Άλλο Μέρκελ, άλλο Μπούντεσταγκ και γερμανικός λαός

Άλλο Μέρκελ, άλλο Μπούντεσταγκ και γερμανικός λαός

Toυ Ανδρέα Ζαμπούκα

Η Γερμανική Βουλή καταδίκασε την Γενοκτονία των Αρμενίων και η Τουρκία ανακάλεσε τον πρεσβευτή της από το Βερολίνο σαν αντίδραση, ενώ ανησυχίες υπάρχουν για την συνέχεια της συμφωνίας Ε.Ε. - Τουρκίας για το Προσφυγικό. Βέβαια, η Γερμανία δεν είναι η μοναδική χώρα που ευαισθητοποιείται από το γεγονός. Μέχρι σήμερα, άλλες 25 χώρες έχουν προχωρήσει σε καταδίκη της βαρβαρότητας των Τούρκων, καθώς  επίσης και διεθνείς οργανισμοί , όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Η περίπτωση  της όμως είναι ξεχωριστή. Οι Γερμανοι ήταν σύμμαχοι των Τουρκων στον Α'' Παγκόσμιο πόλεμο και οι βασικοί οργανωτές του τουρκικού στρατού στις διώξεις όλων των εθνικών μειονοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Όθων Λίμαν Φον Σάντερς, ήταν ο στρατιωτικός σύμβουλος και ανώτατος στρατιωτικός διοικητής του στρατού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Α'' Παγκόσμιο πόλεμο.  Για πολλούς είναι ο ιθύνων νους των σφαγών Ελλήνων και Αρμενίων σε ολόκληρη την Μικρά Ασία και τον Πόντο από το 1914 ως το 1918.

Κι εδώ ακριβώς, βρίσκεται η ιδιαιτερότητα της χθεσινής απόφασης της Μπούντεσταγκ. Οι  Γερμανοί καταδικάζουν την βαναυσότητα της ιστορίας των Τούρκων, γνωρίζοντας ότι εμπλέκονται και οι ίδιοι στο γεγονός. Καταδικάζουν την σφαγή των Αρμενίων, όπως έκαναν και με το δικό τους Ολοκαύτωμα στο παρελθόν. Και μολονότι, δεν επρόκειτο για πρόταση ή απαίτηση της γερμανικής κυβέρνησης, οι αντιπρόσωποι του γερμανικού λαού ψήφισαν ομόφωνα μια καταδίκη η οποία  έβαλε σε πολύ μεγάλη δοκιμασία τις σχέσεις της χώρας τους με την Τουρκία.

Προφανώς, η ίδια η καγκελάριος της Γερμανίας το μόνο που δεν ήθελε αυτή την περίοδο ήταν μια τέτοια κρίση στις σχέσεις της με τον Ερντογάν. Άλλωστε είναι πολύ πρόσφατες οι υπερβολικές χειρονομίες καλής θέλησης προς την Τουρκία με την ανανέωση της διαδικασίας ένταξης στην ΕΕ αλλά και με την «συμβολή» της ίδιας της Μέρκελ στην δίωξη του γερμανού κωμικού που σατίρισε τον  «Σουλτάνο» της Άγκυρας.

Αυτή όμως είναι μία «δημιουργική αντίφαση» που μπορεί να συμβεί σε μία ευρωπαϊκή δημοκρατία. Μπορεί η Ευρώπη να σέρνεται πίσω από τεχνοκρατικές αντιλήψεις, πίσω από ψυχρές και μονοδιάστατες λογικές κυριαρχίας του χρήματος αλλά οι κοινωνίες της έχουν τη ευαισθησία  να διαχωρίζουν τη θέση τους από τις κυνικές στάσεις των ηγετών τους. Ένα καλό παράδειγμα  είναι και πάλι η ίδια η Γερμανία, η οποία ως πολιτική ηγεσία, μέχρι το 1963 (Δίκη της Φραγκφούρτης για το Άουσβιτς), απέκρυπτε τις θηριωδίες των Ναζί. Η γερμανική κοινωνία όμως, απαίτησε την αλήθεια και συνεχίζει ακόμα να κάνει την αυτοκριτική της.

Άλλο λοιπόν, Μέρκελ και άλλο Γερμανικό Κοινοβούλιο και γερμανικός λαός. Το χθεσινό δείγμα είναι χαρακτηριστικό για να καταλάβουμε επίσης την διάσταση μεταξύ διπλωματίας και πραγματικότητας. Γιατί είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση η Τουρκία να μπει στην ΕΕ, όσο υφίσταται η Ευρώπη με τη σημερινή της μορφή. Κανένας ευρωπαϊκός λαός δεν πρόκειται να ανεχθεί στους κόλπους της Ένωσης  μία κοινωνία που σέρνεται πίσω από ένα αντιδημοκρατικό καθεστώς, που δεν σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα και κυρίως, δεν θέλει να ζητήσει συγγνώμη για το παρελθόν της.

Το ζήτημα της Τουρκίας είναι άλλη μία περίπτωση που δείχνει την διάσταση των ευρωπαϊκών αποφάσεων και της βούλησης των λαών της Ευρώπης. Και δυστυχώς για όλους μας, όσο οι ευρωπαϊκές ελίτ επιμένουν να συνδέουν τα συμφέροντά τους με την στενή διαχείριση των εθνικών κυβερνήσεων, τόσο πιο πολύ θα μεγαλώνει το χάσμα.

Η Ασία (Προσφυγικό) και ίσως η ίδια η Τουρκία μπορεί να γίνουν η ταφόπλακα της Ευρώπης. Η απειλή ήταν, είναι και θα είναι πάντα επίκαιρη, όσο ο ήλιος κινείται από την Ανατολή προς την Δύση. Γι΄αυτό, η Ευρώπη έχει ανάγκη από περισσότερη δημοκρατία και όχι από εθνικιστικές κορώνες που θα οδηγήσουν κάποια στιγμή στην διάλυσή της.