Περί Facebook και Χρυσής Αυγής

Περί Facebook και Χρυσής Αυγής

Του Αλέξανδρου Σκούρα 

Πριν λίγες ημέρες η Χρυσή Αυγή γνώρισε έναν πλήρη αποκλεισμό από το δημοφιλέστερο κοινωνικό δίκτυο του πλανήτη, το Facebook. Η εταιρία, μετά από ανακοίνωση των προθέσεών της να καταπολεμήσει τον λόγο μίσους, αποφάσισε τον αποκλεισμό κάθε δημοσίευσης που περιέχει σύνδεσμο προς τις επίσημες σελίδες του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος. Οι αντιδράσεις γύρω από την απόφαση της Facebook είναι ποικίλες και εγείρουν κάποια σοβαρά ζητήματα που ξεπερνούν τη στάση της προς το συγκεκριμένο κόμμα.

Ένα πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι εάν το Facebook πρέπει να έχει το δικαίωμα να αποκλείει συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων ή ιδεών από την πλατφόρμα του. Μπορεί στην προκειμένη περίπτωση, που το αντικείμενο της απόφασης αφορά ένα ναζιστικό κόμμα, να είναι εύκολη. Τί θα συνέβαινε όμως αν μετά τη Χρυσή Αυγή ακολουθούσαν άλλα, λιγότερο ακραία, κόμματα της δεξιάς ή της αριστεράς; Υπάρχουν δύο βασικοί τρόποι να απαντηθεί το ερώτημα. Ο πρώτος, που βασίζεται στις φιλελεύθερες αρχές της ιδιοκτησίας και του συνεταιρίζεσθαι, βλέπει την εκάστοτε πολιτική που εφαρμόζουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως προϊόν μίας εθελούσιας συναλλαγής μεταξύ εταιρίας, χρηστών και διαφημιστών.

Σύμφωνα με αυτές τις αρχές, η κάθε εταιρία έχει το δικαίωμα να ορίσει τους κανόνες που διέπουν τη χρήση των υπηρεσιών που παρέχει εφόσον οι κανόνες αυτοί δεν θιγούν τα δικαιώματα των χρηστών και των πελατών της. Στην περίπτωση μας, η χρήση του Facebook σημαίνει αποδοχή των όρων χρήσης και των κανόνων συμπεριφοράς της κοινότητας των χρηστών. Οι όροι αυτοί, που σε κάποιους μπορεί να φαίνονται εύλογοι και σε άλλους παράλογοι, είναι προσβάσιμοι από κάθε χρήστη του διαδικτύου και πολύ αναλυτικά εξηγούν το σκεπτικό πίσω από κάθε απόφαση αποκλεισμού ομάδων, ιδεολογιών ή οργανισμών.

Στην περίπτωση της Χρυσής Αυγής είναι σαφές ότι η εταιρία έκρινε ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις προκειμένου να χαρακτηριστεί ως οργανισμός μίσους που προάγει αρχές και αξίες που δεν συνάδουν με το ήθος και τους κοινωνικούς σκοπούς του Facebook. Για τους περισσότερους φιλελεύθερους και δημοκράτες η κουβέντα σταματά εδώ.

Όμως υπάρχουν και αρκετοί που θεωρούν ότι η επιτυχία του Facebook είναι επαρκής λόγος για περισσότερο κρατικό έλεγχο. Σύμφωνα με αυτούς, η ηγετική θέση που κατέχει η εταιρία στην αγορά των κοινωνικών μέσων δικτύωσης, σημαίνει ότι ο έλεγχος πάνω της θα πρέπει να είναι αυστηρότερος. Οι υπέρμαχοι αυτής της λογικής επιθυμούν να άρουν το δικαίωμα του ορισμού των κανόνων χρήσης από την εταιρία και να το προσδώσουν σε κάποιας μορφής γραφειοκρατικό οργανισμό, με ή χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση, προκειμένου “εκδημοκρατίσουν” τους κανόνες που διέπουν τη χρήση και τη συμμετοχή στο συγκεκριμένο μέσο. Είναι πολύ πιθανό τα προβλήματα που θα προκύψουν από αυτόν τον τρόπο να είναι απείρως χειρότερα από την πιο φιλελεύθερη εναλλακτική του. Σε δεοντολογικό επίπεδο, η στάση αυτή καταργεί επί της ουσίας την έννοια της ιδιοκτησίας.

Το Facebook δεν είναι μόνο ο κώδικας και οι αλγόριθμοι με τον οποίο λειτουργεί η ιστοσελίδα. Οι άνθρωποι, οι συμπεριφορές και το εύρος του περιεχομένου που διακινείται μέσα του αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της όλης “facebookικής” εμπειρίας. Έτσι, όταν ένας κρατικός φορέας επιβάλλει διαφορετικούς κανόνες από εκείνους που νομίμως θα επέβαλλε η ιδιοκτήτρια εταιρία, στην ουσία αλλοιώνει τον χαρακτήρα και το περιεχόμενο της υπηρεσίας. Με άλλα λόγια καταργεί το δικαίωμα της διοίκησης και των μετόχων του Facebook να καθορίσουν τι ακριβώς σημαίνει να είναι κανείς χρήστης ή διαφημιστής στη συγκεκριμένη υπηρεσία.

Ένα άλλο, σπουδαιότερο, μειονέκτημα έχει να κάνει με τα όρια της κρατικής παρέμβασης. Αν υποθέσουμε ότι το Facebook καταχράται την ελευθερία του να ορίζει μόνο τους τους κανόνες χρήσης, στη χειρότερη περίπτωση η ζημιά θα έχει γίνει σε μία μόνο πλατφόρμα. Αντίθετα, αν η δύναμη του καθορισμού των κανόνων περάσει σε κρατικά χέρια, τότε η πιθανή ζημιά θα αφορά κάθε πλατφόρμα, υπάρχουσα και μελλοντική, μέχρι οι κανόνες αυτοί να αλλάξουν.

Εδώ είναι και ο πυρήνας του όλου ερωτήματος: Αν υποθέσουμε ότι οι κανόνες χρήσης δεν καταπατούν τα δικαιώματα κανενός, με ποια λογική μπορεί κανείς να υποθέσει ότι το κράτος είναι καλύτερος ρυθμιστής της συμπεριφοράς των πολιτών μέσα σε ένα κοινωνικό δίκτυο από την ίδια του την κοινότητα; Πιθανότατα με τη λογική ενός κρατιστή.