Πού πήγαν οι πολλοί;

Πού πήγαν οι πολλοί;

Του Αλέξανδρου Σκούρα

Ο ΣΥΡΙΖΑ διατήρησε στις εθνικές εκλογές το σύνθημα των ευρωεκλογών σχετικά με την ώρα «των πολλών». Ως ρητορικό τέχνασμα είναι, θα μπορούσε να πει κανείς, αρκετά «πιασάρικο» το σύνθημα. Όταν ένα κόμμα λέει ότι είναι με τους πολλούς, εννοεί ότι οι αντίπαλοί του είναι με τους λίγους, ότι το ίδιο μπορεί να εκφράσει την πλειοψηφία, ότι είναι δημοκρατικό και ενδιαφέρεται για το κοινό καλό. Συνήθως τέτοιου είδους λαϊκίστικη ρητορική χρησιμοποιούν τα μικρά κόμματα της αριστεράς ή της ακροδεξιάς. Όμως, έχει πραγματικά ενδιαφέρον να εξετάσουμε κατά πόσο ο κ. Τσίπρας και η παράταξή του εκφράζει τους πολλούς.

Πρώτα ας μιλήσουμε για την πλάνη του ρητορικού τεχνάσματος. Θυμάμαι όταν ήμουν μικρός στο σχολείο ότι κυκλοφορούσε ένα αστείο. Ένας μαθητής συναντά ένα τσούρμο αγριεμένων νέων που τον ρωτούν «εσύ με ποιους είσαι, με εμάς ή με τους άλλους;» Ο μαθητής, όπως είναι λογικό απαντούσε «με εσάς φυσικά» για να λάβει την καταδικαστική απόκριση «εμείς είμαστε οι άλλοι». Κάπως έτσι πηγαίνει και η ιστορία με τους πολλούς. Αν ρωτήσουμε την μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών με ποιους είναι, με τους πολλούς ή με τους λίγους, η απάντηση θα είναι σχεδόν πάντα με τους πολλούς. Το κακό με αυτού του είδους την ταυτοτική πολιτική είναι ότι περιλαμβάνει κάτω από την ίδια σκέπη ομάδες πολιτών που έχουν συγκρουόμενα συμφέροντα. Σκεφτείτε τους συνδικαλιστές του δημοσίου και τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα. Οι μεν χρησιμοποιούν την πολιτική τους επιρροή προκειμένου να διατηρήσουν προνόμια και 'κεκτημένα' που οι αντίστοιχοι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα ούτε που τα φαντάζονται. Οι δε, θέλουν επιτέλους να μειωθούν οι φόροι και οι εισφορές προκειμένου να αυξηθεί το διαθέσιμο εισόδημά τους. Αν και οι δύο κατηγορίες βρίσκονται ανάμεσα στους πολλούς, δεν γίνεται εκ των πραγμάτων να βγουν και οι δύο κερδισμένες από τις πολιτικές ενός κόμματος διότι τα οφέλη της μίας μειώνουν τις πιθανότητες να πραγματοποιηθούν τα αιτήματα της άλλης.

Ένα δεύτερο πρόβλημα με τη χρήση «των πολλών» προκύπτει μετά από εκλογικές αποτυχίες των κομμάτων που προσπαθούν να τους οικειοποιηθούν. Πώς γίνεται ο ΣΥΡΙΖΑ να εκφράζει τους πολλούς όταν η Νέα Δημοκρατία εκφράζει περισσότερους; Η αριστερά έχει μία μακρά πατερναλιστική παράδοση που της επιτρέπει να απαντά αυτό το παράδοξο, χωρίς βέβαια να γίνεται πειστική. Από την εποχή του Μαρξ μέχρι και σήμερα, η αριστερά δεν αναγνωρίζει καμία πολιτική ήττα - το είδαμε άλλωστε και τη βραδιά των ευρωεκλογών στα διάφορα τηλεοπτικά πάνελ. Για κάθε φαινομενική ήττα οι αριστεροί εντοπίζουν βαθύτερα αίτια που πάλι τους δικαιώνουν.

Οι γνήσιοι κομμουνιστές τα έβαζαν με τους λούμπεν προλετάριους που ενώ ζούσαν στο περιθώριο δεν ανέπτυσσαν την απαραίτητη ταξική συνείδηση. Άλλοι αριστεροί ρίχνουν ευθύνες σε σκοτεινά κέντρα αποφάσεων που επιβάλλουν στους πολλούς πως πρέπει να ψηφίσουν ή στην πλύση εγκεφάλου των μέσων ενημέρωσης του κεφαλαίου. Όποια εξήγηση κι αν πιστέψουμε, αποκαλύπτεται το πως βλέπει πραγματικά η αριστερά τους ανθρώπους του μόχθου, της παραγωγής και της εργασίας: ανόητα πιόνια που δεν έχουν επαρκή κριτική σκέψη ή το απαραίτητο θάρρος ώστε να σπάσουν τα δεσμά τους και να καταλάβουν ότι το καλό τους βρίσκεται μόνο κοντά στην αριστερά.

Δυστυχώς για την αριστερά και ευτυχώς για τους πολλούς (ποσοτικά - όχι ταξικά), το παραμύθι αυτό δεν φαίνεται να δουλεύει πλέον. Οι πολλοί για τον κ. Τσίπρα θα είναι έστω και 1% περισσότερο από όσους τον στήριξαν στις ευρωεκλογές. Πολλούς δεν τους λες...