμενε το αδηφάγο αναγνωστικό κοινό.

Τα «10 λεπτά», ωστόσο, θα μπορούσε να πει κανείς, ότι είναι από τα μυθιστορήματά της το πλέον αυτοβιογραφικό. Διότι, μπορεί η Έλλη, η ηρωίδα της, να μην είχε τη ζωή της Μεγαπάνου, ωστόσο διέθετε την δική της φιλάνθρωπο και πατριωτική ματιά στη ζωή.

Με τη μέθοδο του φλας μπακ και ξεκινώντας από την σύγχρονη εποχή και την αδιαφορία των νέων για τους άλλους και για την ιστορία μας, ξεδιπλώνει μέσα από την ταραγμένη και ηρωική ζωή της Έλλης, τα τελευταία 50 χρόνια ελληνικής ιστορίας, ξεκινώντας πριν από τον πόλεμο, αναφερόμενη στην Κατοχή, την επταετία αλλά και στη δικιά μας προσφυγιά.

Εξαίροντας από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, την ανάγκη της ατομικής ευθύνης και το πώς εκείνη διαμορφώνεται και αλλάζει μαζί με τις μεγάλες ή μικρές αλλαγές της ιστορίας και της εποχής.

Εμμένοντας σε όλα εκείνα που μας κληροδοτήθηκαν που αγνοούμε και σήμερα πια είμαστε κάθε άλλο παρά αντάξιοί τους που την πληγώνει και την πονά:

«Το γεγονός είναι πως εμείς, οι Έλληνες, δεν κάνουμε πλέον τίποτα για το οποίο να είμαστε πραγματικά περήφανοι, είπε στον εαυτό της.»

Εξακολουθητικά αναφερόμενη στην ανασφάλεια και στον φόβο που μας τρώει τα σωθικά:

«Ο φόβος είναι κάτι το ανεξέλεγκτο. Και δεν μπορείς να ξέρεις εκ των προτέρων πότε, πού και γιατί θα σε αρπάξει ανάμεσα στα πλοκάμια του. Ούτε μπορείς να προβλέψεις πώς θ’ αντιδράσεις στον πανικό που σου δημιουργεί.

»Σε μεταμορφώνει πάντως, σε κτήνος κι ακόμα δεν μπορώ να το συγχωρέσω σε αυτόν που με κατάντησε έτσι.»

Ως Έλλη, κατορθώνει μέσα από την αναδρομή στο παρελθόν της, στο κοριτσάκι που έτρεχε ως νοσοκόμα στον Ερυθρό Σταυρό με την μητέρα της, ως νέα γυναίκα που αγωνίστηκε και έχασε τον σύντροφό της πολεμώντας τον κατακτητή, ως μητέρα που θρήνησε τον χαρισματικό γιο της και την κόρη που αναγκάστηκε να εργαστεί στο εξωτερικό και ως θεία που βλέπει να μεγαλώνουν παιδιά που αγνοούν την ιστορία μας και επαίρονται κιόλας γι’ αυτό, προβάλει σχεδόν κινηματογραφικά την ταινία της ζωής της και τα τελευταία πενήντα χρόνια της χώρας της, σταματώντας τον χρόνο αυτά τα «10 λεπτά».

«Η κυρία μού είπε ότι δε θα έφευγε πριν από δέκα λεπτά, μου τη δίνεις;» Όμως τι μπορεί να συμβεί μέσα σε δέκα λεπτά;

Όλες οι απαντήσεις, σ’ αυτό το βαθύτατα ανθρώπινο, κοινωνικό και συνάμα ιστορικό μυθιστόρημα, στο οποίο γενναιόδωρα η συγγραφέας χαρίζει ό,τι αγάπησε, όσα πίστεψε, την φιλανθρωπία και την φιλοπατρία της, τα τιμαλφή της δικής της ζωής. Διότι η Αμαλία Μεγαπάνου σίγουρα είναι η μεγάλη ψυχή της Έλλης, και ο αναγνώστης του βιβλίου θα το αντιληφθεί.

Όσο για τον τίτλο: «10 λεπτά» απαιτούνται για το πέρασμα. Το θέμα είναι τα χνάρια που αφήνει κανείς στη διαδρομή, εκείνα στα οποία θα πατήσουν και θα βαδίσουν οι επόμενοι, είτε είναι ένα βιβλίο, ένας κήπος, ο αγώνας του και η αγωνία του γι’ αυτή τη γη, ένα παιδί….

Αυτά ακριβώς τα «10 λεπτά» της Αμαλίας Μεγαπάνου, θα χαρίσει στους αναγνώστες του ο Φιλελεύθερος, το Σάββατο στις 19 Σεπτεμβρίου, συνεχίζοντας τη μεγάλη λογοτεχνική του προσφορά.

Ας μη τα χάσουμε, είναι η ιστορία της χώρας μας, είναι τρόπος ζωής.